You are currently viewing ΚΑΡΙΝ ΜΠΟΓΙΕ (Karin Maria Boye, 26/10/1900-24/4/1941). Μια κορυφαία εκπρόσωπος της σουηδικής νεωτερικής ποίησης.

ΚΑΡΙΝ ΜΠΟΓΙΕ (Karin Maria Boye, 26/10/1900-24/4/1941). Μια κορυφαία εκπρόσωπος της σουηδικής νεωτερικής ποίησης.

                                             

 

                   «Δεν υπάρχει ευτυχία και δυστυχία

                    Υπάρχει μόνο ζωή και θάνατος.»

 

 

ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ

Κανένας ουρανός καλοκαιρινής νύχτας δεν εισχωρεί
απνευστί τόσο βαθιά στην αιωνιότητα,
καμία λίμνη, όταν απαλύνουν οι ομίχλες,
δεν αντικατοπτρίζει τέτοια γαλήνη
όπως αυτή τη στιγμή ―

που τα όρια της μοναξιάς αφανίζονται
και τα μάτια γίνονται διάφανα
και οι φωνές γίνονται απλές σαν τον άνεμο
και δεν υπάρχει τίποτε άλλο να κρύψεις.
Πώς μπορώ πλέον να φοβάμαι;
Ποτέ δεν θα σε χάσω

(σ. 64)

 

ΑΤΡΩΤΟΣ

 

Άτρωτος, άτρωτος
είναι αυτός που κατανοεί την αρχέγονη ρήση:
Δεν υπάρχει ευτυχία και δυστυχία.
Υπάρχει μόνο ζωή και θάνατος.

Κι όταν το έχεις μάθει και πάψεις να κυνηγάς τον άνεμο
και όταν το έχεις μάθει και πάψεις να φοβάσαι τη θύελλα
τότε έλα πίσω και μάθε μου ακόμη μια φορά:
Δεν υπάρχει ευτυχία και δυστυχία.
Υπάρχει μόνο ζωή και θάνατος.

Άρχισα να συλλαβίζω, όταν γεννήθηκε η επιθυμία μου,
και θα πάψω να συλλαβίζω, όταν η επιθυμία μου θα έχει πάψει.
Το μυστικό της αρχέγονης ρήσης
το αποκτούμε μέχρι τον θάνατο.
(σ. 69)

 

 

           Η Κάριν Μαρία Μπόγιε (Karin Maria Boye) γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου του 1900 στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας και πέθανε στις 24 Απριλίου του 1941, την νύχτα που ο χιτλερικός στρατός περνούσε τις Θερμοπύλες με στόχο την κατάληψη της Αθήνας και της χώρας. Ήταν σπουδαία ποιήτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια και δοκιμιογράφος. Κατατάσσεται στους κλασικούς της σουηδικής νεωτερικής ποίησης, ενώ η δημοφιλία της συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Οι γονείς της ο Φρίτζ και η Σίγκνε Μπόγιε προέρχονταν από εύπορες αστικές οικογένειες. Είχε δυο μικρότερους αδελφούς τον Σβεν και τον Ούλφ, και πέρασε τα παιδικά της χρόνια με άνεση και άριστες σχολικές επιδόσεις, γράφοντας παραμύθια και ιστορίες με φανταστικές μορφές.

Το 1909 η οικογένεια μετακόμισε στη Στοκχόλμη, όπου η Κάριν Μπόγε, φοίτησε στην Παιδαγωγική Ακαδημία. Μετά το 2021 έφυγε στην Ουψάλα για να σπουδάσει ελληνικά, σκανδιναβικές γλώσσες και ιστορία της λογοτεχνίας. Εκεί ανέπτυξε κοινωνικοπολιτική δράση πρωτοπορώντας στο γυναικείο ζήτημα, στις τέχνες και τα γράμματα. Ωστόσο λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας εγκατέλειψε την Ουψάλα διακόπτοντας τις σπουδές της και επέστρεψε στη Στοκχόλμη και αφού τις ολοκλήρωσε το 1928, εργάστηκε ως εκπαιδευτικός.

Το 1929 παντρεύτηκε με τον οικονομολόγο Λείφ Μπιερκ (Leif Björk 1907–2000), από τον οποίο πήρε διαζύγιο το 1932.

 

Σημαντικό ήταν και το δοκιμιακό και μεταφραστικό της έργο από τα αγγλικά, τα γερμανικά και την αρχαία ελληνική γραμματεία, όπως πχ ποιήματα του Αλκμάνα και της Σαπφώς.

Το 1922 εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της με τίτλο Σύννεφα (Moln), όπου εκφράζονται υπαρξιακές και ερωτικές ανησυχίες, αλλά και θέματα σχετικά με το θρησκευτικό συναίσθημα και την πίστη, καθώς και τη συγκρουσιακή της σχέση μ’ αυτά. Ως προς τη φόρμα αξιοσημείωτοι είναι οι ομοιοκατάληκτοι στίχοι της, ενώ εντυπωσιάζει ο ιδιαίτερος ρυθμός των ποιημάτων. Το ίδιο και στη δεύτερη ποιητική συλλογή της Κρυμμένη χώρα (Gömda land) το 1924, όπου συνέχισε να χρησιμοποιεί έμμετρη και ομοιοκατάληκτη φόρμα και όπου εκφράζεται μια διάθεση προτροπής για αγώνα και θυσία. Στο ίδιο στιλ και ύφος ακολούθησε η συλλογή Εστίες (Härdarna) το 1927.

Η μεγάλη ανατροπή επήλθε με την ποιητική συλλογή Για χάρη του δέντρου (För trädets skull, 1935), για την οποία εισέπραξε έντονα θετικές και έντονα αρνητικές κριτικές και με την οποία καθιερώθηκε ως κορυφαία εκπρόσωπος της σουηδικής νεωτερικής ποίησης. Της ασκήθηκε κριτική επειδή εγκατέλειψε την παραδοσιακή έμμετρη ποίηση και τον ομοιοκατάληκτο στίχο. Ωστόσο πολλοί κριτικοί, όπως ο Νιλς Σβάνμπεργk (Nils Svanberg) πχ, μίλησαν για μια μεγαλειώδη νεωτερική ποίηση ωριμότητας και ανανεωτικής φρεσκάδας, αυθεντική, ατόφια και πολύτιμη, μεγάλης σημασίας για τον μοντερνισμό στη Σουηδία, όπου κάποια ποιήματα μπορούν να καταταχθούν ανάμεσα στα πιο διαυγή και αυθεντικά σε όλη την νεότερη σουηδική ποίηση.

  Η τελευταία ποιητική συλλογή της Τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα (De sju dödssynderna och andra efterlämnade dikter,), από τα οποία πρόλαβε να γράψει μόνο για την οκνηρία, τη λαγνεία και την έπαρση, εκδόθηκε μετά το θάνατό της. Σ‘ αυτήν αναδύεται ένας απόηχος της προηγούμενης συλλογής, ενώ περιέχονται μερικά από τα πιο συγκινητικά ερωτικά ποιήματά της, καθώς και ποιήματα υπαρξιακού προβληματισμού και άγχους θανάτου.

Από τα πεζά της το σημαντικότερο είναι το  Κάλλοκέιν (Kallocain, 1940), το οποίο διαπνέεται από μια οργουολική ατμόσφαιρα και το οποίο μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.

Η Μπόγιε από νωρίς είχε ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες που οφείλονταν κυρίως στην αμφιξεξουαλικότητά της, οι οποίες κορυφώνονταν κατά καιρούς επιδρώντας στη ζωή και τις γραφές της. Τον Ιανουάριο του 1932 επισκέφτηκε το Βερολίνο, όπου έμεινε μέχρι τον Οκτώβρη. Εκεί ήρθε αντιμέτωπη με τον αναβρασμό του φασισμού που την συγκλόνισε. Επίσης εκεί μετά από συμπληρωματική ψυχανάλυση μπόρεσε να αποδεχθεί την ερωτική επιλογή της, να συνάψει ομόφυλη σχέση και να γνωρίσει την μετέπειτα σύντροφό της.

Πνεύμα ανατρεπτικό και ελεύθερο τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό βίο από το 1934 μέχρι τον θάνατό της συζούσε με την γερμανο- εβραία Μάργκοτ Χανέλ, μια εποχή που η ομοφυλοφιλία στη Σουηδία ήταν παράνομη. Βέβαια σε όλη τη ζωή της ήταν ερωτευμένη χωρίς ανταπόκριση με τη φίλη της Ανίτα Νατόρστ, την οποία επισκέφτηκε το διάστημα λίγο πριν την αυτοχειρία στην πόλη Άλινγσός για να τη φροντίζει επειδή ήταν βαριά άρρωστη. Σύμφωνα με την Αλμπένιους, φίλη και βιογράφο της, η απόφαση της αυτοχειρίας της Μπόγιε μπορεί να είχε ως αφορμή την ψυχική αναταραχή που της προκάλεσε η αγωνία για την ενδεχόμενη απώλειά της αγαπημένης της. Παλιότερα η Μπόγιε είχε κάνει κι άλλες απόπειρες αυτοχειρίας. Όμως εκείνη τη νύχτα μεταξύ 23 και 24 Απριλίου, μες στην ερημιά και στο βαρύ κρύο δεν υπήρχε κανείς γύρω της να τη βοηθήσει. Την αναζητούσαν στο ραδιόφωνο και τελικά βρέθηκε στις 27 Απριλίου παγωμένη έξω από την Αλιγκσός, κουλουριασμένη σε εμβρυϊκή στάση.

Ο ποιητής Γιάλμαρ Κούλμπεργκ συγκλονισμένος από τον αναπάντεχο χαμό της Μπόγιε και την επικυριαρχία του φασισμού στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, όντας κι αυτός λάτρης του αρχαιοελληνικού πνεύματος, έγραψε το συγκλονιστικό επικήδειο ποίημα «Νεκρή Αμαζόνα» για να τιμήσει την νεαρή ομότεχνη και να αρθρώσει αντιφασιστική και αντιπολεμική κραυγή, εστιάζοντας στον τόπο όπου οι Σπαρτιάτες είχαν πολεμήσει για την ελευθερία.

 

          Η Κάριν Μπόγιε λάτρευε τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Από παιδί τη γοήτευαν οι μυθικοί ήρωες και οι αρχαίοι θεοί.  Λόγω της αρχαιολατρίας της και επηρεασμένη από τον Νίτσε, τον οποίο λάτρευε επίσης, έγραψε το 1921 το διθυραμβικό ποίημα  «Προς την Ελλάδα (Till Hellas)». Ιδιαίτερη ήταν η αδυναμία της για τη Σπάρτη, είχε δηλώσει: «Η Σπάρτη μού ασκούσε πάντα μια μυστηριώδη γοητεία», ενώ ζούσε με κάτι που το ονόμαζε όνειρο για την Ελλάδα.

Το  καλοκαίρι του 1938 με υποτροφία από τη Σουηδική Ακαδημία, ταξίδεψε στην Ελλάδα, όπου το όνειρο ήρθε αντιμέτωπο με την ελληνική πραγματικότητα. Στην Αθήνα γοητεύτηκε από την Ακρόπολη και τα Μουσεία. Επισκέφτηκε τη Μύκονο, τη Δήλο, το Ηράκλειο, την Ολυμπία και πολλά άλλα μέρη. Η ταραγμένη ψυχή της γαλήνεψε αισθητά, συνεπαρμένη από την άδολη εγγύτητα των απλών ανθρώπων στην Κρήτη. Τα βιώματα και οι εντυπώσεις της από την Ελλάδα και τους Έλληνες επηρέασαν τις γραφές της και καταγράφηκαν στο «Ημερολόγιο ταξιδιού στην Ελλάδα. Από το Βερολίνο του Χίτλερ στην Ολυμπία του Απόλλωνα» (1994).

 

Στα ελληνικά, αρχικά μεταφράστηκαν τέσσερα ποιήματα της από την Μαργαρίτα Μέλμπεργκ στο βιβλίο «Σύγχρονη σουηδική ποίηση Είκοσι ποιητές του εικοστού αιώνα», (1994). Επίσης ο Πάνος Καραγιώργος ενέταξε οκτώ μεταφρασμένα ποιήματά της στο βιβλίο «Σουηδική ποίηση Ανθολογία», (2018).

          Προσωπικά είχα συμπεριλάβει πέντε ποιήματα της Μπόγιε στο δίγλωσσο βιβλίο «Δέρμα από πεταλούδες Επιλογές σουηδικής ποίησης», (2018), που το είχαμε παρουσιάσει στο φιλόξενο χώρο του Σουηδικού Ινστιτούτου.

          Ο τίτλος του βιβλίου «Στον πυθμένα των πραγμάτων» αποτελεί τίτλο ποιήματος από την τελευταία ποιητική συλλογή. Η ανθολόγηση ανοίγει με το προαναφερόμενο ποίημα «Προς την Ελλάδα» λόγω της επιθυμίας μου να δοθεί έμφαση στην λατρεία της ποιήτριας προς τον τόπο μας και τον πολιτισμό μας. Το κυρίως σώμα των μεταφρασμάτων αποτελείται από πενήντα ποιήματα από όλες τις ποιητικές συλλογές της. Η επιλογή δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση και σίγουρα κάποια εμπνευσμένα ποιήματα έμειναν εκτός.                   

          Ομολογώ ότι έχω ιδιαίτερη αδυναμία στην ποίηση της Μπόγιε. Μπορεί να έχει σχέση καί με την επαγγελματική μου ιδιότητα της ψυχολόγου. Με προκαλεί δέος η υπαρξιακή αγωνία της ποιήτριας και το μεταφυσικό και υπαρξιακό δίπολο που χαρακτηρίζει το έργο της και διαχέεται έντονα στην ποίησή της. Βεβαίως η ποίηση της Μπόγιε αφορά επίσης σε βαθιά ερωτική ποίηση, σε ποίηση στοχασμών και ιδεών, όπου επίσης καταθέτει βαθύ κοινωνικό προβληματισμό. Κυρίαρχα στοιχεία ωστόσο αποτελούν η ανθρώπινη αγωνία και οι εσωτερικές συγκρούσεις, η πνευματικότητα και η μεταφυσική αναζήτηση με μια πανθεϊστική θέαση που αναδύεται στην ποίησή της σε μια αέναη διαμάχη του φωτός και του σκότους, της ζωής και του θανάτου, τα οποία εκφράζονται με έναν αριστουργηματικό τρόπο. Πρόκειται για ενορατική και διορατική ποίηση όπου το ποιητικό υποκείμενο υπό το πρίσμα ψυχαναλυτικών θεωρήσεων και πνευματικών θεάσεων καταβυθίζεται στα άδυτα του ψυχισμού απ’ όπου συλλέγει και μας χαρίζει μαργαριτάρια.

 

          Έχω την αίσθηση ότι η άποψη του κριτικού Έρικ Μπλούμπεργκ (Erik Blomberg) ο οποίος αντιλαμβάνεται την ποιήτρια ως ένα ανήσυχο πνεύμα, σε αναζήτηση συμφιλίωσης που ρίχνεται ανάμεσα σε δυο πόλους, ουράνιου και γήινου δίχως να βρίσκει πουθενά γαλήνη, απεικονίζει με τον καλύτερο τρόπο την υπαρξιακή και δημιουργική αγωνία της ποιήτριας, όπως και η άποψη της Αμπένιους ότι «Μόνο με τη γλώσσα της ποίησης πέρα από τη λογική μπορούσε η Κάριν Μπόγιε να εκφράσει αυτό που ήθελε, αυτό που έβλεπε κι αυτό που στόχευε».

Η ίδια θεωρεί ότι η γλώσσα πέρα από την λογική φανερώνει αλλά και καλύπτει και ότι το προσωπικό στο ποιητικό υποκείμενο ανυψώνεται σε μια υπερ-προσωπική σφαίρα (Margit Abenious, 1965).

          Επέλεξα να κλείσω την ανθολόγηση με το ποίημα «Νεκρή Αμαζόνα» του σπουδαίου Σουηδού ποιητή και Ακαδημαϊκού, Γιάλμαρ Κούλμπεργκ, επειδή σ’ αυτό το ποίημα τιμάται η ιστορία και ο πολιτισμός μας, τα πανανθρώπινα ιδεώδη για ελευθερία, μαζί με την ίδια την Κάριν Μπόγε, την οποία  παρομοίαζαν με τη θεά Άρτεμη, όπως αναφέρει η Αμπένιους και όπως τιτλοφόρησε κριτικό άρθρο του για το βιβλίο μας ο Γρηγόρης Μπέκος στο Βήμα της Κυριακής, αποκαλώντας την  “Η Άρτεμη των Σουηδικών γραμμάτων”

 

 

 

Κάριν Μπόγιε «Στον πυθμένα των πραγμάτων», Ανθολόγηση, Μετάφραση Εισαγωγή: Δέσποινα Καϊτατζή Χουλιούμη, εκδόσεις Εντευκτηρίου

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.