Η έκδοση που έχουμε στα χέρια μας είναι γέννημα της επετείου των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Η συγγραφέας Αναστασία Τσαγκαράκη είναι Δρ. του Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία του Γαλλικού Πολιτισμού και ειδίκευση στον Γαλλικό φιλελληνισμό στον ελληνικό στρατό. Εργάζεται ως μεταφράστρια στις Διεθνείς Σχέσεις του Υπουργείου Άμυνας, μιλάει πέντε γλώσσες, δημοσιεύει άρθρα σχετικά με τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα σε περιοδικά ελληνικά και γαλλικά, είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Μεταφραστών και του Ελληνικού Δικτύου Ορολογίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε συνεργασία με τον Κώστα Παπαηλιού έχει γράψει το έργο Ο Κατάλογος των Φιλελλήνων του Ερρίκου Φορνέζη στη «Φιλελληνική Βιβλιοθήκη».
Ο συνεργάτης της, λοιπόν, Κώστας Παπαηλιού προλογίζει το παρόν βιβλίο και επισημαίνει την επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης στην Ελληνική Επανάσταση, την αρνητική στάση των Μεγάλων Δυνάμεων, την δυσαναλογία των δυνάμεων Τουρκίας και επαναστατημένου ελληνικού λαού, ο οποίος όμως, παρά τα «σκαμπανεβάσματα» κατάφερε να φθείρει την οθωμανική αυτοκρατορία και να χαράξει τον νέο πολιτικό χάρτη των Βαλκανίων. Κύρια ιδέα του βιβλίου οι Φιλέλληνες που έφτασαν στην Ελλάδα για να βοηθήσουν στον Αγώνα και, κατά συνέπεια, στη δημιουργία «Φιλελληνικής Βιβλιοθήκης».
Οι δημιουργοί αυτής της Βιβλιοθήκης διακατέχονται από τον ευγενή πόθο της συγκέντρωσης παντός φύσεως υλικού που σχετίζεται με τους Φιλέλληνες· βιβλία, αρχεία, βιογραφικά στοιχεία, απομνημονεύματα, μαρτυρίες και άλλα, όχι μόνο της συγκεκριμένης εποχής αλλά και μεταγενέστερα.
Η έρευνα έγινε σε αρχεία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, Γερμανία, Ελβετία και άλλες χώρες, συνεχίζεται βεβαίως, ενώ η δημιουργία ενός ιστότοπου αποβλέπει στη συγκέντρωση όποιου νέου υλικού.
Στο βιβλίο βρίσκουμε τον Χαιρετισμό του Πρέσβη της Γαλλίας στην Ελλάδα Patrick Maisonnave, ο οποίος κάνει λόγο για τις μακροχρόνιες σχέσεις της Γαλλίας με την Ελλάδα, τη συμβολή των Γάλλων αξιωματικών στον ελληνικό Αγώνα, την αμυντική σχέση που ενώνει τα δύο κράτη και τη σημαντικότητα του βιβλίου, ως βιβλίου αναφοράς.
Η Δέσποινα Προβατά, Καθηγήτρια Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στον Πρόλογό της, τονίζει τις μακροχρόνιες φιλικές σχέσεις των δύο χωρών, τις αρχές και τις αξίες της Γαλλικής Επανάστασης και την ελπιδοφόρα παρουσία του Βοναπάρτη στα Επτάνησα, τους Έλληνες εθελοντές που κατατάσσονται στο στράτευμά του, αλλά και γενικώς την συμπαράσταση όλου του πνευματικού κόσμου της Γαλλίας στο πλευρό των Ελλήνων. Και στο σημείο αυτό, η κυρία Προβατά μπαίνει στη μελέτη της συγγραφέως του παρόντος πονήματος Αναστασίας Τσαγκαράκη, ο οποία ερευνά τον συνθετικό τρόπο με τον οποία έσπευσαν οι Γάλλοι στρατιωτικοί να οργανώσουν τον Αγώνα και τους Έλληνες σύμφωνα με τους γαλλικούς κανονισμούς.
Η Τσαγκαράκη μελετά διεξοδικά τις προσωπικές φιλοδοξίες, τους στόχους των Φιλελλήνων, τα κίνητρα, τα συναισθήματα, την απογοήτευσή τους και συχνά τον συνακόλουθο μισελληνισμό τους.
Το σημαντικό για το βιβλίο είναι το ότι εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο την ελληνογαλλικών σχέσεων, στρατιωτικών και άλλων, και να μας υπενθυμίζει την ισχυρή φιλία που ενώνει τους δύο λαούς, μέχρι σήμερα.
Μας πληροφορεί επίσης ότι το βιβλίο της γράφτηκε στα Γαλλικά και μεταφράστηκε στα Ελληνικά, ότι στην αρχική του μορφή ήταν ηλεκτρονικό και, τέλος, ότι πρόκειται για την μεταπτυχιακή εργασία της, στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, το 2011. Οι στόχοι έχουν ήδη καταγραφεί από τον εκδότη κ. Παρισιάνο, τον πρέσβη κ. Patrick Maisonnave και την Καθηγήτρια κυρία Προβατά. Στα ήδη κατατεθέντα να προσθέσουμε ότι η μελέτη ασχολείται με τις στρατιωτικές σχέσεις Γάλλων Φιλελλήνων και Ελλήνων, κατά τη δεκαετία 1821-1831, καθώς και ότι είναι άλλοι εκείνοι που πρώτοι κατέφθασαν με τον Φαβιέρο και άλλοι εκείνοι που ήρθαν αργότερα με τον Maison.
Πόσοι ήρθαν και πού δραστηριοποιήθηκαν, τι έκαναν και πώς, μόνο αποσπασματικά ήταν καταγεγραμμένο. Οπότε η εργασία της Τσαγκαράκη πρωτοτυπεί και φωτίζει το κενό στην Ιστορία, ερευνά συνδυαστικά τη γαλλική και την ελληνική βιβλιογραφία, εκθέτει τις απόψεις και από τις δύο πλευρές.
Από την Εισαγωγή της, κρατώ ως σημαντική πληροφορία το ότι οι Ευρωπαίοι περιηγητές δεν ταύτιζαν τον ελλαδικό χώρο με την οθωμανική αυτοκρατορία, για πολλούς λόγους: κλασική κληρονομιά, γλώσσα, θρησκεία, αν και η εικόνα που συναντούσαν -φτώχια και εξαθλίωση- διέψευδε την ιδανική εικόνα που είχαν σχηματίσει στο μυαλό τους. Ωστόσο, το σοκ της διαφοράς του ιδανικού από το πραγματικό έθρεψε το ενδιαφέρον των Φιλελλήνων να βοηθήσουν τον Αγώνα τους. Μεταξύ αυτών και οι Γάλλοι, ο οποίοι, επιστρέφοντας στην πατρίδα τους, συνέβαλαν στην ανάπτυξη των κλασικών σπουδών και της αρχαιολογίας, σαν να ήταν αυτός ο τρόπος της επανασύνδεσης των αρχαίων με τους σύγχρονους Έλληνες. Σ’ αυτήν την κατηγορία μπορεί να συμπεριληφθεί και ο εκ Χίου Αδαμάντιος Κοραής με το έργο του πάνω στα αρχαία κείμενα κι ακόμα, ο Ρήγας με την πανβαλκανική ομοσπονδία, η διασπορά των Ελλήνων στη Ρωσία, η Φιλική Εταιρεία. Έν ολίγοις, η Τσαγκαράκη θα κάνει σύντομη, αδρομερή, επισκόπηση της Ιστορίας, τονίζοντας τα σημεία εκείνα που στρώνουν το έδαφος στο θέμα της.
Ενδιαφέρον είναι και αξίζει μνείας το ότι οι εθελοντές που έφτασαν για να αγωνιστούν στην Ελλάδα ήταν περίπου 1.200, όπως φαίνεται από τις λίστες που πέρασαν από τη Μασσαλία. Από αυτούς ήταν περίπου: 280 Γερμανοί, 220 Γάλλοι, 60 Ιταλοί, 50 Ελβετοί, 20 Αμερικανοί. Οι Άγγλοι έφτασαν από άλλη διαδρομή, καθώς και Ισπανοί, Πολωνοί, Σουηδοί, Δανοί. Περίπου 300 ήταν στρατιωτικοί όλων των βαθμίδων ή πρώην στρατιωτικοί, ναπολεοντιστές, βοναπαρτιστές, άνεργοι της μεγάλης Στρατιάς, αλλά και μαθητές, έμποροι και βιοτέχνες. Ηλικίας από 14 ετών έως 56 ετών. Το κίνητρο ήταν άλλοτε η έξοδος από την αδράνεια, άλλοτε η αγάπη για μια χώρα με σπουδαίο αρχαίο πολιτισμό, άλλοτε μια ρομαντική διάθεση να πολεμήσουν για μια μεγάλη ιδέα, άλλοτε η θρησκεία και ο πόλεμος κατά της ημισελήνου –κάτι σαν σταυροφορία- ή η δημιουργία μιας χώρας αναχώματος στον ρωσικό επεκτατισμό κι άλλοτε για λόγους οικονομικούς. Όλοι αυτοί κάτω από την ομπρέλα του εθελοντισμού ή του Φιλελληνισμού έφτασαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν. Η ελληνική υπόθεση γρήγορα μεταφράστηκε σε ένα κίνημα που εκπλήρωνε τις διαφορετικές προσδοκίες των ευρωπαϊκών λαών για μια ένωση με κοινό πολιτισμό. Ο Αγώνας στην Ελλάδα έγινε το αντίπαλο δέος στην Ιερά Συμμαχία.
Τον πρώτο εθνικό στρατό, γνωστό ως «Ιερό Λόχο», συγκρότησε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, τον Μάρτιο του 1821 στο Ιάσιο, που λίγες μέρες πριν -23 Φεβρουαρίου 1821- είχε σημάνει την έναρξη της Επανάστασης. Τον συναποτελούσαν 500 άντρες, μία πυροβολαρχία τεσσάρων κανονιών και μία ίλη ιππικού 200 ιππέων. Όλοι αυτοί οι άνδρες ήταν εθελοντές προερχόμενοι από πολλά κοινωνικά στρώματα που άφησαν τις δουλειές, τα αξιώματα και τις σπουδές τους για να καταταγούν στον στρατό. Η Τσαγκαράκη περιγράφει με πάσα λεπτομέρεια τη στολή, τα χρώματα, τα όπλα, τις ειδικότητες, τις αρμοδιότητες, τον τρόπο της εκπαίδευσης, τον χαιρετισμό.
Η συμμετοχή Γάλλων αξιωματικών ήταν μικρή αλλά η αυτοθυσία μεγάλη. Η αποτυχία του κινήματος στο Δραγατσάνι είναι γνωστή αλλά η σημασία της δεν έπεσε στο κενό. Ο Δημήτριος Υψηλάντης, αδελφός του Αλέξανδρου προχώρησε στη δημιουργία στρατού εντός Ελλάδος, πλέον, προεκτείνοντας το έργο του αδελφού του. Ο Δημήτριος Υψηλάντης είχε φοιτήσει στις Σχολές της Γαλλίας και θαύμαζε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Συνοδευόμενος από Έλληνες Γάλλους και άλλους Φιλέλληνες κατέβηκε στην έτοιμη για τον μεγάλο ξεσηκωμό Ελλάδα, με πλοίο γεμάτο πολεμοφόδια και άλλες προμήθειες. Το έργο του συνέχισε ο συνταγματάρχης Joseph Beleste.
Η συγγραφέας στο βιβλίο της δημιουργεί πολλά μικρά πορτρέτα για κάθε ήρωα, Έλληνα ή Γάλλο Φιλέλληνα που κατέφθασε στην Ελλάδα. Ο Olivier Voutier είναι ένας από αυτούς, ο οποίος μεταξύ άλλων δίδαξε στους Έλληνες τη χρήση των πυροβόλων όπλων. Επίσης ασχολήθηκε με την έκδοση επιστολών της Φιλελληνίδας Μαντάμ Recamier (με σκοπό τα έσοδα να δοθούν στον Αγώνα), συλλογές ελληνικών παραδοσιακών τραγουδιών, «Μελέτη σχετικά με τα Τακτικά στρατεύματα της Ελλάδας». Ωστόσο, μας είναι γνωστός και από την υπόθεση του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου.
Ο στρατός αυτός αναδιοργανώθηκε από τον ενισχυμένο με αξιώματα Φαναριώτη Αλέξανδρο Υψηλάντη, με εξαντλητικές πληροφορίες για συνεργάτες και πολεμικές ενέργειες.
Στη συνέχεια η συγγραφέας ασχολείται με την οργάνωση του στρατού από τον βαρόνο συνταγματάρχη Φαβιέρο, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα με ένα δεύτερο κύμα εθελοντών και ως πρώην αξιωματικός της Γαλλικής Αυτοκρατορίας, θεωρήθηκε το καταλληλότερο πρόσωπο για την οργάνωση του εθνικού Τακτικού Στρατού. Στην Αθήνα έκανε προκήρυξη νέων για κατάταξη, η οποία είχε επιτυχία, εφόσον το 1825 μετρούσε 4.000 άνδρες. Επίσης συγκροτήθηκε ένα τρίτο τάγμα, τρεις ίλες ιππικού, ένα τμήμα πυροβολικού, στρατιωτική μπάντα. 250 τακτικοί που μιμούνταν τους ατάκτους έφεραν σταυρό στο στήθος και γι’ αυτό αποκαλούνταν «Σταυροφόροι». Ο λοχαγός Maillet έθεσε σε λειτουργία στρατιωτικό σχολείο. Ο ιατρός Etienne –Marin Bailly συνέταξε διάταγμα για την ίδρυση νοσοκομείων. Παρατίθενται συνοπτικά σημειώματα για όλους τους Γάλλους ιατρούς που έφτασαν έδρασαν και πέθαναν στην Ελλάδα.
Ο Καποδίστριας έδειξε επίσης μεγάλο ενδιαφέρον για τη διοργάνωση του στρατού, την οποία εμπιστεύτηκε στους ξένους αλλά οι διαβουλεύσεις ήταν δύσκολες, επίπονες, συχνά σε βάρος της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ μετά το πέρας των πολεμικών επιχειρήσεων το γαλλικό στρατιωτικό σώμα παρέμεινε στην Πελοπόννησο ως «Σώμα κατοχής» και οι διπλωματικές επιπλοκές ήταν πολλές και δυσάρεστες. Ωστόσο, ιδρύθηκε η Σχολή Ευελπίδων, στην οποία όμως οι Έλληνες οπλαρχηγοί δεν ήθελαν αρχικά να στείλουν τα παιδιά τους. Ο Καποδίστριας ίδρυσε και το Μηχανικό Σώμα. Εν τω μεταξύ το κλίμα υπέρ των Γάλλων αλλάζει σε εχθρικό, με πολλές δυσάρεστες συνέπειες κυρίως μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια. Με την άφιξη του Όθωνα αλλάζουν όλα. Τώρα τη σκυτάλη παίρνουν οι Γερμανοί.
Το γαλλικό έθνος είχε τελειώσει, ωστόσο, η επιρροή του ήταν έντονη ώστε να θεωρείται παραδοσιακά στρατηγικός σύμμαχος της Ελλάδας.
Η Αναστασία Τσαγκαράκη έδωσε στην εθνική μας βιβλιογραφία ένα πολύτιμο βιβλίο με ωραία γλώσσα, καλή εκτύπωση, έγχρωμη εικόνα, πορτρέτα, πίνακες, καταλόγους ονομάτων, παραρτήματα, ειδική και γενική βιβλιογραφία, ένα βοήθημα λεπτομερώς εμπλουτισμένο με πολλές πληροφορίες για κάθε φοιτητή, ειδικό μελετητή, επιστήμονα, αλλά και για κάθε Έλληνα που θέλει να δει όλα τα γεγονότα στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο.