….. Με τον τρόπο του Τάκη Σινόπουλου……
Η γδυνόμενη
Κοιτάχτε περπατάει γυμνή! σκέφτηκε σιωπηλά το πλήθος
μην και του βγει φωνή και το ακούσουν.
Στην πρόκληση γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτή που όρθωσε το πρόσωπο, όταν
σκαιά της μίλησαν κάποιοι ανθρωποφύλακες,
τραβώντας της τα ρούχα, βρίζοντάς την.
Περνώντας την τρελή και ανισόρροπη για δέσιμο.
Ήταν αυτή που πριν μπροστά μας πέρασε χωρίς χιτζάμπ.
Και τώρα γδύθηκε. Φωνάζει να ξυπνήσουν
οι γυναίκες. Να ξυπνήσουν οι άνδρες! Όλοι να ξυπνήσουν
παντού! Ξυπνήστε επιτέλους! Τι κάθεστε!…
Διστάζω. Λέω να πάω προς τα εκεί. Να την
αγγίξω με το χέρι μου. Να την χαϊδέψω κάπως.
Πολλοί διστάζουν και από φόβο τρέμουν!
Είμαστε από τη φύση μας φτιαγμένοι
να παραξενευόμαστε, παρότι φοβισμένοι πολλοί μας.
Ποια είναι τούτη που αναλίσκεται περήφανη;
Το σώμα της το όμορφο κι η σάρκα η ανθρώπινη δεν την πονά;
Κρύο δε νιώθει από την τόση παγωνιά στη χώρα;
Εκεί υπάρχει σκοτεινιά και παγωμάρα.
Δύσκολη χώρα στις μικρές έστω εξάρσεις.
Όχι σε τέτοια γύμνια εκτεθειμένη, σε θέα κοινή,
με μόνο ένα ριγωτό σλιπάκι μια όμορφη γυναίκα
και με στηθόδεσμο σκούρα δαντέλα.
Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά και ξένες γύμνιες μην την ανακατεύεις, κάποιοι είπαν.
Όμως περήφανα εκείνη πάντα γυμνή μιλούσε στους
περιστατικούς μονάχη. Καταμόναχη
Στην παγωμένη πέτρινη πλατεία καταμόναχη.
Κι όσο γυμνή κι ωραία βάδιζε τόσο το πρόσωπό της άστραφτε.
Γινόταν ήλιος για πολλές εκεί, κι άλλες πολλές
στον κόσμο αλλού γυναίκες.
Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε
κάποτε είπε ο ποιητής σε δίλημμα βρισκόμενος
κι όντας στα δυο του μοιρασμένος.
Εγώ,
εσείς στα πόσα είμαστε κομμάτια
μπροστά σε τόσο θάρρος,
σε τόση γύμνια όμορφη
σε χώρα μια που το βαθύ σκοτάδι υπάρχει
κάτω από μαντήλες μόνο φυλαγμένο, μαύρες;
Κοιτάχτε περπατάει γυμνή!
Σε λίγο θα την πάρουν βίαια!
Μα η φλόγα κι η ομορφιά της γύμνιας της περήφανης
θα μείνει εικόνα στους αιώνες, στα χρόνια τα επόμενα.
Μένει να πούμε φτάνει πια με το σκοτάδι!
Γυμνή στο φως βαδίζει!
Ωραία και περήφανη για όλους μας τους γνωστικούς,
αυτή η περήφανη -δήθεν- τρελή, όπως εκεί τη λένε.
Θ.Τ., Μαρούσι, 3 Νοεμβρίου 2024