Η νέα ποιητική συλλογή της Βιβής Κοψιδά Βρεττού δυναμιτίζει τις καθιερωμένες ποιητικές νόρμες. Συνιστά ένα κάλεσμα προς την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης. Σηματοδοτεί την έλευση του επιθυμητού εκείνου μεταίχμιου μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, ρεαλισμού και φαντασίας όταν το ανείπωτο ντύνεται το περίβλημα του πολλά υποσχόμενα ειπωμένου. Η ρηξικέλευθη ματιά της δημιουργεί οπές στον τρέχοντα χρόνο, όταν η τωρινή στιγμή κυλά ασθματικά βαριανασαίνοντας την αλήθεια.
Τότε, η ποιήτρια δημιουργεί ένα άλλο ποιητικό πεπρωμένο που μεταγγίζει βιώματα, σκέψεις και εμπειρίες του συλλογικού ασύνειδου. Η Βιβή Κοψιδά Βρεττού θέτει μια ιδιαίτερη αλήθεια στην ποιητική μυθολογία της: όλοι κάποιες στιγμές, είτε το θέλουμε, είτε όχι, γινόμαστε αλαφροΐσκιωτοι. Το ζήτημα, όμως, είναι το κατά πόσο μπορούμε να αντέξουμε το βάρος της άλλης πλευράς, όταν αποκτά προφητική διάσταση ο λόγος μας, όταν ταξιδεύει στον χωροχρόνο για να ανασυστήσει μέσα από αυτή την υπαρξιακή διαδικασία οδοδείκτες για ένα ευοίωνο αύριο.
Η Κοψιδά Βρεττού σε αυτή την συλλογή αναγεννιέται ποιητικά με μια απίστευτα ζωογόνα έκφραση, με μια ιδιαίτερη εκφραστική που είναι σε θέση να ανατρέψει τις καθιερωμένες ποιητικές νόρμες. Πρόκειται για μια ξεχωριστή ποιητική συλλογή που θέτει τόσο κοινωνικούς όσο και οντολογικούς προβληματισμούς. Ανασημασιοδοτεί την ίδια την ποιητική αποστολή ως ιερό πεδίο αλλά και υπερβατικό, ως υπέρτατη αξία και στοχοθεσία που απογυμνώνει την καθημερινότητά μας από οτιδήποτε κίβδηλο διεκδικώντας το διαχρονικό, το ανεξίτηλο, το αυθεντικό, το ανυπέρβλητο. Η ποίησή της όσο και αν αγγίζει τα τοιχώματα του φανταστικού, παραμένει κατά βάση ρεαλιστική και γήινη, καθώς ένα ταξίδι στον βαθύ και απέραντο χώρο των ποιημάτων ξεκινά πάντα από μια αλαφροΐσκιωτη καρέκλα, στο λίγο πιο νωρίς και στο λίγο πιο αργά της μέρας που χάθηκε και της καινούριας που μόλις λέει να φανεί. Αξίζει να διαβάσετε το συγκεκριμένο βιβλίο.
Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, κριτικός.