Να μη ζουν σε θερμοκήπια όπου η θερμοκρασία παραμένει μονίμως ήπια από την ανταλλαγή των χνώτων τους. Κάποτε αυτό θα καταλήξει σε δυσοσμία.
Να φυτρώνουν, σαν τον Αμάραντο, στα δύσβατα. Όπου δεν θα τους ποτίζουν οι θεράποντες της πολιτισμικής ευταξίας. Δεν θα τους κορφολογούν για να αποκτήσουν «της εποχής» το σχήμα. Τα «φύλλα» τους να τα μασάνε οι ήμεροι και να τους πιάνει πυρετός. Να τα μασάνε οι άγριοι και να βρίσκουν μέσα τους το ανθρώπινο όν.
Να μη χαζεύουν στο πάτωμα των συναλλαγών του χρηματιστηρίου των πολιτιστικών αξιών. Το κάνουν πάστρα κάθε μέρα, είναι γυαλιστερά γλιστερό, και μπορεί να φάνε τα μούτρα τους.
Να μην κοιτάν το σώμα τους, να μην το ξεψειρίζουν με νευρικά δάχτυλα. Τα μάτια τους στραμμένα επάνω τους σημαίνει σκυμμένα κεφάλια. Να αγαπάν το σώμα τους και να το χαρίζουν άπλετα.
Να βγαίνουν και να συναντούν άλλες φαντασίες. Σύγχρονες ή και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Υπάρχουν ομορφιές που δεν είναι αμέσως ορατές.
Να πατάνε στο χώμα, όπου συμβαίνουν τα ανθρώπινα. Να πετάνε μόνο με τα λόγια, για να σηκώνουν, σαν ανεμόπτερα, και άλλους ψηλά.
Να ευχαριστούν τους ελάχιστους που δοκιμάζουν όλα αυτά που παρασκευάζουν. Ένα ευχαριστώ αληθινό σαν της ζωής τους τον ανασασμό.
Μα προπαντός να τραγουδούν. Να τραγουδούν, να τραγουδούν, να τραγουδούν. Με το τραγούδι ανοίγει η καρδιά, η δική τους και της συντροφιάς.
Και να τολμούν! Σίριαλ παραλλαγές επάνω σε δοκιμασμένες συνταγές θα ξεχαστούν, πριν ακόμα πέσει η αυλαία της μέρας.