Σε τόπο άγνωστο τώρα πορεύομαι
Τοπίο ηφαιστειακής ερήμωσης στεγνό
Γυαλιστερές παπαρούνες και άλλα κόκκινα
Υποδύονται Άνοιξη -μα Άνοιξη δεν είναι, καθώς
Σιδερένιοι βραχίονες ξεφυτρώνουν γύρω μου
Βρόγχος στο λαιμό και πικρή αλαλία
Νιφάδες νύχτας παντού στροβιλίζονται
Και δε γνωρίζω αν είναι απάτη ονείρου ή
Μήπως στ’ αλήθεια αυτή η πραγματικότητα;
Κι όμως από κάπου επιμένουν κελαηδισμοί
Και μια κρυφή αναμονή γεννιέται εντός μου
Μια ακολουθία ανθρώπων σαν σκιές
Με σιγανές φωνές και ψαλμωδίες
Βαδίζουν στα πυρακτωμένα ανύποπτοι
-Αναζητάτε λοιπόν κι εσείς την Άνοιξη;
Με αγωνία ρωτώ κι απάντηση δεν παίρνω
Ακάθεκτοι πορεύονται στο φαιό τοπίο
Σα να μη βλέπουν ή σα να μη νοιάζονται
Ζωντανοί ή νεκρών ίσκιοι δεν ξέρω
Κάπου στο βάθος ακούγεται ήχος φλογέρας
Θρόισμα φύλλων και ψίθυροι θάλασσας
με καλούν και προς τα εκεί θα βαδίσω.