You are currently viewing Μαρία Δριμή: Μαρία Στασινοπούλου: «Του καιρού που επιμένει». Εκδόσεις Κίχλη

Μαρία Δριμή: Μαρία Στασινοπούλου: «Του καιρού που επιμένει». Εκδόσεις Κίχλη

Η Μαρία Στασινοπούλου είναι μια ιδιαίτερη μορφή στα ελληνικά γράμματα. Πέρα από τη μακρά θητεία της στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το σημαντικό συγγραφικό της έργο στη μελέτη και κριτική της νεοελληνικής λογοτεχνίας, έχει το δικό της λογοτεχνικό στίγμα, όπως αυτό αποτυπώνεται τόσο στα τρία προηγούμενα βιβλία της με μικρής έκτασης πεζά κείμενα (Κυρία με θυμάστε; -2010, Χαμηλή βλάστηση-2018, Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο-2021) όσο και στο πιο πρόσφατο Του καιρού που επιμένει-2024, όλα από τις εκδόσεις Κίχλη.

Όταν κανείς διαβάζει κάποιο από τα βιβλία της Στασινοπούλου, τον διακατέχει μια αίσθηση μεταμόρφωσης, σαν να έχει ξαφνικά αλλάξει,  από τον αφοσιωμένο αναγνώστη που καθόταν βιδωμένος στην πολυθρόνα του καταβροχθίζοντας σελίδες λογοτεχνίας σε ένα έντομο με ανάλαφρο πέταγμα, μια πεταλούδα που υπερίπταται του κόσμου μας παρατηρώντας τον εξεταστικά, και προσγειώνεται σε ανύποπτο χρόνο πότε εδώ και πότε εκεί, τρυγώντας γύρη από τις πολύχρωμες ζωές των ανθρώπων.

Στην πρόσφατη συλλογή Του καιρού που επιμένει  (Κίχλη 2024), η ίδια η συγγραφέας χαρακτηρίζει τα κείμενά της «Μικρά και μεγάλα πεζά», κατ’ αντιστοιχία με το «Θάμνοι, πόες και μπονζάι», όπως επιγράφονταν στη Χαμηλή βλάστηση. Η Στασινοπούλου είναι ένας συστηματικός παρατηρητής του μικρού, του ελάσσονος. Ακόμα και τα «μεγάλα πεζά» του πρόσφατου βιβλίου της δεν ξεπερνούν σε έκταση τις 4-5 σελίδες. Οι ιστορίες της δεν είναι καν ιστορίες, μοιάζουν περισσότερο με στιγμιότυπα, με σπαράγματα περασμένων καιρών αποθησαυρισμένα με διάθεση άλλοτε νοσταλγική και άλλοτε μεταφυσική. Η συγγραφέας ξεδιαλέγει λεπτές φέτες ζωής, τις στραγγίζει από καθετί περιττό, αποδελτιώνει φράσεις, χειρονομίες, πρόσωπα και τα παραθέτει στον αναγνώστη καθαρά, τακτοποιημένα και με αποστασιοποιημένη διαύγεια. Διακρίνεται μια υποδόρια, θυμόσοφη ειρωνεία που σε κάποιες ιστορίες μεταλλάσσεται σε ανυπόκριτο χιούμορ.

Η Στασινοπούλου έλκει την έμπνευσή της από την καθημερινότητα. Οι σκηνές και τα πρόσωπα είναι απόλυτα οικεία στον αναγνώστη, σαν να πρόκειται για δικές του αναμνήσεις: ένας ηλικιωμένος ζητιάνος, δυο ογδοντάρες φίλες, μια χήρα που πίνει το καφεδάκι της στο μνήμα του άντρα της, μια μοναχική γυναίκα που φοβάται ότι παθαίνει εγκεφαλικό, ένας μεθυσμένος στο τρόλεϊ. Υπάρχουν και κείμενα που αγγίζουν πιο επίκαιρα θέματα και γεγονότα, όπως την πανδημία του κορονοϊού ή το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών. Η συγγραφέας προσεγγίζει τις ιστορίες ψύχραιμα, αποστασιοποιημένα και υπαινικτικά, με γλώσσα απέριττη που ανατέμνει σαν νυστέρι τις περιστάσεις, συνθέτοντας και αποδομώντας τις ταυτόχρονα.

Το μεγάλο τραπέζι της λογοτεχνίας φιλοξενεί μια απέραντη ποικιλία εδεσμάτων, άλλα λιπαρά και χορταστικά, άλλα ντελικάτα και εξωτικά, άλλα ωφέλιμα και υγιεινά. Ανάμεσά τους τα κείμενα της Μαρίας Στασινοπούλου είναι σαν μικρά εκλεκτά επιδόρπια που έρχονται να γλυκάνουν τον ουρανίσκο αφήνοντας την απαλή τους γεύση στους κάλυκες της γλώσσας. Και σε αυτό το βιβλίο όλες οι ιστορίες αποπνέουν βαθιά αγάπη για τα μικρά ανθρώπινα, κατασταλαγμένη σοφία και γλωσσική καθαρότητα, αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά της συγγραφέα και του καιρού που επιμένει.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.