Το τζάμι γυμνό
Στο παράθυρο, του ανέμου η οργή
απελπισμένη κραυγή,
ανήλεη η θυελλώδης βροχή
ανάκρουσης φωνή
και μία γλυκιάς νοσταλγίας μορφή,
ελεύθερη ψυχή,
υπέρλαμπρη στην ξαφνική αστραπή,
στη λάμψη της εσύ.
Πεισματάρα η φύση και σκληρή,
του ανέμου η οργή,
πόνος, δάκρυ και λαλιά θλιβερή
η θυελλώδης βροχή,
ανυπόταχτοι χρόνοι και καιροί
ενθυμήσεις εσύ,
στο γυμνό τζάμι σκιά σκοτεινή,
η προσδοκία θαλπωρή.
Κατατρεγμένη σκέψη χωρίς δισταγμό
με χέρι στιβαρό,
θρύψαλα το τζάμι με αναστεναγμό
και το αίμα πηχτό,
στ’ απόμακρα του χθες εσύ κι εγώ
πριν το χωρισμό,
αγάπης φιλί σε κομμένο ανθό,
αγκάλιασμα στερνό.
Η θλίψη στον ανίερο μαρασμό
αδυσώπητο κενό,
ασέληνη η νύχτα, κρίμα κρυφό
το όνειρο το σεπτό,
η θωριά σου καντήλι σβηστό
στης ζωής το ναό
και πού να σταθώ και πώς να σε δω
πίσω από τζάμι γυμνό.