IV
Ο πληγωμένος χειρουργός ασκείται στο νυστέρι
Κι επίμονα το άρρωστο το μέρος ανακρίνει
Νιώθουμε στου θεραπευτή το ματωμένο χέρι
Την αιχμηρή συμπόνια του, που μοναχά εκείνη
Του θερμοδιαγράμματος το αίνιγμα το λύνει.
Η ασθένεια είναι λοιπόν η μόνη μας υγεία
Αν υπακούουμε πιστά θνήσκουσα νοσοκόμα
Που δεν ζητά να ευχαριστεί, μα έγνοια έχει παγία
Την ύβρη μας, αυτή του Αδάμ, να μας θυμίζει ακόμα
Κι ότι για να ν’ ανανήψουμε, θα πέσουμε σε κώμα.
Ολόκληρη η γη για μας είναι η κλινική μας
Νοσοκομείο δωρεά κροίσου κατεστραμμένου
Όπου, αν είμαστε καλοί, την τελευταία πνοή μας
Θ’ αφήσουμε, απ’ τη στοργή την πατρική εκείνου
Που δεν μας παρατά ποτέ και πάντα είναι μαζί μας.
Απ’ τ’ άκρα ως τα γόνατα το ρίγος ανεβαίνει
Και τραγουδά ο πυρετός στα τέλια του κρανίου
Αν πρόκειται να ζεσταθώ, κρύο με περιμένει
Θα τρέμω μες σε παγερές φωτιές καθαρτηρίου
Φλόγα τους τριαντάφυλλα, ρείκια καπνός του κρύου.
Είναι το μόνο μας ποτό το αίμα που σταλάζει
Σάρκα μέσα στα αίματα, τροφή δεν έχουμε άλλη:
Παρ’ όλα αυτά χαιρόμαστε και μας καθησυχάζει
Η σκέψη ότι είμαστε γεροί, σάρκα και αίμα πάλι –
Και την Παρασκευή αυτή ονομάζουμε Μεγάλη.
Ο Έλιοτ συνέθεσε τα Τέσσερα Κουαρτέτα, την τελευταία του, ουσιαστικά, μεγάλη του προσφορά στην ποίηση, από το 1935 έως το 1943. Πρόκειται για έργο αριστοτεχνικό στις λεπτομέρειες και την οργάνωση. Ο Έλιοτ χρησιμοποιεί (κι όχι για πρώτη φορά) ορισμένες μουσικές αρχές αντίστιξης, επανάληψης και ασυνέχειας και οι ποιητικές δομές παίζουν με τα φωνητικά και συνηχητικά στοιχεία της γλώσσας.