Μου είναι όλο και πιο δύσκολο
να ξεχωρίσω ανάμεσα στην άνοιξη και τον παράδεισο,
τα δάκρυα από τις σταγόνες τις βροχής
μεθυστικά, μεθυστικά στροβιλίζονται γύρω μου
αυτά που βλέπω με το τρίτο μου μάτι.
Όσο πάει μου είναι ακόμη πιο δύσκολο
να διακρίνω
την ζωγραφισμένη τσουκνίδα – απ’ τη τσουκνίδα,
βλέπω σ’ αυτήν, μια μπάλα μέσα σε μιαν άλλη
και η μεγαλύτερη είναι μες στη μπάλα
την πιο μικρή….
Βρέχει σπόρια, αδύναμα εμείς
τα σκουπίζουμε και τα καίμε στον οργωμένο αγρό…
Αλλά αυτό που είδα χθες με το τρίτο μου μάτι
μονάχα αύριο θα γίνει πραγματικό.
Τα βότανα, τα βουνά, όλα, μας
μοιάζουν, τα σύννεφα, τα φύλλα, το ίδιοˑ
σαν να είναι ειρήνη, σαν να βρέχει
στο μέλλον που «κατασκοπεύει».
Το κάθε τι που καταφέρνω με τα μάτια κλειστά ,
το καταφέρνω έτσι· έναν γεροκόρακα
τον βλέπω νεαρό πάνω από τις βερικοκιές
με αυτό το μάτι, το τρίτο μου μάτι, που… ναι, δεν είναι τυφλό…
Πάει καιρός που μου είναι όλο και πιο δύσκολο
να ξεχωρίσω το πραγματικό από το όνειρο,
το κερί του φεγγαριού, απ’ το κερί της λεύκας—
μεθυστικά, μεθυστικά στροβιλίζονται γύρω μου
αυτά που βλέπω με το τρίτο μου μάτι.
Από τη συλλογή «Ψαλμοί αγάπης» – Psalmi de dragoste, Detectiv, 2013