You are currently viewing Βαγγέλης Φίλος: Μη στέλνεις άλλο φως!

Βαγγέλης Φίλος: Μη στέλνεις άλλο φως!

Και τότε χτύπησε το σφυρί κι ακούστηκε ο τελεσίδικος ήχος.

Κι όλοι, όσοι κρατούσαν την ιαχή της νίκης ανάμεσα στα δόντια, στέναξαν. Κι απίθωσαν τα σπαθιά· και λυπήθηκαν.

Και ήταν η λύπη τους πιο καλή από την αγωνία της χαράς. Γι’ αυτό λύθηκαν τα χέρια που είχαν γραπώσει το μέλλον απ’ τον λαιμό, ελευθερώθηκε το βλέμμα που με απόγνωση γύρευε θάλασσα για να χαθεί. Και όπως ο ήχος δονούσε ακόμα το στερέωμα, σωριάστηκε η ελπίδα στο χώμα κι ένας από το πλήθος ικέτεψε.

—Θέλω να γείρω!

Κι όλοι ήθελαν να γείρουν, σ’ αυτήν τη συμφορά. Γιατί η αγρυπνία της απαντοχής τούς είχε κουράσει την ψυχή.

Λες και είχαν ζήσει δέκα φορές τον βίο τους κι έπρεπε τώρα να αποζητήσουν ύπνο βαθύ. Και δεν τους ένοιαζε μη νικηθούν. Και ως νικητές πονούσαν. Και δεν τους ένοιαζε μην και τους βρουν οι σκιές του φεγγαριού, σκιές ζητούσανε κι αυτοί να γίνουν.

—Μη στέλνεις άλλο φως!

Μόλο που ακούγονταν στα λόγια τα θαυμαστικά, καμιά κραυγή, καμιά φωνή, μόνο ψιθύρισμα. Γιατί κι αυτό δεν το ζητούσαν πια από κανέναν. Το ’λεγαν αυτοί να το πιστέψουν.

Και καθώς σκορπίστηκε ο αντίλαλος, πήραν όλοι μαζί τον δρόμο δίπλα στον γκρεμό, σταθεροί και γαλήνιοι.

Και δεν ξεχώριζες ποιος οδηγεί και ποιος ακολουθεί.

Και δεν υπήρχε η έγνοια του προορισμού.

Και πήγαιναν, πήγαιναν. Και όσο ξεμάκραιναν από του ήχου την πηγή, τόσο γαλήνευαν τα πρόσωπά τους. Φαίνεται πως ξεχνούσαν ή πλέον δε λογάριαζαν το αδυσώπητο χρέος. Κι έμοιαζαν αποκαμωμένοι πολεμιστές που αποχωρούσαν οικειοθελώς από τα πεδία των ένδοξων μαχών.

—Και πώς θα ξεχωρίσεις μες στην ταραχή;

Όταν σίμωσε στο σήμαντρο το σφυρί, όλοι κατάλαβαν τι έμελλε να συμβεί. Και δεν είχαν επιλογή καμιά, παρά μονάχα αυτή· να συγκεντρωθούν στην απελπισία και να ζητήσουν στην ήττα τη λύτρωσή τους.

Και ήξεραν πως στο πένθος τους δεν ταίριαζε ο θρήνος· μόνο ο σιωπηλός πόνος που, όταν εγκαθίσταται σίγουρος, γίνεται ανεκτός και γαλήνιος.

Εκείνος ο κρότος δεν ήταν άλλο τίποτα, παρά το σήμα που από καιρό καρτερούσαν· να χαμηλώσουν το βλέμμα και να υποταχτούν στην ομοιομορφία. Γιατί, ό,τι ξεχωριστό, καθώς αδυνατούσε να υπερβεί το όριο, γινόταν ανώφελο και ανυπόληπτο. Και η ομοιομορφία ήταν τώρα επιλογή κι όχι εξαναγκασμός.

Και πήγαιναν, πήγαιναν, ώσπου το κύμα του ήχου τεμαχίστηκε, σχεδόν έγινε σκόνη. Και τότε ήχησε εκκωφαντική η σιγή κάτω στη ρεματιά κι όλοι αλαφιάστηκαν.

Όμως, παραδομένοι στην ανημποριά, δεν έκαναν προσπάθεια καμιά ν’ αλλάξουν τα δεδομένα τους. Και πήγαιναν, πήγαιναν, ώσπου χάθηκαν μακριά στο φρύδι του άλλου γκρεμού που πλησίαζε.

This Post Has One Comment

  1. nefeli tiga

    Υπέροχο κείμενο.!
    Το διάβασα απνευστί, σε οδηγεί σε σκέψεις, φως ψυχής, και σε μίαν ανώνυμη αναζήτηση..
    Συγχαρητήρια.!

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.