Η αγάπη μου για κείνον είναι λυγμός. Αρχίζει απ’ το μυαλό και μετατρέπει το στήθος σε βούρκο.
Με είδε μια μέρα να βουτώ τα δάχτυλα στο κόκκινο, το κίτρινο, το μπλε και σ΄ εκείνο το καφέ που λατρεύω, την ψημένη σιένα, να τα βάζω άλλοτε σκέτα κι άλλοτε ανάκατα φτιάχνοντας όλα σχεδόν τα υπόλοιπα χρώματα σε διάφορους τόνους. Με είχε μιμηθεί. Ως μικρότερος φυσικό ήταν. Κι ακολουθούσε από τότε ό,τι εγώ επινοούσα. Ποτέ δεν πήρα πινέλα. Δάχτυλα ή κάποιο κομμάτι χαρτί που το σβόλιαζα ν’ απλώνω το χρώμα. Ακόμα και πιρούνι, μαχαίρι, οδοντογλυφίδα χρησιμοποιούσα. Έφτιαχνα εικόνες από κόσμους ακαθόριστους αλλά με ρυθμό και αρμονία.
Εδώ και χρόνια τους επαίνους δρέπει ο αδελφός μου. Γιατί έγινε ζωγράφος επώνυμος ακολουθώντας τις ιδέες μου. Ποτέ δεν με αναφέρει, όταν μιλά για τις δημιουργίες του. Εμένα με πάντρεψαν, έκανα οικογένεια. Ούτε που ζωγραφίζω. Θα ήταν σαν αλάτι σε πληγή.
ΤΕΛΟΣ
Ο Απόστολος Καλουδάς γεννήθηκε το 1958 στη Θεσσαλονίκη. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε στον τραπεζικό τομέα. Κείμενα του συμπεριλαμβάνονται σε συλλογικές εκδόσεις και επίσης άλλα κείμενα και ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά, Θευθ, Περί Ου, Φρέαρ, Χάρτης, Fractal,Παρέμβαση,Capture book. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών.