ΕΞΟΔΟΣ
Ένα πουλάκι που σπάει το τσόφλι να βγει απ’ το αυγό, μισοβγαίνει, κρατώντας ακόμα το ταβάνι πάνω απ’ το κεφάλι του, κοιτάει ερευνητικά τον κόσμο μπρος, δεξιά, αριστερά και πάλι πίσω, ξαναμπαίνει στο αυγό. Κάθε πρωί που ξυπνάει θέλει κι αυτή απελπισμένα να ξαναμπεί στο αυγό του ύπνου, ν’ αφήσει για αργότερα προγραμματισμούς και σχέδια.
Όμως σήμερα είναι μια μεγάλη σήμερα, είπε στον εαυτό της. Ήταν η πρεμιέρα της παράστασης που οι δυο της νύφες με μια κολεκτίβα νέων ετοίμαζαν εβδομάδες τώρα με πρόβες του σκοτωμού. Θα πέρναγε από το ανθοπωλείο να πάρει δυο ανθοδέσμες με τριαντάφυλλα, να υπογραμμίσει θριαμβευτικά τη σπουδαιότητα της μέρας .Διάλεξε κόκκινα τριαντάφυλλα για τη μια και υπόλευκα και ροζ για την άλλη.
Το βραδάκι ήρθε ο ένας γιος να την πάρει για το θέατρο, επιτέλους να πήγαιναν νωρίς, μήπως χρειαζόταν τίποτα λεπτομέρειες, ρυθμίσεις της τελευταίας στιγμής. Ήθελε να είναι χαρούμενη, στο ύψος της μέρας αλλά φιλονίκησαν για τη διάθεση κάποιων εισιτηρίων, από αμέλεια θα μπορούσε να υπάρξει πρόβλημα. Όμως όχι, όλα εντάξει. Ψιχάλιζε . Δεν πήγαν από τον περιφερειακό, αλλά διέσχισαν το κέντρο, όπως τους συμβούλεψε το σιμπιές. Έφτασαν γρήγορα στη Μονή Λαζαριστών, πάρκαραν και έμειναν να κουβεντιάζουν στην είσοδο με παλιές φίλες, χαρές παράπλευρες κι αυτές που δίνει μια έξοδος στην πόλη για θέατρο ή σινεμά. Ήταν πάλι χαρούμενη .Κόσμος έμπαινε σιγά σιγά, πηγαδάκια ατελείωτα και τέλος η παράσταση που άρχισε μονοκοπανιά, χωρίς διάλειμμα, τους τύλιξε στη γοητεία της, θα ήθελε να πει, αλλά όχι, ένιωθε μια συνεχή ενόχληση- πού ήταν ο ρυθμός ,οι συνειρμοί δεν εναλλάσσονταν, μια περισπούδαστη μεγαλοστομία μίκραινε το νόημα που πάσχιζε να αρθρωθεί . Υπέφερε. Ο θάνατος, τι ήταν ο θάνατος, πόσο συσχετίζονταν από την αρχαία Ελλάδα ακόμα ύπνος και θάνατος, τι σημαίνει ο θάνατος των γονιών μας τί σημαίνει ο θάνατος ο δικός μας, πόσο συνειδητά ζούμε, πόσο φοβόμαστε να ζήσουμε και να πεθάνουμε. Θα πήγαιναν για ένα ποτό μετά ή όχι. Μια παρέα από ξαδέρφια που τους πλησίασαν πριν μπουν στην αίθουσα με γέλια και πειράγματα τους είχαν καλέσει στο μπαράκι απέναντι για ένα ποτό. Να μην πήγαινε. Δεν έπινε, δεν κάπνιζε, δεν έτρωγε, αρνήθηκε. Εξάλλου δεν ήταν έτοιμη για μια ανοιχτή συζήτηση για την παράσταση. Αυτά σκεφτόταν καθώς εξελισσόταν το έργο με μουσικές και τραγούδια και πικρές διαπιστώσεις, και απελπισμένη προσμονή.
Έβλεπε, σύγκρινε, συσχέτιζε μέχρι το τέλος που ήρθε θριαμβευτικό. Ζητωκραυγές χαρούμενες, χαιρετισμοί, ξανά και ξανά. Λουλούδια. Φιλιά. Έξοδος. Πηγαδάκια. Φιλιά. Ενθουσιώδη σχόλια. Η βροχή είχε σταματήσει και όλοι κανόνιζαν πώς θα έφευγαν. Θα συναντιούνταν εξάλλου την άλλη εβδομάδα, και να δούμε πόσο θα έμεναν στην πόλη. Όσο υπήρχαν οι παραστάσεις, αλλά πόσο.