You are currently viewing Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Έχει όρια η σάτιρα;

Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Έχει όρια η σάτιρα;

 

Είμαστε σχεδόν όλοι πεπεισμένοι, μετά από τις τόσες φορές που το ακούσαμε, ότι η σάτιρα δεν έχει όρια. Η “απεριόριστη σάτιρα” είναι μια θέση όλων όσων κάνουν σάτιρα και αυτό το κάνουν μάλλον για να απαλλαγούν από κριτικές, πιθανόν και από τυχών ενοχές ή και για να φανούν ανεξίκακοι, να φανούν καλοπροαίρετοι, στα μάτια όλων και προπαντός στα μάτια αυτών που είναι θύματα της  σάτιρας τους. Εάν ισχύει αυτό, το άνευ ορίων, το απεριόριστο, τότε θα είναι το μόνο πράγμα, από τις ανθρώπινες κοινωνικές δραστηριότητες που δεν έχει όρια. Όρια υπάρχουν παντού, στην καλοσύνη, στην κακία, στην ζήλια, στην εκδικητικότητα, στην έκφραση της αγάπης, στην έκφραση του φθόνου, της ζηλοτυπίας, κλπ, κλπ. Δεν μπορεί να υπάρξει κάτι που δεν γνωρίζει σύνορα κατώτερα και ανώτερα, σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα μπορούσε το συγκεκριμένο φαινόμενο να αποκτήσει ταυτότητα, χαρακτήρα, να οριστεί με κάποιον τρόπο που να είναι αναγνωρίσιμο και από όλους τους άλλους. Η κατηγοριοποίηση γίνεται μέσα στα όρια, μπορούμε να πούμε εάν αυτό είναι έκφραση αγάπης, κακίας, αλληλεγγύης, κλπ. υπάρχει πάντα ένα ανώτερο και ένα κατώτερο όριο διακύμανσης.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό που με μεγάλη προθυμία προσάπτουν μερικοί από τους κριτικούς στην σάτιρα και στον φίλα προσκείμενο κωμωδιογράφο, είναι η σύγκριση ή η παρομοίωση του με τον Αριστοφάνη. Έτσι έκανε ο Αριστοφάνης, είναι ετικέτα που επικολλούν στο έργο του. Με αυτή την ταύτιση όλες οι αμαρτίες των συγχρόνων μας κωμωδιογράφων συγχωρούνται, όλες οι υπερβολές αφήνονται εκτός κριτικού πεδίου, όλες καταπίνονται αμάσητες. Η επίκληση του Αριστοφάνη ενός τέτοιου ιερού τέρατος της αρχαιοελληνικής γραμματείας αποστομώνει κι αυτό το πετυχαίνει πολύ εύκολα ιδιαίτερα εάν δεν γνωρίζουμε τι έγραψε ο Αριστοφάνης, εάν έχουμε μια θολή εικόνα για το έργο του.

Η σύγκριση – ταύτιση με τον Καραγκιόζη, Τουρκογενής προσωπικότητα ανδραγαθημάτων, ο οποίος όπως όλοι ξέρουμε διαθέτει ένα μακρύ δεξί χέρι, για να δέρνει από ασφαλή απόσταση τους άλλους, δεν του ταιριάζει. Ο Καραγκιόζης θεωρείται από πολλούς υποδεέστερη κατηγορία κωμωδίας.

 

Η σάτιρα του Αριστοφάνη.

 

Η σύγκριση του οποιουδήποτε σημερινού κωμωδιογράφου με τον Αριστοφάνη θα πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη και μεγάλη προσοχή, με τον δέοντα σεβασμό προς τον γίγαντα αυτόν. Και αυτό γιατί τα περισσότερα   από τα διασωθέντα έργα του, απ’ όπου και τον γνωρίζουμε σήμερα, μιλούν για την ειρήνη. Ο Αριστοφάνης έγραφε κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου, ότι και να έλεγε το διακύβευμα ήταν μεγάλο και ήταν προς όφελος όλων των Αθηναίων. Ήθελε την Ειρήνη για την πατρίδα του. Ακόμα και οι υπερβολές του, όπου σατιρίζει τον Σωκράτη και τους άλλους μεγάλους τραγικούς, τελείως άδικα, το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με επιείκεια για τον λόγο ακριβώς αυτόν, την πολυπόθητη Ειρήνη. Η Αθηναϊκή κοινωνία πλήρωνε φόρο αίματος, βαρύτατο φόρο για τις αστοχίες ή και τις ανικανότητες των Αθηναίων πολιτικών της εποχής του Αριστοφάνη. Ήταν μια ιδιαιτέρως ξεχωριστή ιστορική περίοδος και οι φωνές υπέρ της Ειρήνης είναι πάντα ευχάριστα καλοδεχούμενες.

Η σάτιρα είναι το υποείδος της κωμωδίας που επικεντρώνεται πολύ συγκεκριμένα σε έναν άνθρωπο, όχι στον άνθρωπο στην γενική του έννοια, στον χαρακτήρα, ή στις συνήθειές του. Εξαιρετικά παραδείγματα διακωμώδησης χαρακτήρων στην εποχή μας ήταν οι “Δέκα μικροί Μήτσοι” όπου ο Λαζόπουλος διακωμωδούσε “σατίριζε” τον δειλό και άτολμο ανθρωπάκο καθισμένο πάντα στο γραφείο του μη μπορώντας να αποφασίσει το οτιδήποτε, τον ανεπαρκέστατο – ανίκανο αστυνομικό, την αριστοκράτισσα κουτορνίθι και πολλούς άλλους χαρακτήρες. Αυτά ήταν καθαρή ευχάριστη, κοινωνικά ωφέλιμη κωμωδία, δεν ήταν σάτιρα.

Στην σάτιρα έχουμε συγκεκριμένο άτομο, κάποιο που να απασχολεί τον δημόσιο χώρο, αυτό είναι απαραίτητο που εμπλέκεται με οποιαδήποτε ιδιότητα στην δημόσια σφαίρα. Ολόζεστο φρέσκο ψωμί για τους κειμενογράφους αυτούς είναι οι πολιτικοί. Στην σάτιρά τους εκμηδενίζουν κάθε θετικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το άτομο και διογκώνουν σε υπέρτατο βαθμό τα αρνητικά του χαρακτηριστικά. Δημιουργούν έτσι μια καρικατούρα περίπου σαν και αυτή των γελοιογράφων και ακόμα χειρότερη. Με την θέα και μόνον να προκαλεί το γέλιο στον αναγνώστη – θεατή.

Απαλλάσσεται λοιπόν ο κειμενογράφος της σάτιρας από το ηθικό βάρος που ενέχει η εκφορά δημόσιου λόγου και μάλιστα μέσα από τα μαζικά μέσα επικοινωνίας που έχουν τεράστια επίδραση; Γιατί να μην αντιμετωπίζεται και ο ίδιος ο κειμενογράφος με τους ίδιους ακριβώς όρους που αντιμετωπίζει τα “θύματά” του; Τέλος τι είναι αυτό που επιδιώκει ο κειμενογράφος με την σάτιρά του αυτή, πέρα από τον επιούσιον άρτον του;

Στο βάθος το ζηλεύουμε αυτό που ρεζιλεύουμε.

 

Φοβάμαι πως αυτός ο στίχος που έγραψε η Λίνα Νικολακοπούλου και που τον ακούμε από τον Μανώλη Μητσιά στα ραδιόφωνα μας είναι αληθινός και ισχύει ακέραιος για τους κειμενογράφους – παρουσιαστές  αυτούς. Εάν δεν ισχύει, εάν δηλαδή δεν βγαίνει ένα αίσθημα ζήλιας, φθόνου, μοχθηρίας, για αυτούς που σατιρίζουν τότε τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο σοβαρά γιατί είναι τότε που επιδιώκουν μια θέση, ένα πόστο εθνικού καθοδηγητή. Ενός δάσκαλου του γένους. Ενός γίγαντα της σκέψης που θέλει να καθοδηγήσει όλους ανιδιοτελώς με την ορθότητα της σκέψης του. Έτσι πρέπει (όπως αυτός) να σκεφτόμαστε όλοι μας, για το καλό του τόπου, για το καλό της κοινωνίας, των παιδιών μας, των κατοικίδιων μας και τα παρόμοια. Ένας μεγάλος  ευεργέτης εθνικών διαστάσεων που του οφείλουμε ευγνωμοσύνη.

Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι μια ενσυνείδητη πράξη, είναι βαθιά ασυνείδητη, αλλά αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα καθόλου ούτε και απαλλάσσει την κειμενογράφο από την ηθική ευθύνη της πράξης του, μια ευθύνη που έχουν όλοι όσοι απασχολούν τον δημόσιο χώρο με την θέλησή τους. Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να γνωρίζει – να διαισθάνεται και τα όρια που η κοινωνική πλειοψηφία βάζει αλλά και τον χρόνο που του διατίθεται. Το να απευθύνεσαι σε μια περιθωριακή μειοψηφία κοινωνικά ανένταχτων ή αποτυχημένων, ή αγράμματων συμπολιτών, μπορεί να κρατήσει χρόνια, το να προσελκύσεις την πλειοψηφία της κοινωνίας είναι το ζητούμενο και αυτό που δίνει την καταξίωση.

 

 

Κωνσταντίνος  Χουλιούμης. Κοινωνιολόγος

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.