Την γνώρισα με τα δυο μυθιστορήματά της: ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΤΑΙ ΥΠΝΟΣ εκδ.Ερμής και Ο ΑΓΡΙΟΓΑΤΟΣ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΠΑΝΤΑ ΜΟΝΟΣ εκδ.Γαβρηλίδη .Εντυπωσιάστηκα από τη γραφή και το ύφος, από τα θέματα και τη μορφή τους. Κατόπιν βρεθήκαμε μαζί κάτω από τη φιλική στέγη του Πέτρου Κακολύρη στις εκδόσεις Εύμαρος με διηγήματα. Η Τέτη προηγήθηκε με την συλλογή της ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ 2021 και μέσα στο 2023 εκδόθηκαν το δικό μου ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ και αυτό το τέταρτο βιβλίο της Τέτης με τον μελωδικό τίτλο ΕΧΩ ΕΝΑ ΠΑΛΤΟ, ΕΝΑ ΧΡΥΣΟ ΠΑΛΤΟ. Μια κομψή έκδοση με ωραιότατο εξώφυλλο της Αλίκης Κακουλίδου.
Όπως αναφέρεται στον υπότιτλο πρόκειται για μία νουβέλα και ένα διήγημα. Η νουβέλα εκτείνεται σε δύο μέρη με περίπου ίσα κεφάλαια και σε δύο χρονιές: 1959 και 1960. Γνωρίζοντας ότι έκανε τρία χρόνια να την γράψει και μάλιστα κάτω από δύσκολες συνθήκες, νομίζω ότι είναι άθλος που άξιζε τον κόπο της.
Από την πρώτη κιόλας σελίδα, μας αρπάζει και μας οδηγεί μέσα από τη ματιά της μικρής ηρωίδας, της Τζόλλυ- που πήρε το ξενικό όνομα της αγαπημένης θείας της συγγραφέως, Ευθυμίας. Η Τζόλλυ παρατηρεί τα πάντα γύρω της κι εμείς μαζί της : βιτρίνες, παιχνίδια, βιβλία, πρόσωπα, δρόμους, θέατρα, γενικά τον κόσμο γύρω της και χαίρεται! Στη ζωή της συμπορεύεται με την ξαδέλφη Λου- από το Τασούλα χάριν συντομίας. Οι χαρακτήρες των κοριτσιών διαγράφονται αδρά και εξελίσσονται μεγαλώνοντας δίπλα σε πολλούς άλλους χαρακτήρες του μικρού κόσμου που μέσα του μεγαλώνουν.
Με κρουστή γραφή και πότε πότε ανάερη μας προσφέρει βιώματα που εμπλέκονται σε μικρές ή μεγαλύτερες ιστορίες του τόπου της, εικόνες, περιστατικά, βιογραφίες προσώπων, τοποθεσίες. Η ζωή των ανθρώπων, έρωτες, συνοικέσια, γάμοι, αρρώστιες, πένθη, πόλεμος, κατοχή, γιορτές, σχολεία, μουσικές, χοροί, σινεμά, θέατρο.
Κάποιες ιδιαίτερες αφηγήσεις ζωντανεύουν ξεχωριστά την εποχή: Ο Σικελιανός με την Ελένη και τον Γλαύκο. Η δασκάλα Ελπίδα. Η εθνική γιορτή. Ο Σπούτνικ με την Λάικα. Οι κοινοτικές εκλογές. Η περιοδεία των βασιλέων στην Πελοπόννησο.
Παράλληλα και άλλοτε με έμφαση άλλοτε υπογείως παρουσιάζονται οι σχέσεις οι κοινωνικές, συγγενικές, οικογενειακές, επαγγελματικές, διαπροσωπικές. Οι πλέον συγκινητικές είναι των παιδιών με του γονείς ή τους οικείους, όπου υποβόσκει η αγάπη ή η έλλειψή της.
Κι ενώ η νουβέλα έχει τίτλο : ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΞΑΦΝΙΚΑ , το διήγημα φέρει τον τίτλο ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΔΕΝ ΠΕΡΝΑΕΙ ΠΙΑ δίνοντας ιστορικά την αρχή και το τέλος της σιδηροδρομικής γραμμής Πελοποννήσου. Αυτό το εκτενές διήγημα έκανε έντεκα μήνες να το γράψει η συγγραφέας και ενώ αναφέρεται στη χρονιά 2017 , έχει αναδρομές ως το 2008- δύσκολα χρόνια για τη χώρα.
Εδώ επικεντρώνεται στην σχέση μάνας και κόρης, που -καθόλου τυχαία- είναι εκπαιδευτικός. Η μάνα, λουσού, εαυτούλης, η κόρη «απάντρευτη» υποχείριό της. Η ασθένεια οδηγεί τη μάνα στο νοσοκομείο Κορίνθου και την κόρη να την φροντίζει υποχρεωτικά. Η θέα από το δωμάτιο του νοσοκομείου: νεκροταφείο, θάλασσα, Λουτράκι δεν είναι μόνο δικό μου βίωμα και συγκίνηση, υποθέτω. Η πλοκή έρχεται ισορροπημένα και εύλογα να οδηγήσει την κόρη στην συγχώρεση, τη μάνα στην εκ βάθους εξομολόγηση ώστε λυτρωμένες να μπορέσουν να συμβιώσουν στο μέλλον.
Η αναγνωστική απόλαυση του έργου τονίζεται και από την προφορικότητα! Η συγγραφέας συχνά πυκνά, σταματάει την ροή και γυρίζει να μας κοιτάξει, να συγκεντρωθούμε « το έχουμε ξαναπεί» ή να επανέλθει η ίδια « επί του θέματός μας τώρα» ή να ξαναθυμηθεί « Α, τι λέγαμε;» ή να προσθέσει « Να πούμε επίσης» ή να μας υπενθυμίσει « εδώ ας θυμίσουμε» ή να θέσει απότομο τέλος « σταματώ εδώ».
Επίσης η απόλαυση δυναμώνει στις εξαιρετικές εκείνες στιγμές που έχουν προέλευση από τον μακρινό Όμηρο, όταν απευθύνεται στους ήρωες που συμπαθεί. Η Τέτη συμπάσχει με τους δικούς της ήρωες και τους απευθύνεται: « Κακομοίρη Γιάννη» « Καλέ άνθρωπε, θα βρεις τον μπελά σου» « Αχ βρε Τζόλλυ, τι το ήθελες» . Αληθινή η συγκίνηση!
Δεν επεδίωξα να ρωτήσω την συγγραφέα για τις περίπου είκοσι άγνωστες λέξεις- της ντοπιολαλιάς. Νιώθω τι σημαίνουν. Ο τόπος μας είναι κοινός και οι ιστορίες μας θα μπορούσαν να είναι. Εξ άλλου ο Κάμπος, η Κορινθία, η Αθήνα δεν ανήκουν μόνο σε μας. Απλώνονται πιο πέρα από τα στενά μας όρια και συναισθανόμαστε οι αναγνώστες- αναγνώστριες την καθολικότητα που επιδιώκει η γραφή.
Ε.Ε.Νανοπούλου
Ευαγγελίστρια, 22/2/24
Υγ. Αγαθή σύμπτωση να το διαβάσω 30 Ιανουαρίου, όπως και αναφέρεται στη σελίδα 84.