You are currently viewing Θανάσης Τριανταφύλλου: δυο ποιήματα

Θανάσης Τριανταφύλλου: δυο ποιήματα

Θανάσης ΤριανταφύλλουΔυο ποιήματα

 

Time present and time past

Are both perhaps present in time future

And time future contained in time past.

T.S. ELIOT, Four Quarters, Burnt Norton.

 

 

 

Πετρωμένα χνάρια

 

 

Ο χρόνος πέτρα

Ανεξίτηλα άφησε χνάρια

Ξεχασμένα φύλλα

Ξερά στη γαλήνη

Έπεσαν για λίγο ύπνο

Κι έμειναν στη σιωπή για πάντα

Εκεί κλεισμένα

 

Υπομονετικοί εργάτες σκάβουν

Μαζεύουν οστά τους

Αποτυπώματα μίσχων και φτέρης

Πού και πού και άλλα όστρακα

Και πεταλίδες

Τα βάζουν προσεκτικά σε προθήκες γυάλινες

Σα να φροντίζουν  κόκαλα

Ιερά γονιών

Ασπρισμένα καύκαλα παππούληδων

Αμίλητοι στο δάκρυ

 

Πιάτο γεμάτο πρόσφορο

Βραστό στάρι, ζάχαρη άχνη

Δίπλα οι μνήμες ανάβουν  κεριά

Ευλαβικά στα γόνατα σκύβουν

 

Τα φύλλα απολιθωμένα μωρά κοιμούνται γαλήνια

Σε πέτρινες κούνιες, κρεβατάκια

Οπλές αλόγων στην πέτρα

Άφησε άρμα αιώνων

Αγκομαχώντας στο βάρος των καιρών

 

Τραβούν τα βλέμματα

Λιβάνι κι αρώματα απλώνονται γύρω

 

Τα φύλλα πετρωμένα στήνουν αυτί

Απολιθώματα

Ακούν τα δικά μας μηνύματα και του ψίθυρους

Της στιγμής

Χαίρονται κρυφά

Δάχτυλα χαϊδεύουν φλέβες της πέτρας

Ανατριχιάζει το δέρμα της.

 

(Λάρισα, Οκτώβρης 2016)

 

 

 

Μεταμόρφωση

 

Χαμένος στο μετρό, Franz,

βαγόνι τρίτο.

Πλήθος αγνώστων.

 

Αυτός απέναντι επίμονα σε κοιτάζει.

Του κάνει εντύπωση το παγωμένο βλέμμα σου, μάλλον.

Ο συρμός αθόρυβα συνεχίζει.

Πλήθος αμείωτο.

Μπαίνουν και βγαίνουν ασταμάτητα.

 

Αυτός απέναντι επίμονα συνεχίζει να σε κοιτάζει.

Του κάνει εντύπωση

Η επιμελημένη  σου χωρίστρα

Στο στενό σου πρόσωπο ετούτο το τσουλούφι στο μέτωπο.

Ίσως κι η μύτη σου. Ποιος ξέρει:

Δεν φαίνεται να  σ΄ απασχολεί η επίμονη αδιακρισία του

Ας κάνει όποιες σκέψεις θέλει.

Σε χώρα ελεύθερη ζούμε.

Περνούν οι σταθμοί ένας μετά τον άλλο

Κεχριμπαρένιες χάντρες κομπολογιού.

Ξεχάστηκες

Έφυγες από τον αρχικό προορισμό.

Δεν έχεις άλλη επιλογή

Γυμνή κατσαρίδα βγαλμένη από ύποπτες υδρορροές

Κουρνιάζεις στη θέση σου και συνεχίζεις.

Ο συρμός κάπου θα βγάλει.

 

Αυτός απέναντι επίμονα σε κοιτάζει.

Του κάνει εντύπωση  το αβέβαιο  ζωγραφισμένο

Στην όψη σου

ίσως  κι ο χοντρός κόμπος στη ριγέ σου γραβάτα.

 

Ο συρμός έφτασε στο τέρμα

Σίγουρα  κάτι τον απασχολεί με σένα.

Σε κοιτάζει συνέχεια επίμονα

Ίσως  τα χοντρό καφέ παλτό σου

Τριμμένο στις άκρες των μανικιών.

 

Στο τέρμα κατεβαίνεις.

Κατεβαίνει κι αυτός  μετά από σένα.

Βγάζεις αναστεναγμό.

Επιτέλους ξεγαντζώνεσαι από το επίμονο βλέμμα του.

Τρέχεις στον γκισέ να βγάλεις νέο εισιτήριο

Η επιστροφή το απαιτεί.

 

Στην ίδια αποβάθρα το μάτι σου πέφτει στον  επίμονο συνταξιδιώτη σου.

Περιμένει κι αυτός τον επόμενο συρμό

της επιστροφής.

 

Δεν γλύτωσες από το βλέμμα του στον ερχομό

Όπως ευχόσουν.

Τώρα, το πήρες απόφαση.

Θα καρφώσεις το δικό σου επίμονο βλέμμα  στη δική του παρουσία.

Στον δικό του άτσαλο χοντρό κόμπο της γραβάτας του

Στα δικά του τριμμένα μανίκια και

στα σκονισμένα του χοντρά παπούτσια.

 

Η τέλεια αδιάκριτη αντιστροφή των ρόλων.

Η απροσδόκητη μεταμόρφωση!

Αυτός θα γίνει κατσαρίδα κι εσύ ο σκοτεινός οιωνοσκόπος

Ο τιμωρός.

 

 

(Μαρούσι, Οκτώβρης του 2015)

 

 

(Σημείωση:  Και τα δύο ποιήματα από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή μου ΕΝΤΟΣ ΑΠΡΟΟΠΤΩΝ γραμμένα σε δυο διαδοχικούς Οκτώβρηδες)

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.