You are currently viewing Χρυσάνθη Ιακώβου:  Νικολάε Νταμπίζα, «Η Βεσσαραβία μου: Εργασία για το σπίτι». Μτφρ.:  Άντζελα Μπράτσου (Εκδόσεις Βακχικόν, 2022)

Χρυσάνθη Ιακώβου:  Νικολάε Νταμπίζα, «Η Βεσσαραβία μου: Εργασία για το σπίτι». Μτφρ.:  Άντζελα Μπράτσου (Εκδόσεις Βακχικόν, 2022)

Βρισκόμαστε στη Βεσσαραβία το 1940. Ο καθηγητής Μιχάι Ούλμου συλλαμβάνεται κατά τη διάρκεια του μαθήματος και κατηγορείται από τους σοβιετικούς ότι είναι προδότης και εχθρός του λαού. Λίγο προτού συλληφθεί αναθέτει στους μαθητές του να ετοιμάσουν την εξής εργασία: «Στη ζωή το να είσαι άνθρωπος είναι τέχνη ή πεπρωμένο;». Το σοβιετικό καθεστώς θα τον στείλει στη Σιβηρία, σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εκεί όμως δεν θα είναι εντελώς μόνος: μία μαθήτριά του που είναι ερωτευμένη μαζί του, η Μαρία Ραζέσου, θα τον ακολουθήσει με σκοπό να τον βοηθήσει να δραπετεύσει.

 

Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η υπόθεση του βιβλίου, το οποίο ήδη από τις πρώτες του σελίδες υπόσχεται στον αναγνώστη ότι θα διαβάσει μια ιστορία που θα έχει και δράση, θα έχει και περιπέτεια, θα έχει και ιστορική αλήθεια, και σκληρές περιγραφές και φυσικά ένα πολύ δυνατό love story.

 

Βιβλία για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για τις απάνθρωπες συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι φυλακισμένοι, έχουν γραφεί πάρα πολλά. Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο να ξεχωρίζει; Γιατί «Η Βεσσαραβία μου» είναι ένα βιβλίο που όντως ξεχωρίζει και αγαπιέται από το αναγνωστικό κοινό, καθώς έχει μεταφραστεί σε 7 γλώσσες, έχει κερδίσει βραβεία, έχει πουλήσει 100.000 αντίτυπα, το έχουν δανειστεί από βιβλιοθήκες πάνω από 500.000 φορές.

 

Αυτό λοιπόν που κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο να ξεχωρίζει είναι η αγάπη. Όσο παράδοξο και απίθανο κι αν ακούγεται αυτό για ένα μυθιστόρημα που έχει ως θέμα τα στρατόπεδα της Σιβηρίας, το κέντρο, η βάση και η βαθύτερη ουσία του βιβλίου είναι η αγάπη. Αυτός ο τολμηρός συνδυασμός είναι που δίνει στη «Βεσσαραβία μου» τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

 

Και μιλάμε ασφαλώς για μια αγάπη απόλυτη, βαθιά, σαρωτική, που δεν γνωρίζει σύνορα, που δεν τη σταματούν εμπόδια, που δεν κλονίζεται από τίποτα. Οι δύο ήρωές μας, ο Μιχάι Ούλμου και η Μαρία Ραζέσου, συνδέονται με έναν βαθύτατο και αληθινό δεσμό, από τους πιο δυνατούς που έχουμε δει στη λογοτεχνία.

 

Να ένα μικρό απόσπασμα, τη στιγμή που ο Ούλμου συνειδητοποιεί ότι η Μαρία είναι η γυναίκα της ζωής του: «Όχι, δεν έκανε λάθος: είναι η Γυναίκα που τόσο έψαχνε αυτός, αλλά που τον βρήκε εκείνη. Την αναγνωρίζει. Αναρωτιέται γι’ αυτό που αισθάνεται, σκέφτεται αυτή την ύπαρξη που είναι το πεπρωμένο του, χαμένος στα μεγάλα και γαλήνια μάτια της, και της κάνει εκείνη τη μέρα άλλη μια χωρίς νόημα ερώτηση: “Εσύ… Εσύ είσαι;” “Εγώ είμαι!” του απαντά εκείνη. “Εσύ είσαι εκείνη;” θέλει να διευκρινίσει ο Μιχάι. “Εγώ είμαι εκείνη” λέει η Μαρία με σιγουριά στη φωνή της».

 

Για να αποτυπώσει ο Νταμπίζα αυτήν την αγάπη επιστρατεύει όλη του την τέχνη: λυρικές περιγραφές, τρυφερή γλώσσα, γαλήνιες εικόνες, με τα στοιχεία της φύσης να παίζουν επίσης πολύ μεγάλο ρόλο στις σκηνές των ερωτευμένων. Είναι λοιπόν τόσο έντονη η καθαρότητα και η αγνότητα αυτής της αγάπης που αντανακλαστικά μας οδηγεί στο δεύτερο χαρακτηριστικό αυτού του μυθιστορήματος, το οποίο είναι ο παραλογισμός του καθεστώτος. Όχι αποκλειστικά βέβαια του συγκεκριμένου, αλλά κάθε απολυταρχικού καθεστώτος γενικά.

 

Αυτή προφανώς ήταν και η πρόθεση του συγγραφέα, να γράψει ένα βιβλίο-κατηγορώ για όλα τα καθεστώτα που είναι ενάντια στην αγάπη, που διαλύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που περιορίζουν την ελευθερία, που πολεμούν την ελευθερία της έκφρασης και της σκέψης.

 

Ο ήρωάς μας, ο Μιχάι Ούλμου, θα γνωρίσει πολλούς φυλακισμένους, θα συνδεθεί φιλικά με αρκετούς από αυτούς και έτσι θα έχουμε κι εμείς οι αναγνώστες την ευκαιρία να ακούσουμε τις ιστορίες τους και να μάθουμε για αυτούς. Πέρα από το ότι αυτές οι αφηγήσεις είναι ενδιαφέρουσες λογοτεχνικά, είναι συγκλονιστικό το στοιχείο της αδικίας: οι περισσότεροι στάλθηκαν στη Σιβηρία για γελοίους λόγους και χωρίς να έχουν κάνει ουσιαστικά τίποτα κακό εναντίον του κράτους.

 

Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα για τους φυλακισμένους που βρίσκονταν στο στρατόπεδο: «Υπάρχουν όμως και άτομα που έχουν καταδικαστεί για το παράπτωμα της καθυστέρησης στην πρώην υπηρεσία τους, αναλφάβητοι άνθρωποι που είχαν χρησιμοποιήσει φύλλα από την εφημερίδα Πράβντα με ένα πορτρέτο ή μια ομιλία του Στάλιν για να συσκευάσουν σκουπίδια, απορρίμματα τροφίμων ή –ακόμη χειρότερα!– τα είχαν κρεμάσει για να χρησιμοποιηθούν ακατάλληλα στα αποχωρητήριά τους, χαρούμενοι άνθρωποι που είχαν πει αστεία με αστικούς υπαινιγμούς, λυπημένοι άνθρωποι που δεν είχαν γελάσει με τα αστεία κάποιου ακτιβιστή του κόμματος…»

 

Αυτός είναι ο παραλογισμός, τον οποίο ο Νταμπίζα τονίζει διαρκώς στο βιβλίο του, όχι μόνο με τα όσα αφηγείται, αλλά και χρησιμοποιώντας μια ιδιαίτερα λεπτή ειρωνεία και υιοθετώντας αρκετό μαύρο χιούμορ.

 

Η τρυφερότητα και η σκληρότητα είναι δύο στοιχεία που εναλλάσσονται διαρκώς στο βιβλίο και που καταφέρνουν να συνυπάρχουν αρμονικά, χάρη στη συγγραφική μαεστρία του Νταμπίζα. Μπορεί ο συγγραφέας να περιγράφει ιδιαίτερα βίαιες καταστάσεις, όμως επιλέγει να μιλήσει με γλώσσα απλή, αφοπλιστική, σχεδόν γλυκιά και παρηγορητική.

 

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο παρουσιάζει και τα πρόσωπα του βιβλίου. Ο Νικολάε Νταμπίζα φαίνεται ότι αγαπά τους ήρωές του, ότι τους συμπονά, ότι σκύβει πάνω από το δράμα τους και ότι επιθυμεί να γίνει η φωνή για όσους βασανίστηκαν και πέθαναν άδικα. Πάνω απ’ όλα θέλει να υπερασπιστεί τον ίδιο τον Άνθρωπο, τον άνθρωπο που διώκεται, που αδικείται, που χάνει την ελευθερία του, το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση και την αξιοπρέπειά του.

 

Υπάρχουν πολλές ιστορίες μέσα στο βιβλίο, καθεμιά από τις οποίες είναι σκληρή και συγκινητική με τον δικό της τρόπο. Να, για παράδειγμα, μία για τον κρατούμενο K0-666, που μετά από μήνες βασανιστηρίων είχε ξεχάσει το πραγματικό του όνομα.

 

«Δεν θυμάμαι… Αλλά πριν από το K0-666 είχα κι εγώ ένα όνομα. Σας το ορκίζομαι… Γιατί δεν με πιστεύετε;»

Ύστερα ρωτούσε τους συγκρατούμενούς του σαστισμένος:

«Πώς γίνεται αυτό; Να θυμάμαι αναλυτικά, λέξη προς λέξη, μερικές ομιλίες του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Στάλιν και να έχω ξεχάσει το όνομά μου; Δεν γίνεται η μνήμη μου να με κοροϊδεύει τόσο σκληρά» πρόσθετε κλαίγοντας.

Κάποια στιγμή, στη μέση μιας νύχτας, όταν όλοι οι κρατούμενοι κοιμούνταν έναν πέτρινο ύπνο, ο Κ0-666 πήδηξε από το κρεβάτι του και, χαρούμενος, άρχισε να πηδάει μέσα στον στρατώνα.

«Θυμήθηκα! Θυμήθηκα το όνομα!» φώναξε και άρχισε να κλαίει από χαρά. «Ιβάν Ιβάνοβιτς Γκαρίν» είπε, δίνοντας έμφαση σε κάθε συλλαβή.

Επανέλαβε αυτό το όνομα χιλιάδες φορές εκείνο το βράδυ και την επόμενη μέρα. Για να μην το ξεχάσει, το έγραψε με ένα κομμάτι πέτρας και πάνω στη σανίδα της παράγκας.

Μόνο αργότερα άρχισε να κλαίει ξανά, θυμούμενος ξαφνικά ότι το Ιβάν Ιβάνοβιτς Γκαρίν ήταν στην πραγματικότητα το όνομα του βασανιστή του, ο οποίος, κατά τους μήνες της

ανάκρισης και των βασανιστηρίων, του είχε κλέψει και το όνομά του».

 

«Η Βεσσαραβία μου: εργασία για το σπίτι» πρέπει να διαβαστεί σαν ένας ύμνος στην αγάπη και στον ελεύθερο άνθρωπο. Αυτές είναι οι δύο έννοιες που διατρέχουν ολόκληρο το μυθιστόρημα, γύρω από αυτές ξετυλίγεται όλη η πλοκή. Και σε τελική ανάλυση, δεν παίζει ρόλο ούτε ο τόπος ούτε ο χρόνος ούτε καν τα συγκεκριμένα πρόσωπα, γιατί η ιστορία του βιβλίου είναι και διαχρονική και οικουμενική. Θα μπορούσε να είχε συμβεί οπουδήποτε, οποιαδήποτε χρονική περίοδο. Ομοίως, αφορά κάθε αναγνώστη, σε όποιο μέρος του κόσμου κι αν βρίσκεται.

 

Παρά το βαρύ περιεχόμενό του, το βιβλίο δεν είναι απαισιόδοξο. Υπάρχουν παντού χαραμάδες φωτός. Όπως λέει και ο βασικός ήρωας, ο Μιχάι, «Νόμιζα ότι τα μεγάλα βάσανα σε αηδιάζουν στη ζωή. Αλλά σε κάνουν να την αγαπάς ακόμα περισσότερο». Η αγάπη για τη ζωή λοιπόν παραμένει, η αγάπη για τον συνάνθρωπο παραμένει, η αγάπη για την ελευθερία επίσης.

 

Εξάλλου, να μην ξεχνάμε το ερώτημα που θέτει ο ήρωάς μας στους μαθητές του και κατ’ επέκταση ο συγγραφέας σε εμάς τους αναγνώστες: «Στη ζωή το να είσαι άνθρωπος είναι τέχνη ή πεπρωμένο;». Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα του βιβλίου και με αυτό το ζήτημα αναμετριέται ο Νταμπίζα: μπορεί να διατηρήσει την ανθρωπιά του κάποιος που βασανίζεται και εξαθλιώνεται σε τόσο ακραίο βαθμό;

 

Τα πρόσωπα της Βεσσαραβίας, κόντρα σε όλες τις συνθήκες, δεν χάνουν εντελώς την ανθρωπιά τους, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές που έχουν χάσει ήδη την ελπίδα τους. Και αυτό πρέπει να το δούμε ως μια νίκη απέναντι στον ολοκληρωτισμό και στα κάθε είδους απολυταρχικά καθεστώτα. Δεν έχει δηλαδή τόση σημασία αν θα καταφέρεις να επιβιώσεις στο στρατόπεδο, αλλά αν θα καταφέρεις να διατηρήσεις έστω και λίγα ψήγματα ανθρωπιάς και καλοσύνης μέσα σου. Το μήνυμα αυτό που περνάει ο συγγραφέας είναι πολύ πιο ισχυρό και δημιουργεί πολύ περισσότερη αίσθηση απ’ ό,τι αν έγραφε ένα μυθιστόρημα κατά το οποίο οι ήρωες θα διαλύονταν εντελώς, και στην ψυχή και στο σώμα, από το καθεστώς.

 

Το ερώτημα αυτό είναι καίριο όχι μόνο γιατί προκαλεί τον συγγραφέα να δώσει απάντηση και εμάς τους αναγνώστες μας βάζει στη διαδικασία να προβληματιστούμε, αλλά και γιατί αποτελεί ένα πολύ ωραίο τρικ στη δομή και στο περιεχόμενο του κειμένου. Αυτός είναι και ο λόγος που το βιβλίο ονομάστηκε «Η Βεσσαραβία μου: εργασία για το σπίτι». Τι σημαίνει το ότι αυτή ήταν η τελευταία εργασία που έδωσε ο Ούλμου στους μαθητές του; Τι έκαναν οι μαθητές του με αυτήν; Και τι απαντήσεις έδωσαν; Πώς εξελίχτηκαν οι δικές τους ζωές; Με αυτήν την εργασία λοιπόν ξεκινάει το βιβλίο και με αυτήν κλείνει, σε ένα πολύ ωραίο σχήμα κύκλου.

 

Ο Νικολάε Νταμπίζα έχει βάλει μια αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου του, το αφιερώνει στη διανόηση της Βεσσαραβίας – για την ακρίβεια στη διανόηση όλων των εποχών. Σε όλους, δηλαδή, τους ανθρώπους του πνεύματος που βασανίστηκαν από το σοβιετικό –και όχι μόνο– καθεστώς, αφήνοντας τον τόπο αυτό φτωχότερο. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που ο συγγραφέας επιλέγει να είναι ο κεντρικός ήρωας της «Βεσσαραβίας» καθηγητής λογοτεχνίας.

 

Είναι γνωστό σε όλους τι μεταχείριση είχαν οι λογοτέχνες επί Στάλιν και κάτω από ποιες συνθήκες πέθαναν οι περισσότεροι. Όπως είναι επίσης γνωστό ότι τα απολυταρχικά καθεστώτα τρέφουν ιδιαίτερο φόβο για τους ανθρώπους του πνεύματος, γιατί αυτοί πρώτοι απ’ όλους υποστηρίζουν το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και της σκέψης.

 

Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό που ο Νταμπίζα με αυτό εδώ το βιβλίο θέλει να επιστήσει την προσοχή μας σε αυτό το συγκεκριμένο γεγονός, ότι σε ένα απολυταρχικό καθεστώς δεν χάνονται μόνο ανθρώπινες ζωές, αλλά δέχεται πλήγμα και η πνευματική τάξη μιας χώρας, πράγμα που μακροπρόθεσμα έχει πάντα ολέθρια αποτελέσματα για το μέλλον ενός τόπου.

 

Κι αυτό το μήνυμα που ήθελε έμμεσα να μας στείλει ο Νταμπίζα μέσω του βιβλίου του έχει μεγάλη σημασία να το έχουμε πάντα μέσα μας και να είμαστε ανά πάσα στιγμή σε ετοιμότητα να θορυβηθούμε και να αντιδράσουμε αν δούμε ότι η ελευθερία της έκφρασης απειλείται ή ότι η λογοτεχνική δημιουργία λογοκρίνεται.

 

«Η Βεσσαραβία μου: μια εργασία για το σπίτι» είναι ένα βιβλίο πλούσιο, με την έννοια ότι θίγει πάρα πολλά θέματα και συνενώνει γύρω από έναν κεντρικό άξονα πολλά διαφορετικά στοιχεία, τα οποία όμως κουμπώνουν θαυμάσια μεταξύ τους δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον ψηφιδωτό ανθρώπων, καταστάσεων και μηνυμάτων. Οι ήρωες προέρχονται από όλες τις κοινωνικές ομάδες, έχουν διαφορετικές πεποιθήσεις, διαφορετικές αρχές και διαφορετικές αντιδράσεις σε ό,τι τους συμβαίνει και αυτό δίνει την ευκαιρία στον συγγραφέα να αναφερθεί σε πολλά και διάφορα ζητήματα, όπως είναι η πίστη, η θρησκεία, η γλώσσα, η ιστορία, η φιλοσοφία, η πολιτική.

 

Ο κάθε αναγνώστης μπορεί να κερδίσει κάτι διαφορετικό από αυτό το βιβλίο, ο καθένας θα σταθεί σε άλλα σημεία, θα προβληματιστεί ή θα συγκινηθεί με άλλα πράγματα. Γι’ αυτό και επιδέχεται πολλές αναγνώσεις και μπορεί να το προσεγγίσει κανείς με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.

 

Άλλος μπορεί να βρει ενδιαφέρουσες και χρήσιμες τις ιστορικές γνώσεις και τις πληροφορίες για τη ζωή στα στρατόπεδα της Σιβηρίας. Άλλος μπορεί να το διαβάσει ως ιστορικό μυθιστόρημα για την εποχή της κυριαρχίας του Στάλιν. Άλλος μπορεί να γοητευτεί από τη δράση και την περιπέτεια, από την αγωνία για την τύχη των ηρώων. Άλλος μπορεί να το προσεγγίσει από την κοινωνικο-πολιτική του σκοπιά, ως μια πτυχή του κομμουνιστικού καθεστώτος. Άλλος μπορεί να σταθεί στην ερωτική ιστορία, να συγκινηθεί από την αγάπη των δύο ηρώων. Και άλλος μπορεί να το δει ως ένα βιβλίο για τον Άνθρωπο, για τον άνθρωπο και τα όριά του, τη δίψα του για επιβίωση, την ανάγκη του για ελευθερία.

 

Όπως κι αν το προσεγγίσει κανείς, το σίγουρο είναι ότι θα βγει κερδισμένος, γιατί πέρα από οτιδήποτε άλλο η «Βεσσαραβία μου» αποτελεί μια απολαυστική αναγνωστική εμπειρία.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.