Τολμηρή ποιητική πρόταση
Ο Δημήτρης Οικονομίδης έχει πολλά ενδιαφέροντα: είναι ψυχίατρος, ψυχοθεραπευτής, έχει ασχοληθεί πολύ με το θέατρο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, έχει γράψει μια ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων (Ιστορίες ανάμεσα, εκδ. Τοπος, 2019). Η μεγάλη του αγάπη πάντως είναι η ποίηση και το βιογραφικό του κοσμούν ήδη τρεις ποιητικές συλλογές σε απόσταση η μια από την άλλη: Η πυξίδα που έδειχνε το Νότο (Γαβριηλίδης, 2002), Της μακρινής της θάλασσας είναι ζεστή η αγκάλη (Γαβριηλίδης, 2012) και η πλέον πρόσφατη, Ποίηση ΙΙΙ (Ενύπνιο, 2023).
Η τελευταία αυτή συλλογή του Οικονομίδη είναι η μικρότερη σε έκταση από τις τρεις. Απαρτίζεται από λιγοστά ολιγόστιχα ποιήματα μοιρασμένα σε τρεις ενότητες. Πρόκειται για ποιήματα πλούσια σε ιδέες, με υψηλή συμπύκνωση λόγου, εντυπωσιακή εκφραστική λιτότητα, ευφυή εικονοποιΐα, που δημιουργεί έξυπνες μεταφορές, ποιήματα εν συνόλω που λειτουργούν ως διανοητικά ερεθίσματα παρά τις έντονες συναισθηματικές εντάσεις που δημιουργούν. Γι’ αυτό, όταν ο προσεκτικός αναγνώστης ολοκληρώσει την ανάγνωση, έχει την αίσθηση ότι διάβασε μια πολύ μεγαλύτερης έκτασης ποιητική συλλογή. Και κάτι ακόμη: πρόκειται για ποιήματα με φυλετικό πρόσημο, το φύλο του δημιουργού είναι παρόν, λειτουργεί ως ένα από τα φίλτρα βίωσης και ανάλυσης του κόσμου και αποτελεί παράγοντα και κλειδί ερμηνείας της ποιητικής δημιουργίας. Κι αυτό για ένα ποιητή με εκπεφρασμένες δημόσια πολιτικές και κοινωνικές ευαισθησίες είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον.
Ο τίτλος της συλλογής παρουσιάζει σημειολογικό ενδιαφέρον: Ποίηση ΙΙΙ. «Ποίηση» και όχι «ποιήματα» που είναι αρκετά πιο συνηθισμένο. Ποίηση, δηλαδή η ίδια πράξη του ποιείν, μια παρέμβαση στη ροή του κόσμου, μια ανακατασκευή του κόσμου ως εσωτερικής περιπέτειας κι όχι ως γεγονότος, κατά το αριστοτελικό σχήμα, όπου η ποίηση είναι φιλοσοφικωτέρα της ιστορίας. Για τον Οικονομίδη η ποίηση είναι υπαρξιακή συνθήκη και πράξη ζωής. Όπως το λέει ο ίδιος σε ένα ποίημα, άτιτλο όπως άτιτλα είναι όλα τα ποιήματα της συλλογής,
Ποτέ
Καμιά λιακάδα άνοιξης
Κανένα απομεσήμερο λιοπυριού
Κανένας έρωτας
Κανείς πανηγυριώτικος χορός
Καμία επανάσταση
Καμία καταιγίδα
Κανείς θάνατος
Κανένας πόλεμος
Καμία ήττα
Δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι
Για να σταματήσει να γράφεται ποίηση
Τι σημαίνει όμως το αριθμητικό του τίτλου; Πως είναι η τρίτη συλλογή που εκδίδει; Θα μπορούσε, αλλά μάλλον κάπου αλλού θέλει να οδηγήσει την σκέψη μας ο ποιητής. Άλλωστε γιατί επιλέγει την λατινική αρίθμηση, όπου το «3» είναι τρεις παράλληλες κάθετες γραμμές; Θα μπορούσε επίσης να πει κανείς πως αναφέρεται στην τριμερή διαίρεση του έργου: Επίλογος, Λέξη, Γη μοναχή. Όμως είναι αρκετή αυτή η εξήγηση; Το 3 είναι ιερός αριθμός. Είναι το άθροισμα των δύο πρώτων ακεραίων και ο πρώτος από τους ακεραίους με αρχή, μέση και τέλος. Είναι ο αριθμός των βασικών διαστάσεων που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις μας. Παίζει ιδιαίτερο ρόλο σε αρχαίες θρησκείες και φιλοσοφικά συστήματα. Στον μυστικισμό συμβολίζει την γέννηση: 1 ο άντρας , 2 η γυναίκα και το άθροισμα 3 είναι το παιδί που προκύπτει από την ένωσή τους. Αυτό το τελευταίο μας κάνει να σκεφτούμε πως η ποιητική συλλογή ξεκινάει με το μέρος που ονομάζεται «Επίλογος», κάτι που ήδη προκαλεί το ξάφνιασμα του αναγνώστη αφού έτσι μοιάζει να ξεκινά από το τέλος. Το μέρος «Επίλογος» αποτελείται από ένα μόνο ποίημα.
Έν’ αγόρι μικρό τοσοδούλι
Στων γονιών το κρεβάτι απλώνει
Το κεφάλι στη μία και τα πόδια στην άλλη
γωνιά· και τα χέρια φτερά.
Είν’ ο κόσμος δικός του
Η ζωή, η χαρά,
η δροσιά και το γέλιο
Και τα άλλα παιδιά.
Παρατηρούμε το σχήμα: το παιδί δημιουργεί μια διαγώνιο στο γονεϊκό κρεβάτι, ενώνει τις δύο πλευρές, συνθέτει τους γονείς και αποκαλύπτει μια νέα αισιόδοξη πλευρά της ζωής που όμως έχει και μια λαίμαργη εγωιστική πλευρά: ως βασιλιάς του κόσμου του, απαιτεί να του ανήκουν και τα άλλα παιδιά του κόσμου τούτου. Αργότερα, όταν το παιδί μεγαλώσει, τότε δηλαδή που θα βαδίσει τον δικό του δρόμο, η διαγώνιος θα σταθεί ορθή ανάμεσα στις δύο άλλες παράλληλες, όπως στον αριθμό ΙΙΙ του λατινικού αριθμητικού συστήματος, που κάθε μονάδα στέκει διακριτή αλλά όλες μαζί συνθέτουν τον αριθμό.
Το δεύτερο μέρος τιτλοφορείται «Λέξη». Και έχει ένα ενδιαφέρον μότο: «στον Κρέοντα που τόλμησε και άλλαξε». Ο Οικονομίδης έχει ασχοληθεί πολύ με την Αντιγόνη, έχει μάλιστα δημοσιεύσει αρκετές σκέψεις του για την τραγωδία του Σοφοκλή. Μεγάλο μέρος των σκέψεων αυτών αφορά τον Κρέοντα στον οποίο δεν βλέπει μονοδιάστατα τον αυταρχικό τύραννο, αλλά τον πολιτικό που προσπαθεί να εφαρμόσει το νόμο της πόλης απέναντι στην Αντιγόνη, που επωμίζεται την ιερότητα του αίματος.
Η τραγωδία Αντιγόνη συμπυκνώνει το μεγάλο ερώτημα της αρχαίας φιλοσοφίας: την αντίθεση ανάμεσα στην φύσιν και τον νόμον, ανάμεσα στο δίκαιο των θεών και το δίκαιο της πόλης. Ο Κρέοντας παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον ως τραγικό πρόσωπο και ως πολιτική θέση. Εκπροσωπεί ένα ιστορικό προχώρημα, την ανάγκη της έλλογης οργάνωσης της πόλης, της σαφήνειας του πολιτικού νόμου που διατυπώνεται δημόσια και υπόκειται στην λαϊκή κριτική. Η είσοδός του συνοδεύεται από μια σειρά προγραμματικών δηλώσεων που συμπυκνώνουν θαυμάσια την ηθική του κυβερνήτη ως υπουργού, υπηρέτη δηλαδή των συμφερόντων της πόλης του, πάνω από τα οποία δεν μπαίνουν επ’ ουδενί ούτε αγαπητά πρόσωπα ούτε προσωπικά συμφέροντα. Παρουσιάζεται έτσι ως το είδος του πολιτικού που θα θέλαμε αλλά εκπίπτει στο τέλος σ’ αυτό που έχουμε. Ο Κρέοντας μετατρέπεται στο σύμβολο του πολιτικού που στα λόγια του, τα γεμάτα από την μακαριότητα του δέοντος, ενεδρεύει το φαρμάκι του πολιτικού ρεαλισμού και της απερίσκεπτης επίδειξης. Είναι, περιέργως και αυτός, παιδί του κόσμου της Αντιγόνης που όμως τον αρνείται και προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί, διατηρώντας ωστόσο στοιχεία του στην επιβολή του κανόνα –όχι στον ίδιο τον κανόνα. Και αυτό είναι το ζήτημα: το παλιό δεν έχει ανατραπεί, το νέο εκπροσωπείται από πολιτικούς του παλιού. Ο Κρέων χάνει το παιχνίδι όταν καλείται να εφαρμόσει τις αρχές του για την διακυβέρνηση. Γνωρίζει την σημασία του Κανόνα στην σύσταση μιας κοινότητας, μιας συλλογικότητας αλλά ο Κανόνας του ζητά να γκρεμίσει βίαια μια παράδοση αιώνων, χωρίς να έχει προετοιμάσει το έδαφος. Ξεχνώντας μια βασική θέση, που εκφράζεται συνετά από τον συντηρητικό Σόλωνα «όχι τον καλύτερο νόμο, αλλά αυτόν που αντέχει μια πόλη». Οι ριζικές αλλαγές απαιτούν διαφώτιση και διαπαιδαγώγηση σε ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης, τη δημιουργία νέου ανθρωπότυπου. Απαιτούν χρόνο και ελευθερία. Για να θυμηθούμε τον Καστοριάδη, μιλάμε για την καταδίκη του μόνος φρονείν, που δεν μπορεί φυσικά να πραγματώσει τη σύνθεση της πολλαπλότητας σε δημιουργική και αείποτε εξελισσόμενη ενότητα.
Η ποιητική ενότητα ωστόσο δεν εικονογραφεί το δράμα του Κρέοντα ούτε την τραγική του πτώση, αλλά την εμπρόθετη αλλαγή, την ανακάλυψη μιας άλλης πραγματικότητας με την οποία οφείλει κανείς να συνομιλήσει. Η έννοια που βρίσκεται κάτω από αυτή τη δεύτερη ενότητα είναι η διαλεκτική: η ζωή, η κοινωνία ακόμη και ο ψυχικός μας κόσμος είναι σε αείρροη αλλαγή και εμπεριέχουν αντιθέσεις, κάποτε συγκρουσιακές, μέσα από τις οποίες πραγματώνεται η κίνηση και η υπέρβαση.
Η τρίτη ενότητα ξεκινά με μια υπαινικτική παραπομπή από το κεφάλαιο 38 της Γενέσεως που αφορά την ιστορία του Αυνάν. Γιος του Ιούδα και εγγονός του Ιακώβ, κλήθηκε από τον πατέρα του να αντικαταστήσει τον νεκρό αδερφό του στην συζυγική του κλίνη για να αποκτήσει η Θαμάρ παιδί, το οποίο, κατά τον εβραϊκό νόμο δεν θεωρείται παιδί του αντραδελφού αλλά του νεκρού συζύγου και διατηρεί όλα τα κληρονομικά δικαιώματα. Ο Αυνάν επιθυμεί να κρατήσει τα πρωτοτόκια για τον εαυτό του ώστε να έχει όλη την περιουσία δική του και έτσι δεν ολοκληρώνει ποτέ ουσιαστικά τον αντραδελφικό γάμο. Στην ιστορία του έχουμε την πρώτη ίσως εκτεταμένη γραπτή μαρτυρία διακοπτόμενης συνουσίας: κάθε φορά που ξαπλώνει δίπλα στη Θαμάρ, αφήνει το σπέρμα του να τρέξει πάνω στη γη. Να πάει χαμένο για την ποθούμενη τεκνοποιϊα. Για την πονηριά του, λέει στη συνέχειά της η αφήγηση, ο Θεός τον σκότωσε.Ο όρος αυνανισμός πήρε άλλη σημασία στη ροή της ιστορίας και ο αυτοερωτισμός είναι για τις μονοθεϊστικές θρησκείες μια απαγορευμένη πράξη, μια αμαρτία, ακριβώς επειδή το σπέρμα πηγαίνει χαμένο, αφού η σεξουαλικότητα ταυτίζεται με την τεκνογονία (Γρηγόριος Νύσσης).
«Γη μοναχή» τιτλοφορείται αυτή ενότητα, τοπίο μοναξιάς, άνυδρο τοπίο, άγονο. Ο ποιητής θα μας εκπλήξει, όταν σιγά-σιγά συνειδητοποιήσουμε πως η ενότητα αυτή αφορά τον αυτοερωτισμό.
Νευρώδες ερπετό
Διστάζει σέρνοντας
Τις πορτοκαλόχρωμες φολίδες
Από τον αυχένα και πίσω
Ως τα νεύρα τα ιερά.
Με στριγκή ιαχή
Μοναχικού θριάμβου
Ο ουροβόρος στρατηλάτης
Ξαναπιάνει το ατέρμονο
Σούρσιμό του
Πάνω στην άνυδρη γη.
Εδώ έχουμε τη μεταφορά μιας αυνανιστικής φαντασίωσης, που, την ίδια στιγμή φανερώνει το οργάζον σώμα αλλά επίσης τονίζει και την μοναχικότητα της πράξης, τον πόνο της μοναξιάς. Ο ουροβόρος του ποιήματος θα εμφανιστεί κι άλλες φορές σε στίχους της ενότητας τονίζοντας πάντα το μοναχικό, την συναισθηματική αδυναμία, την έλλειψη της συναισθηματικής ολοκλήρωσης που προσδίδει στην ερωτική πράξη η πάλη με το άλλο σώμα.
Παρόλο που σ’ αυτην την ενότητα κατέθεσε ο Οικονομιδης την τολμηρότερη ποιητική του πρόταση θα μπορούσε κανείς να στοιχηματίσει ότι μια ανάστροφη ανάγνωση, από την τρίτη ενότητα στην πρώτη, δίνει την απάντηση του ποιητή στα αδιέξοδα: η δημιουργία, προσωποποιημένη στο παιδί, είναι η απάντηση στο έρεβος των καιρών.
Μαρώ Τριανταφύλλου