Με τη βεβαιότητα του θανάτου
Υπάρχουν κάποια βιβλία που δεν σε καλούν απλώς να τα παρακολουθήσεις, να ταξιδέψεις μαζί τους, να τα απολαύσεις ή να στοχαστείς, αλλά σε συνεπαίρνουν αλλιώς, κινητοποιούν σκέψη και συναίσθημα και τελικά σε αλλοιώνουν εσωτερικά. Ένα βιβλίο αυτής της κατηγορίας είναι το ολίγων σελίδων (σ.79) και μικρού μεγέθους βιβλίο με τον τίτλο Ακόμα μια μέρα μαζί, Εξόδιος πορεία προς το Φως. Όπως δηλώνεται και στο εξώφυλλο πρόκειται για «Ημερολόγιο εκδημίας» που εκτείνεται χρονικά από την 1η μέχρι την 24η Σεπτεμβρίου 2023 και περιέχει καταγραφές συμβάντων, αντιδράσεων και συναισθημάτων δεκαεπτά μόνο ημερών με κύριο πρόσωπο την σύζυγο του συγγραφέα, μια νέα γυναίκα, επιστήμονα, δραστήρια και δημιουργική που βρέθηκε αντιμέτωπη με τη βεβαιότητα του επερχόμενου θανάτου της. Πολέμησε με τα μέσα της επιστήμης να τον αποφύγει, αλλά εκείνος αποδείχτηκε για άλλη μια φορά άτεγκτος, άσπλαχνα σκληρός και αήττητος.
Όταν κάθε ελπίδα αποβαίνει φρούδη και η φθορά επελαύνει ακάθεκτη, όταν η Ελένη συνειδητοποιεί το αναπόφευκτο και δηλώνει «δεν θα το ξεπεράσω», ο ιερέας σύζυγός της ξεκινά να συντάσσει το ημερολόγιο εκδημίας. Σε τι αποσκοπεί αυτή η καταγραφή; Είναι μια προσπάθεια συμπόρευσης με το πάσχον αγαπημένο πρόσωπο; Είναι μια αποτύπωση του δύσκολου αγώνα που έδωσε η Ελένη και η οικογένειά της; Είναι η επιθυμία να φωτιστεί αλλιώς η σκληρή αυτή πραγματικότητα της επερχόμενης απώλειας με τις δραματικές στιγμές που την προοικονομούν, να ιδωθεί υπό το πρίσμα μιας άλλης οπτικής, αυτής της χριστιανικής πίστεως; Δεν υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, μονοσήμαντη απάντηση. Είναι όλα αυτά και άλλα που μόνο ο συγγραφέας γνωρίζει –αν κι αυτός γνωρίζει- εφόσον σε τέτοιες συνθήκες πλήρους ανατροπής της ζωής, γνώσεις, βεβαιότητες, προθέσεις, σταθερά δεδομένα υπονομεύονται και κλονίζονται. Κι όμως ο γράφων καταφέρνει ακριβώς σε τέτοιες συνθήκες να κρατήσει ακλόνητες δύο σταθερές, την αγάπη και την πίστη.
Η αγάπη έλαβε συγκεκριμένη υπόσταση σε όλη αυτή τη δύσκολη περίοδο, έγινε συνεχής φροντίδα για την πρακτική αντιμετώπιση καθημερινών αναγκών, έγινε αποτελεσματική υποστήριξη και παραμυθία για να βιωθεί με θάρρος το αναπόφευκτο, έγινε δύναμη για να πυροδοτηθεί η τραγική καταγραφή. Η πίστη αποτέλεσε την ασπίδα αποτροπής των βελών της ανθρώπινης απελπισίας, έγινε οχύρωμα μπροστά στις οδυνηρές πραγματικότητες, μοίρασε τη μοναξιά κι ενίσχυσε την υπερβατικότητα της ελπίδας.
Κι ενώ η απώλεια παρέμεινε βαρυσήμαντη, το πένθος κράτησε την ουσία του, η ιδιωτικότητα των στιγμών έγινε σεβαστή, ο πόνος βιώθηκε στο έπακρον, όλα αυτά –κι άλλα πιο μύχια και κρύφια- μετουσιώθηκαν από τη ζωοποιό δύναμη της πίστης στην Ανάσταση, η οποία όμως δεν αρνήθηκε τίποτε το ανθρώπινο, αλλά το αγκάλιασε με συγκατάβαση, το αποδέχθηκε με κατανόηση, το προέβαλε ως αγώνισμα αγάπης και απόλυτης ενσυναίσθησης, ως συμπύκνωση επικοινωνίας άλλης μορφής, ως εμπειρία λύτρωσης.
Η παρακολούθηση αυτής της εκδημίας μέσα από τις σελίδες του βιβλίου μάς αποκαλύπτει πώς η ποιότητα των ανθρώπων και των σχέσεων μετριέται με ακρίβεια μπροστά στον θάνατο, πώς τα καθημερινά και μη αξιολογημένα αποκτούν άλλη σημασία, γίνονται μοναδικά μπροστά στην απειλή του τέλους, πώς το μυστήριο της ζωής είναι συνυφασμένο με το μυστήριο του θανάτου. Μια και όλοι μετέχουμε της θνητότητας, η μελέτη αυτού του βιβλίου, που συμπλέκει αρμονικά τη γλυκύτητα της αγάπης, την ηρεμία της πίστης με τη βαθιά πίκρα της απώλειας, έχει να μας πει πολλά χρήσιμα, αλλά κι ελπιδοφόρα. Ας το επιλέξουμε ως μια άλλη σπουδή.
Η Χρύσα Ευστ. Αλεξοπούλου είναι Δρ Φιλολογίας-ποιήτρια