You are currently viewing Ηλίας Κεφάλας: Παυλίνα Παμπούδη, «Ποιήματα 1971 -1993», σσ. 176, Κέδρος, Αθήνα 2002.

Ηλίας Κεφάλας: Παυλίνα Παμπούδη, «Ποιήματα 1971 -1993», σσ. 176, Κέδρος, Αθήνα 2002.

Ο τόμος περιλαμβάνει τα ποιήματα έξι συλλογών που εκδόθηκαν από το 1971 έως και το 1993. Πρόκειται δηλαδή για έναν αμητό 124 ποιημάτων, που αρχίζουν από εκείνα της δεύτερης κατά σειρά εκδοθείσης ποιητικής συλλογής μέχρι και εκείνα της ενάτης, ενώ αφήνονται εκτός συγκέντρωσης η πρώτη («Ειρηνικά», 1964), η έκτη («Μαύρο του πράσινου», 1984), η έβδομη («Ο Ένοικος», 1989) και οι δύο τελευταίες («Ο λεπτουργός» 1997 και «Το μαύρο άλμπουμ», 1999). Δεν γνωρίζουμε τα κριτήρια της επιλογής αυτής και τους λόγους για τους οποίους έμειναν εκτός του σώματος του βιβλίου αυτού τουλάχιστον τα προγενέστερα του 1993 έργα. Προφανώς τα προτιμηθέντα ποιήματα να σχηματίζουν κατά τρόπο εναργέστερο τη θεματική ενότητα που έχει κατά νου της η ποιήτρια. Δεν θέλουμε να πιστεύουμε ότι υπάρχουν λόγοι ακύρωσης ή απόρριψης των άλλων προσπαθειών.
Στις έξι τελικώς συγκεντρωθείσες ποιητικές συλλογές ο αναγνώστης παρακολουθεί την πορεία μιας δημιουργού που διακονεί κατά τον πιο αποδοτικό τρόπο τη λειτουργία μιας εσωτερικής γραφής, εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες που προσφέρει η άριστη γνώση της γλώσσας και η ευκολία στην ανάπτυξη ενός αιχμηρού και σαρκαστικού μονολόγου.
Η Παυλίνα Παμπούδη, κοιτάζοντας εν συνόλω τα ποιήματά της πια και όχι κατά συλλογή, συλλαμβάνει και αποδίδει εξ αρχής μια ποίηση με μετρημένη αφαίρεση. Η ανάπτυξη της ποίησης αυτής γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνονται όλα τα ελλείποντα σαν μια φαντασιακή πλησμονή πάνω στο σηματοδοτούμενο γεγονός. Η κομμένη γλώσσα, ενώ μετεωρίζεται πάνω στη φαινομενική αμηχανία και την αμφιβολία της αίσθησης, οδηγεί ταχέως στις διάφορες αποτροπές και αρνήσεις του βίου, επιτυγχάνοντας έτσι το οδυνηρό της αμφισημίας και το δραματικό της πολυσημίας. Με το γλωσσικό αυτό άνοιγμα το ποίημα εγκολπώνεται όλες τις επιπρόσθετες εκδοχές των πραγμάτων. Παράλληλα, το γεγονός αυτό δεν ακυρώνει την αυτόνομη παρουσία του δημιουργού, ούτε απαλείφει την ρηξικέλευθα εκφρασμένη άποψή του, ειδικά τις στιγμές που επιστρέφει γεγυμνωμένος από μυστικά στον εαυτό του και κατακυρώνει όλες τις φοβίες και μελαγχολίες του πάνω στην κρίσιμη συνειδητότητα της υπαρξιακής μοναξιάς.
Η επιτυχία ενός ποιητή συνήθως κρίνεται από τον τρόπο εισδοχής του μέσα στο σώμα της γραφής και από την εν γένει αλήθεια του εγχειρήματος αυτού. Στην περίπτωση της Παμπούδη έχει σημασία ο σωματικός τρόπος με τον οποία γίνεται η επαφή της με τη γραφή. Η ποιήτρια ταυτίζεται με το δημιούργημα και οι λέξεις, βγαλμένες μέσα από τη ζεστασιά της σάρκας, γίνονται σπονδή στο στερέωμα της έκφρασης. Η γραφή, υποφώσκοντας τη φιλοδοξία ονομασίας των πραγμάτων του περιβάλλοντος κόσμου και έχοντας ως σκοπό την εξημέρωση και οικείωση των πλησίστιων στοιχείων του, επιφέρει ταυτόχρονα και την ενσωμάτωση του δημιουργού, τον οποίο απορροφά με τη διαδικασία της.
Έζησα τις ιώδεις εντυπώσεις
Απ’ το θρυμμάτισμα φιαλιδίων
Φίλτρων και αρωμάτων.
Έσυρα τα μαλλιά μου μέχρι
Την πρώτη παράγραφο.
Οι λέξεις, αυτό το πρώτιστο μεταπρατικό υλικό της ποίησης, νοηματοδοτούν όχι μόνο με τις σημασίες τους τη λειτουργία του ποιήματος, αλλά και με τις ηχητικές τους διαστάσεις και αποχρώσεις. Η λέξη μέσα στην ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη αποβαίνει συχνά ένα οξύ ευφώνημα της καθημερινότητας, ανέρχεται ως απόηχος της μοναξιασμένης ζωής, η οποία δεν σταματά ποτέ να επαναλαμβάνει με διαδοχικούς κυματισμούς τη μονοτονία της. Οι μουσικές νότες που κρύβονται μέσα στις λέξεις, οι αποσπασματικοί φθόγγοι, οι αμήχανες διακοπές, οι συνθέσεις, προκαλούν τις απρόοπτες συνηχήσεις ή ακόμα και τις καθοριστικές αναλύσεις σε λυγμούς και αναστροφές της χρονικότητας των γεγονότων. Καταδεικνύουν έτσι αυτήν την προϊούσα κάθοδο της φθοράς και της διάλυσης στα ύφαλα της ύπαρξης, την οποία η παροντική σκέψη σπανίως προλαβαίνει. Το ποίημα ισοδυναμεί πάντα με έναν λυγμικό κώδικα προς αποκρυπτογράφηση, αφού μελλοντολογεί με βάση την ανάμνηση και τη βίωση του παρόντος.
Ωστόσο το ποίημα είναι πάνω απ’ όλα ένα πραγματικό παραμύθι, αφού επεξεργάζεται παραμυθητικά την πραγματικότητα. Τόσο διατρέχοντας και χαρτογραφώντας το χώρο της εξαγκίστρωσής του («…τη μισοφαγωμένη πόλη», «το συρτάρι», «τη στοά», «την κρύπτη», «τα παράθυρα»), όσο και εξεικονίζοντας την προέκτασή του μέσα στο παράλογο και το φαντασιακό. Το ποίημα καταδεικνύει σε κάθε στιγμή με τον πιο σαφή τρόπο αυτό που όντως και κατά βάθος είμαστε. Το ποίημα είναι αποκαλυπτικό ενός αθέατου βυθού που αναπλάθουμε συνεχώς μέσα μας. Η Παμπούδη το δηλώνει απερίφραστα στη λαμπρή της συλλογή «Αυτός εγώ» (1977): «υπονοώ περισσότερα απ’ όσα μπορώ να φανταστώ: γράφω». Αυτή η υπερχείλιση του νοήματος μέσα από την τιθασευμένη γραφή επισημαίνει την καταπόνηση της σκέψης με όλους τους ορισμούς που μας διέπουν, αλλά και τις σύνολες προσπάθειες αυτογνωσίας, αυτοσαρκασμού και αυτοκριτικής. Παίζοντας με τις λέξεις και λειτουργώντας μαζί τους η Παμπούδη απεκδύεται κάθε γλωσσοκεντρική παραλειτουργία της γραφής, προκαλώντας ένα βαθύ και γνήσιο ταραγμό στη σκέψη. Διασπά το ταυτόν σε έτερον, εξέρχεται του εγκλείστου συνειδησιακού φάσματος και προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί με τα υπαρκτικά ερωτήματα: «αυτός το…;», «αυτός ο…;», «αυτός η …;», αυτός, ποιος επιτέλους; Εγώ, τι;
Η ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη απηχεί τις απόψεις για ένα αφιλόξενο και ανοίκειο κόσμο, που εχθρεύεται κυρίως αυτούς που βιώνουν την ασημαντότητα και τη ματαιότητά του. Η αισθητική δυσαρμονία γίνεται το σημείο τριβής με τους συγκατοικητές των εγκάτων του. Η σύγχυση περί του τι εσμέν και του τι εστί τροφοδοτεί τις κάθε είδους αναφλέξεις της τυχαιότητας και της απροσδιοριστίας της ύπαρξης. Ο άνθρωπος είναι το έρμαιο της κάθε εγκατάλειψης. Η κοινωνία του θύμα της αμορφίας. Το μέλλον του απόληξη των καταστρεπτικών αιτιατών. Η ελπίδα του θύμα αιώνιο στην αντίστιξη του θανάτου.
Το θα του θανάτου
Θάλλει στο φως
Καθώς
Ένα χι
Από ψυχή
Βήχει
Απαρηγόρητα.
Ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν πρόσφυγα του χρόνου που περιφέρεται μέσα σε ένα θνησιγενές ημερολόγιο. Η ζωή του είναι μια μακρόσυρτη εκφορά θανάτου. Αλλά η γραφή δίνει πάντα στο δημιουργό (και η εν γένει τέχνη, η καλλιεπής αντιμετώπιση του ζην στον άνθρωπο) τη σανίδα σωτηρίας, την πρόσκαιρη αναλαμπή της παραγωγικής χαράς. Ο διαβήτης της γραφίδας αιματοδοτεί τους περίκλειστους κύκλους της μοναξιάς. Η κοφτερή αιχμή της στίξης, το αυξομειούμενο συγκινησιακά περιβάλλον της τελείας, μαρτυρά την ολοκλήρωση μιας υποστηρικτικής της ζωής διαδικασίας. Και κυρίως η αισθητική διεκπεραίωση μιας πρότασης πνευματικής απεικόνισης του βιοτικού κύκλου επιφέρει την αντοχή για το κτίσιμο του διαρκούς παρόντος και την αποτροπή κάθε υποχώρησης.
Αν με ζητήσει κανένας άλλος διάβολος
Θα είμαι εδώ γύρω. Στο μολύβι μου.
Η ποίηση της Παυλίνας Παμπούδη είναι μια ανασκαφή, αλλά και ένα λάξευμα του εσωτερικού μας προσώπου. Αγωνίες, φοβίες, ασκήσεις ισορροπίας, δοκιμές διαδρομών από το ορατό στο αόρατο, ανασύρσεις εικόνων από την παγιδευμένη μνήμη, απρόοπτες υπό-συνειδησιακές ανακαλύψεις και γλωσσικές φαρμακείες έρχονται να φωτίσουν τη συνέχεια σε μια φαινομενική ροή ασυνεχείας και να καταδείξουν την καθημερινότητα σε όλη την πτωτική της διασάλευση. Τα ποιήματά της γίνονται τα σκαλιά μιας ατέρμονης κλίμακας, για την οποία δεν μπορείς να πεις ποτέ με σιγουριά αν οδηγεί προς τα κάτω ή προς τα πάνω.
ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
Πρώτη δημοσίευση: «Η ΑΥΓΗ» Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2004

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.