ΠΟΙΗΤΗΣ
Ο ποιητής τυφλός μουσικός
διαβάζει άγραφη παρτιτούρα,
μέσα της καταργείται.
ΠΟΙΗΜΑ
Το ποίημα κορμός δέντρου
που το τσεκούρι έχει κάνει διχάλα,
τα μάτια του κοιτούν ακόμα στο δάσος.
ΚΑΘΕ ΕΥΡΥΔΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ
Όταν η Ευρυδίκη ανέβηκε απ’ τον Άδη
τον βρήκε μες στο δάσος,
του έπαιξε τη λύρα της κι οι κερασιές ανθίσαν
μέσα στα χόρτα κάτι θρόισε.
Ο Ορφέας κράτησε το κεφάλι του
κι εκείνο μαύρισε μεμιάς.
Βλέπεις φοβήθηκε την κάθε Ευρυδίκη
που επέστρεφε νεκρή
να του ζητήσει μια πραγματικότητα
απέφυγε τον εαυτό που εκκρεμεί
αυτή τη στιγμιαία ταύτιση των δύο κόσμων
το πέρασμα στον ξένο που έτρεφε εντός του
κι έγινε ολόκληρος κομμάτια
άναρθρα λόγια
μια κάθοδος στον ποταμό αθόρυβη κι ευγενική.