Πληγές και ιώδιο
Η καλλιτεχνική δημιουργία πυροδοτείται μετά από μια έντονη συγκίνηση που νιώθει ο δημιουργός όταν έρχεται αντιμέτωπος με γεγονότα που χαράζουν τη ζωή του και αλλάζουν τη ματιά που ρίχνει στον κόσμο. Η ποίηση είναι η γλώσσα της ψυχής, οι λέξεις που αναβλύζουν κατευθείαν από μέσα της νιώθουν την επιτακτική ανάγκη να δουν το φως γιατί μιλούν για το ουσιώδες, το γεγονός εκείνο που την έχει συνταράξει. Στην περίπτωση της Χριστίνας Λιναρδάκη, το γεγονός αυτό είναι η αποκάλυψη μιας ασθένειας που συγκλονίζει τη ζωή της και αλλάζει τα δεδομένα της. Το ΣΚΠ είναι το ακρωνύμιο της σκλήρυνσης κατά πλάκας που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή. Πρόκειται για ένα αυτοάνοσο νόσημα που εκδηλώνεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται λανθασμένα κατά του κεντρικού νευρικού συστήματος, προξενώντας μια ποικιλία συμπτωμάτων σε βασικές κινητικές λειτουργίες. Σήμερα, ευτυχώς, υπάρχουν πολλές θεραπείες για την επιβράδυνση της νόσου, χωρίς ακόμα να οδηγούν στην πλήρη ίασή της.
Η ποίησή της στέκεται σε αυτή τη μετέωρη στιγμή που συμβαίνει το γεγονός που τη συντάραξε που δεν είναι άλλη από τη στιγμή της αποκάλυψης της ασθένειας και παραμένει εκεί, εξερευνώντας το παράξενο σύμπαν της που εν δυνάμει απειλεί να γκρεμίσει όλες τις βεβαιότητές της, όλα όσα έχει κτίσει στη ζωή της ως τώρα. Μιλάει για τα πρωτόγνωρα συναισθήματα που κατακλύζουν την ψυχή της, την ανασφάλεια και το φόβο που της δημιουργεί και τίποτα πια δεν φαίνεται ίδιο. Όλα όσα γνώριζε, όλα όσα πίστευε πως είχε ως δεδομένα, αποκτούν μια επικίνδυνη ευθραυστότητα.
Πτώση βλεφάρου
Σε κάποιο πάρτι ή άλλη μάζωξη
το πρόσεξε ο Παναγιώτης
το ένα μάτι ήταν πιο κλειστό
το βλέφαρο πεσμένο
Ο οφθαλμίατρος με παρέπεμψε στον νευρολόγο
Κι ο νευρολόγος με κοίταξε ανήσυχος
‘Ετσι άρχισαν όλα
Η μοίρα κάθε ανθρώπου είναι συνυφασμένη με τη φθορά και το θάνατο. Ωστόσο, η στιγμή που επιλέγει η ασθένεια να κάνει την εμφάνισή της σε έναν νέο άνθρωπο, καθώς διασκεδάζει ανέμελα με φίλους σε ένα πάρτι, έχει κάτι το ειρωνικό. Μοιάζει σαν κακή έκπληξη που φέρνει ένας απρόσκλητος επισκέπτης και τα χαλάει όλα, όπως άλλωστε και κάθε άσχημο γεγονός που συμβαίνει στη ζωή. Ιδίως όταν πρόκειται για μια νέα γυναίκα στην πιο ευτυχισμένη και δημιουργική περίοδο της ζωής της.
Το ποιητικό υποκείμενο στερείται από τη μια στιγμή στην άλλη την κανονικότητά του και η ψυχή του γεμίζει ανασφάλεια για το μέλλον.
«Το τι μας βρίσκει δεν είναι κάτι που επιλέγουμε. Είναι κάτι που υπομένουμε στωικά», γράφει η ποιήτρια στην εισαγωγή του βιβλίου της.
Η Χ. Λ. κοιτάει την ασθένειά της από απόσταση, φιλμάρει θαρρείς κινηματογραφικά την πορεία της, τη μελετά σε όλες της τις εκφάνσεις, μοιράζεται μαζί μας την αγωνία και το φόβο που της προξενεί από τη στιγμή της διάγνωσής της. Τα συμπτώματα παράξενα και διαφορετικά, αλλά ευτυχώς όχι μόνιμα, κάνουν κάθε φορά το ποιητικό υποκείμενο να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του, την καρδιά της να κάνει χίλιες φορές το γύρο της Γης.
Τα ποιήματά της συλλαμβάνουν σε διαδοχικές σκηνές τα συμπτώματά της που ποικίλλουν κάθε φορά, όπως βλεφαρόπτωση, παράλυση του ενός ποδιού, απώλεια της αίσθησης, ακράτεια… Mας μυούν σταδιακά στο παράξενο σύμπαν της ΣΚΠ που δεν είναι άλλο και από αυτό του νοσοκομείου, όπου όλα ηχούν παράλογα, κακόηχα, λάθος. Η ποίησή της κρύβεται στις σιωπές, αφήνει τη φαντασία μας να συμπληρώσει τα κενά ανάμεσα στις λέξεις, μας επιτρέπει να νιώσουμε εμείς την αγωνία, τη θλίψη, τον σωματικό και ψυχικό πόνο που βιώνει σε αυτές τις καταστάσεις το άτομο.
ΚΝΣ*
Τ΄άρρωστα, κιθάρα, τα παιδιά σου,
λόγια και σκοποί· τι κακό τα τρώει
Κωστής Παλαμάς, «Η κιθάρα»,
Οι καημοί της λιμνοθάλασσας
Χορδή ξεκούρδιστη
που κάνει κοιλιά
στο σκάφος της κιθάρας
στην κόγχη του ματιού
το οπτικό μου νεύρο
*ΚΝΣ είναι το ακρωνύμιο του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, τμήμα του οποίου αποτελούν τα οπτικά νεύρα.
Η Χ. Λ. μιλάει για το αδιόρατο παραπέτασμα που χωρίζει τους αρρώστους από την αληθινή ζωή και τους κάνει να ζουν σε ένα παράλληλο κόσμο, όπου όλα περιστρέφονται γύρω από την ασθένεια, τη λαχτάρα για την πολύτιμη κανονικότητα. Το νοσοκομείο μεταβάλλεται στο παράλογο εκείνο μπεκετικό σύμπαν, μέσα στο οποίο ο ασθενής είναι υποχρεωμένος να παραμείνει μέχρι να υποχωρήσουν τα συμπτώματα της ασθένειας. Ένα σύμπαν όπου οι πράσινες και οι γαλάζιες πεταλούδες του θα ήταν υπέροχες, αν δεν ήταν πλαστικές και δεν προορίζονταν για ορούς, ενώ τα λαμπερά άστρα που εμφανίζονται στο μαύρο φόντο της μαγνητικής τομογραφίας δεν είναι παρά τα σημάδια που άφησε η νόσος όταν ήταν ενεργή στη σπονδυλική της στήλη και τα παρομοιάζει με λευκούς νάνους σε ένα δυσοίωνο σύμπαν.
Πεταλούδες
Μπλε και πράσινες πεταλούδες
χύμα
μέσα σε άσπρα κουτιά
στα ράφια του εγχυτηρίου
Θα ήταν πιο ωραιότερες
κι απ΄το πιο ωραίο ηλιοβασίλεμα
αν δεν ήταν από εκείνες
που προορίζονται για ορούς
Η ποιήτρια μάς κάνει συμμέτοχους στη δική της επώδυνη εμπειρία που άλλαξε τη ματιά της στον κόσμο και τη μοιράζεται μαζί μας. Μας ξεναγεί στους θαλάμους και τους διαδρόμους του νοσοκομείου και μας κερνάει κάτι από τη θλίψη, την απελπισία, το φόβο, τη σκοτεινή πλευρά της ζωής. Το φάσμα της αρρώστιας περνά μπροστά από τα μάτια μας και κατακάθεται σαν πάχνη στην ψυχή μας σαν κάτι που όλους μάς αφορά. Η Χ. Λ. αφήνει με θάρρος τις λέξεις να περιγράψουν σκληρά, χωρίς στολίδια, το παράλογο της ασθένειας, το ρυθμό της αγωνίας που μεγεθύνεται, τον περιορισμό στη φυλακή του νοσοκομείου, τον αποκλεισμό από τον έξω κόσμο, τα όνειρα που πετρώνουν γύρω της και γίνονται πλαστικές πεταλούδες. Αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο που υποφέρει σιωπηλά δίπλα μας και του δίνει φωνή. Μιλάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια για το πένθος που πηγάζει από την απώλεια ξαφνικά της πολύτιμης κανονικότητας, για τη συνεχή απειλή που νιώθει ο άνθρωπος σαν δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι του και σκοτεινιάζει το μέλλον.
Το να μοιράζεσαι την ιστορία της ασθένειάς σου με τους άλλους ανθρώπους έχει κάτι το λυτρωτικό και συνάμα θεραπευτικό για τον ίδιο τον ασθενή και δρα απελευθερωτικά όσον αφορά κάποια στερεότυπα που θεωρούν την ασθένεια μια προσωπική υπόθεση που πρέπει να μένει μακριά από τα μάτια του κόσμου. Γι΄αυτό και η παραδοχή της ασθένειάς της έχει και μια κοινωνική παράμετρο: επιχειρεί να αλλάξει το βλέμμα των ανθρώπων.
Το ποίημα «Σταύρωση» ρίχνει φως στη διάσταση μεταξύ επιθυμίας και πραγματικότητας, όταν το σώμα πάσχει και στέκεται εμπόδιο στην ανάγκη για ζωή και δράση. Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι έργο του θεού και η ποιήτρια τον ειρωνεύεται εδώ, όχι χωρίς πικρία, καθώς θεωρεί το δημιούργημά του αποτυχημένο. Οι λέξεις της γίνονται μια ελεγεία της εύθραυστης ανθρώπινης φύσης μας.
Σταύρωση
Είναι θαρρώ η μνήμη
που παίρνει κάθε μέρα πηλό
και πλάθει μ’ αυτόν τη ζωή μου
τον απλώνει έπειτα σταυρωτά στον τροχό
και με μανία τα πλευρά του κεντάει
Η επιθυμία τού δίνει ύστερα να πιει
―διψά, δεν διψά― χολή και ξύδι
Μα κάθε βράδυ
τα όνειρα
βάζουν στις πληγές
μπόλικο ιώδιο
ώσπου στο τέλος
να μην ξεχωρίζει πια μορφή:
Μισός πληγή, μισός ιώδιο ο πηλός
Για πέταμα πάντα μοιάζει.
Η συνειδητοποίηση αυτής της φθαρτότητας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το αθάνατο κομμάτι της ψυχής που κατοικεί μέσα μας και την επιθυμία μας να νιώσουμε τον κόσμο. Η ψηλάφιση αυτής της αντίφασης, η διάσταση μεταξύ πραγματικότητας και επιθυμίας είναι σε ένα δεύτερο επίπεδο αυτό που πραγματεύεται η ποίησή της και γίνεται ορατή μέσα στους στίχους της.
Στο αμαξίδιο
Εγώ δεν είμαι
το σώμα μου
Το σώμα μου είναι
ένα κουτί
που μέσα του ζω φυλακισμένη
ένα κουτί
που έχει ανάγκες
να τραφεί
να το αγαπήσουν
σαν κάθε άλλου
Όμως
το δικό μου κουτί
είναι τα δεσμά μου
είναι το σημείο
της εξάρτησής μου
από τους άλλους
είναι ένα παράθυρο
ερμητικά κλειστό
που δεν μου επιτρέπει
να νιώσω τον κόσμο.
Διαβάζοντας τη συλλογή η ματιά μου πέφτει στις λέξεις «ουλές» και «πληγές» που τη χωρίζουν σε δύο ενότητες, όπως και η ζωή καμιά φορά χωρίζεται σε δυο κομμάτια από το γεγονός που τη σημάδεψε. Ουλές που δεν έχουν επουλωθεί και ανοίγουν πάλι, ουλές που έχουν προξενηθεί από βαθιά τραύματα απωθημένα που κανείς πιστεύει ότι έχει ξεπεράσει γιατί αφορούν τη μακρινή εποχή της παιδικής ηλικίας, μια περίοδο της ζωής που όφειλε να είναι η πιο ευτυχισμένη.
Στην εισαγωγή της δεύτερης ενότητας, εμφανίζονται οι λόγοι που κάνουν κάποιους ανθρώπους επιρρεπείς στην ασθένεια. «Στα περισσότερα περιστατικά το στρες είναι κρυφό και χρόνιο. Έχει προκύψει από εμπειρίες κατά την παιδική ηλικία, από το συναισθηματικό προγραμματισμό στη διάρκειά της και από ασυνείδητα παγιωμένα μοτίβα διαχείρισης δυσκολιών. Συσσωρεύεται μια ολόκληρη ζωή για να κάνει κάποιον πιο επιρρεπή σε μια ασθένεια (Gabor Maté, «Όταν το σώμα λέει όχι»).
Στις «πληγές», τα ποιήματά της, φτιαγμένα από το υλικό της ανάμνησης, εμφανίζονται, θαρρείς, μπροστά μας σαν αέρινες installations που αίφνης καταρρέουν με τον τελευταίο στίχο και περιγράφουν την αρρώστια της αγαπημένης της μητέρας και τη δραματική αποκάλυψή της στα οκτώ της χρόνια από ένα τυχαίο περιστατικό· το τεράστιο κενό και το διαρκές πένθος που άφησε στην καρδιά της ο θάνατός της, μόλις ένα χρόνο αργότερα.
Νήμα
Πλέκω και ξεπλέκω
το νήμα των αναμνήσεων
η θύμησή σου κουβάρι, μαμά
Να το κάνω κασκόλ
να το φορώ στο λαιμό μου
σαν βρόχο
Να το κάνω μίτο
να μου δείχνει τον δρόμο
στους λαβυρίνθους της ζωής
κι ας ξέρω πως δεν θα σε βρω ποτέ πια
πως αντί για σένα θα συναντώ
παντού τον Μινώταυρο
Η συγκατοίκησή της με τον παππού και τη γιαγιά που είχαν και εκείνοι, λόγω της ηλικίας τους, πολλά προβλήματα υγείας, της δημιουργεί ένα διαρκές συναίσθημα ανασφάλειας που την ακολουθεί παντού σαν σκύλος πιστός και δεν την αφήνει να απολαύσει τις χαρές της παιδικής ηλικίας, όπως τα άλλα παιδιά.
Κρίσεις
Ανάμεσα σε
μια κρίση επιληψίας της γιαγιάς και
μια κρίση άσθματος του παππού
έπιανα τον εαυτό μου
να προσπαθεί
να με πείσει
πως όλα θα ξαναγίνουν εντάξει
θα είμαστε ασφαλείς
Ακόμη και τώρα
στενοχωριέμαι
σαν τα σκέφτομαι
Οι πληγές αφήνουν ουλές
―αν κλείσουν
Οι λέξεις που αναβλύζουν από τα βάθη της ψυχής της πέφτουν ανάλαφρα στο χαρτί και σχηματίζουν εικόνες παράξενες που, αν τις μελετήσεις προσεκτικά, σκιαγραφούν ανομολόγητους φόβους και τραύματα που έχει απωθήσει η λογική και η αποκάλυψή τους ελαφραίνει τον άνθρωπο από το βάρος τους. Η επιστροφή της ποιήτριας στις αναμνήσεις της και η αποτύπωσή τους σε ποίηση έχει μια χροιά θεραπευτική. Συνειδητοποιεί ότι το συναίσθημα της ανασφάλειας την ακολουθούσε σε όλη της ζωή και εκείνη πάντα έψαχνε να φτάσει ένα φως που έλαμπε μέσα της πολύ μακριά σαν ελπίδα.
A beacon in the darkest hours
Τα μεσάνυχτα με βρήκαν στο κατάστρωμα του πλοίου
πηχτό σκοτάδι γύρω
αδιαπέραστο μαύρο
μόνο κάπου μακριά
ένα φως αδύναμο
Συγκλονίστηκα
απ’ το προφανές
Όλη μου η ζωή
ένα σκοτάδι πηχτό ήταν
κι εγώ
έβαζα τα δυνατά μου
να φτάσω
ένα φως αδύναμο
κάπου μακριά
Η ποιητική συλλογή ΣΚΠ της Χριστίνας Λιναρδάκη αναδεικνύει τη θεραπευτική λειτουργία της ποιητικής τέχνης και παράλληλα φέρνει στο φως την ευθραυστότητα της θνητής μας φύσης. Η αιφνίδια συνειδητοποίησή της, η αγωνία του ανθρώπου μπροστά στη φθορά και το θάνατο ήταν και θα είναι πάντα το μαύρο χρυσάφι, το κρυφό υλικό της ποίησης.
Κατερίνα Τσιτσεκλή