Τρία ανέκδοτα ποιήματα
Ξέρει κανείς;
Ξέρει κανείς να μου πει, από πού έρχομαι;
Ξέρει κανείς να μου πει πού βρίσκομαι
και πού πηγαίνω;
Εγώ το μόνο που ξέρω είναι ότι πηγαίνω.
Μου γνέφουν σκιές και πηγαίνω.
Και κάθε τόσο κοιτάζω να μάθω,
αλλά όλα είναι σβησμένα.
Κι αυτά που περπάτησα και όσα θα περπατήσω.
Επίμονα οι σκιές με καλούν, δε δύναμαι να αρνηθώ.
Ξέρει κανείς να μου πει γιατί δε δύναμαι;
Ξέρει κανείς να μου εξηγήσει
την παντοδυναμία αυτού του ακατανόητου;
Ξέρει κανείς να μου πει, αν βαδίζω προς κάποιο προορισμό;
Γιατί εγώ δε βλέπω παρά μονάχα τις σκιές
σε σχηματισμό στρατιωτικής πορείας.
Και τις ακολουθώ.
Ποιες είναι αυτές οι σκιές; Τι θέλουν από μένα;
Ξέ-ρει κα-νείς να μου πει ποιος εί-μαι;
Ουδέν νεότερο
Κανένα νεότερο δεν υπάρχει,
καμιά καμπάνα δεν ηχεί τους θανάτους,
κανένα δάκρυ δε μουσκεύει τους χωρισμούς.
Το τρένο δε σφυρίζει πια, κανείς δεν περιμένει.
Κανείς δε γράφει ποιήματα, γιατί ο ιός της αγάπης
μεταλλάχτηκε, δεν τον αγγίζουν οι λέξεις της ψυχής.
Και τούτο εδώ είναι ένα τίποτα που ανταλλάσσεται
με το άλλο τίποτα της προηγούμενης μέρας.
Μη με αφήνεις μοναχό! Όλοι μονάχοι είμαστε μου λες,
νομίζω πως μου λες, γιατί εμένα με έχτισε η σιωπή
σε μία πυραμίδα, δεν ακούω, δεν αισθάνομαι, δεν είμαι.
Ποιος στους καιρούς μας είναι; Ας το φωνάξει δυνατά.
Γελώ πικρά εγώ στην πυραμίδα, νομίζετε πως το εμβόλιο
θα σας σώσει; Εδώ εγκαταστάθηκε ο δαίμονας για πάντα.
Μία είναι η λύση, ακούστε με, σας ομιλώ από το μέλλον,
παραιτηθείτε από την προσδοκία σας, παραιτηθείτε.
Κανένα νεότερο δε θα υπάρξει.
Μη με αφήνετε
Μη μ’ αφήνετε
να γονατίσω.
Σύντροφοι, φίλοι,
συνάνθρωποι.
Φυσήξτε όλοι μαζί
να λιχνιστεί η ζωή μου,
να σκορπιστεί η πίκρα
και τ’ άδικο.
Πάσκισα κι εγώ
και ας μην το ξέρετε.
Άνθισα στην άνυδρη γη,
στο όνομα του ανθρώπου
που μπορεί.
Έφτιαξα όνειρα
με νερό κι αέρα,
πέταξα.
Και κήρυξα τη διαρκή άνοιξη.
Ζωγράφισα λευκές ρωγμές
στο μαύρο.
Νίκησα τη μοναξιά
και τον φόβο,
στο όνομα του ανθρώπου
που αγωνίζεται.
Μάζεψα όλα τα θραύσματα
της νεανικής μου επανάστασης
και τα παρέδωσα στην επόμενη γενιά
να την ανασυνθέσει.
Τραγούδησα στην έσχατη σιωπή
να μη χαθούν οι λέξεις.
Έφτιαξα μια ουτοπία,
στο όνομα του ανθρώπου
που ονειρεύεται.
Μη με αφήνετε
να γονατίσω.
Σύντροφοι, φίλοι,
συνάνθρωποι,
αγαπημένοι.