Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα θηλαστικό τετράποδο, τριχωτό και παμφάγο, το οποίο εμφανίστηκε στον πλανήτη γη μάλλον εξαιτίας κάποιου σφάλματος της εξέλιξης ή κάποιου ατυχούς πειράματος (επικρατέστερη θεωρία).
Ο πλανήτης, είχε ήδη αρκετό καιρό που περιφερόταν ανήσυχα στο διάστημα. Βρισκόταν όμως ακόμα σε εφηβική ηλικία, οπότε, έκανε τρελίτσες: επαναστατούσε συνέχεια και περνούσε αψυχολόγητα από εκρήξεις λάβας σε απάθεια παγετώνων, προσπαθώντας άγαρμπα να συγκροτήσει μια κάποια ξεχωριστή προσωπικότητα και, ταυτόχρονα, να διασκεδάσει την πλήξη του.
Χάρη σ’ αυτά του τα καμώματα, με την πάροδο των χιλιετηρίδων εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν από προσώπου γης – σε κινηματογραφικό χρόνο- διάφορες πειραματικές κατασκευές του, λ.χ. οι αρχαιοπτέρυγες, τα μαμούθ, οι δεινόσαυροι, οι κυκλόποδες, οι σπαθόδοντες, τα διπλής κατεύθυνσης στριγκλόνια κ.λπ.
Το εν λόγω τετράποδο όμως, για αρκετά εκατομμύρια χρόνια γλίτωνε μόνο με την εξαφάνιση μέρους της γούνας του. Και συνέχιζε σχεδόν ανεμπόδιστα να ακολουθεί με ζιγκ ζαγκ τα στάδια της εξέλιξης: κατ’ αρχάς, καθώς η κατασκευή του ήταν ατελής και δεν διέθετε κέρατα, οπλές, χαυλιόδοντες, ούτε φτερά ούτε καν προβοσκίδα ή έστω εξωσκελετό αντοχής, αναγκάστηκε να ορθοποδήσει μόνο του, δηλ. κατάφερε να σηκωθεί στα πίσω του πόδια (πράγμα απαραίτητο για να μπορεί να φτάνει τους καρπούς στα ψηλά κλαδιά και για να έχει καλύτερη θέα – μήπως παραμονεύει κάποιος εχθρός ή κάποιο φαγώσιμο ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση της σαβάνας).
Επίσης, αναγκάστηκε να αναπτύξει και τον εγκέφαλό του, πράγμα που το πλήρωσε με ημικρανίες, πονοκεφάλους και συνεχείς τρικυμίες εν κρανίω. Στα ενδιάμεσα διαστήματα όμως, προλάβαινε να τον χρησιμοποιεί κάπως, άλλοτε με επιτυχία, άλλοτε όχι.
Για να υποκαταστήσει τις ελλείψεις του άρχισε – και δεν σταμάτησε έκτοτε – να κατασκευάζει εργαλεία και όπλα, αρχίζοντας από κοκαλάκια νυχτερίδας για φυλαχτά και αιχμές οψιδιανού για δόρατα, και φτάνοντας μέχρι κουλοχέρηδες για ψυχαγωγία και ραφάλ για επιδείξεις. Σχεδόν ταυτόχρονα, επινόησε ένα μέσον επικοινωνίας, τον «έναρθρο λόγο», για να μπορεί να λογομαχεί με τους ομοίους του και να αλληλοσκοτώνεται με λόγο. Όταν ο έναρθρος λόγος έγινε και γραπτός, ακολούθησε η επινόηση του «πολιτισμού» και, φυσικά, οργανώθηκε και το προστατευτικό πλέγμα των θρησκειών.
Σε μια από αυτές τις θρησκείες πέτυχε να ενσωματώσει, μεταξύ των άλλων εντολών περί σαβουάρ βιβρ και τεχνικών επιβίωσης, την πονηρή παραίνεση «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και κατακυριεύσατε την γη» η οποία τον καθιστούσε και απόλυτο κύριο όλων των υπόλοιπων μορφών ζωής στον εχθρικό πλανήτη.
Την παραίνεση αυτή, την πήρε πιο σοβαρά από όλες τις άλλες, λίγο-πολύ ακατανόητες, εντολές π.χ. «ου φονεύσεις» κ.τ.τ.: Αυξήθηκε λοιπόν και πληθύνθηκε μέχρι που έφτασε τα 8 δις και, επειδή όπως είπαμε ήταν ον παμφάγο και κορυφαίο στην τροφική αλυσίδα, επεξέτεινε την όρεξή του και σε μη εδώδιμα πεδία. Άρχισε να καταβροχθίζει, να μαγαρίζει, να αχρηστεύει εκτάσεις ολόκληρες, ποτάμια, δάση, οικοσυστήματα – και κατακυρίευσε την γη.
Τώρα, φτάνοντας στην τελευταία χιλιετηρίδα, έχοντας πια χάσει τελείως τη γούνα του, με έναν αχταρμά γνώσεων, πληροφοριών και θεωριών στον υπερανεπτυγμένο πλέον, συνωστισμένο και βραχυκυκλωμένο εγκέφαλο του και, με ένα πλήθος δεξιοτήτων (αυτοματοποιημένων και μη επικοινωνούντων με τον εγκέφαλο), στα μπροστινά του πόδια, βρίσκεται να αντιμετωπίζει πάλι παγετώνες, πλημμύρες, ανεξέλεγκτες τεκτονικές και μεταναστευτικές μετακινήσεις, σεισμούς, λιμούς, καταποντισμούς και ποταμούς λάβας – που δεν τα προκαλούν αυτή τη φορά εν θερμώ εφηβικές ανησυχίες και αγαρμποσύνες, αλλά, εν ψυχρώ, γεροντική απληστία, αδιαφορία, σύγχυση και άνοια.