Πάντα έλεγα ότι η μητέρα μου ήταν μια γυναίκα σιωπηλή. Ήταν κάτι που θεωρούσα ότι είναι οικογενειακό χαρακτηριστικό, ένας ψυχισμός δίκοπο μαχαίρι. Μάλλον δύσκολος για ένα παιδί. Που γίνεται ο ενήλικας κληρονόμος της βιωμένης αυτής πραγματικότητας.
Την περασμένη Πέμπτη 17 Οκτωβρίου, σε μια κατάμεστη αίθουσα στο Μέγαρο Μουσικής, παρουσιάστηκε το βιβλίο του Λεωνίδα Ντιλτσισιάν, ΑΡΜΕΝΙΟΙ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ. Από τον «διωγμό» στην «αναγνώριση» (1945‒1991) (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2024).
Η παρουσίαση αυτή αποτελεί σταθμό στη ζωή μου. Γιατί η Ιστορία δεν είναι μόνο γεγονότα, χρονολογίες, πολιτικές τακτικές. Η Ιστορία πιάνει τον μίτο της δικής μας ζωής, υφαίνει τη δική μας ιστορία. Ρίχνει φως σε σκοτεινές γωνιές, με κομμάτια της ζωής που άφησες παράμερα ίσως επειδή δεν υποψιαζόσουν πόσο σημαντικά είναι, ίσως επειδή ένιωθες ότι για να προχωρήσεις μπρος ήταν προτιμότερο να μην κοιτάζεις πίσω. Και έρχεται η ώρα να μάθεις τη δική σου ιστορία, να κατανοήσεις το πώς και το γιατί.
Δεν ήταν πάντα λοιπόν αδέρφια οι Έλληνες με τους Αρμένιους; Είναι δυνατόν, αφού και τα δύο έθνη διώχθηκαν, σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους να μην ενώνονται από δεσμούς φιλίας; Και όμως είναι! Οι περισσότεροι από εμάς, ακόμα και εμείς της 2ης γενιάς, πόσο μάλλον οι Έλληνες που ανυποψίαστοι πίστεψαν στον μύθο της φιλίας των δύο εθνοτήτων, μένουμε κατάπληκτοι μπροστά στην αποκάλυψη της πολιτικής που ακολούθησε η χώρα μας, των άγριων και δόλιων μεθόδων, των διωγμών, των απελάσεων, των εμποδίων που το Ελληνικό κράτος, ειδικά κατά τους Μεταξικούς χρόνους, έβαζε στην εκπαίδευση επιτρέποντας τη διδασκαλία της αρμενικής γλώσσας και του πολιτισμού μόνο για ελάχιστες ώρες την εβδομάδα σαν “ξένη γλώσσα” (!!!), των κλειστών σχολείων επινοώντας απίστευτες προφάσεις, των λεγόμενων “επαναπατρισμών”, των εκτελέσεων, των σφαγών – ναι εδώ, στη χώρα μας όπου οι πρόσφυγες είχαν ζητήσει καταφύγιο.
Η Ιστορία μιλάει επιτέλους μέσα από το βιβλίο του Λ. Ντιλτσισιάν και καταρρίπτει τους μύθους. Και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το Ελληνικό κράτος τήρησε αυτή την εχθρική στάση και τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε τελικά να κάνει στροφή 180 μοιρών και να γίνει ο Αρμένιος αδελφός.
Και εμένα μου εξηγεί τους λόγους που η μητέρα μου, η Τισχώ, υπήρξε μια σιωπηλή γυναίκα που «κοιτούσε τη δουλειά της και την οικογένειά της». Που δεν μπόρεσε να ιστορίσει, να εξηγήσει στο παιδί της, που απέφυγε να το πληγώσει με τις αγριότητες που πέρασε ο λαός της όχι μόνο κατά τη γενοκτονία και την προσφυγιά, αλλά και κυρίως -γιατί αυτό ήταν που εκείνη έζησε – κατά την εγκατάσταση στην Ελλάδα. Που προτίμησε τη σιωπή γυρίζοντας την πλάτη στο διαρκές κουκούλωμα, που έκλεισε το στόμα της αρνούμενη να αναπαράγει τα μυστικά και ψέματα της επίσημης αφήγησης.
Εξηγεί το μικρό ταλαιπωρημένο καρτελάκι με τη φωτογραφία της μικρής Τισχώ, όπου αναγράφεται “Ακαθορίστου ιθαγενείας”. Πόσο είχα ταραχτεί όταν το βρήκα ανάμεσα στα πράγματά της!
Το πρώτο σχολείο της Αρμένικης Ευαγγελικής εκκλησίας στο #Δουργούτι το 1924.
Ειδική δεν είμαι, κάθε άλλο. Αυτό είναι σαφές από τα παραπάνω. Ξέρω όμως πώς είναι να γεννιέσαι, να μεγαλώνεις στον πυρήνα ενός επτασφράγιστου μυστικού. Ζω και εγώ την έκπληξη και, πολύ σημαντικό, ανακαλύπτω απ’ την αρχή τη δική μου ζωή μέσα από αυτή την αποκάλυψη.
Θα διαβάσω το βιβλίο και τότε ίσως καταφέρω να βρω περισσότερες απαντήσεις.
Αν κρίνω από τη μεστή, πλήρη νέων στοιχείων παρουσίαση, πρόκειται για ένα βιβλίο σταθμό πάνω στο ζήτημα των Αρμενίων και της εγκατάστασής τους στη χώρα μας.
Ήταν μια παρουσίαση γεμάτη συγκίνηση που δεν έγινε για τους γνωστούς σε όλους μας λόγους, αλλά γιατί συγγραφέας, ομιλητές και παρευρισκόμενοι ωθούνταν από την ίδια λαχτάρα. Να μάθουμε όλοι για αυτή την άγνωστη πλευρά της ιστορίας.
Να σημειώσω τους εξαιρετικούς ομιλητές που με γνώση, ζήλο και νηφαλιότητα συζήτησαν μαζί μας.
Δημήτρης Χριστόπουλος, καθηγητής Πολιτειολογίας, Πρόεδρος στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Λάμπρος Μπαλτσιώτης, επίκουρος καθηγητής Ιστορίας των Μειονοτήτων στα Βαλκάνια, Πάντειο Πανεπιστήμιο και Μαρία Σπηλιωτοπούλου, διευθύντρια Ερευνών, Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού, Ακαδημία Αθηνών και φυσικά τον συγγραφέα Λεωνίδα Ντιλσιζιάν, μεταδιδακτορικός ερευνητής, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο.