Για πρώτη φορά παρουσιάζεται στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό το βιβλίο του Joshua Slocum «Ο πρώτος μοναχικός περίπλους της Γης» (μετάφραση: Σωτήρης Βλάχος, εκδ. Φιλύρα, 2018), ένα κλασικό έργο ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, το οποίο θεωρείται «βίβλος» για τους απανταχού ιστιοπλόους.
Ο J. Slocum γεννήθηκε το 1844 στη Νέα Σκωτία του Καναδά. Η μεγαλύτερη αγάπη του διαχρονικά υπήρξε η θάλασσα, στην οποίαν αφιέρωσε μισόν αιώνα, ολόκληρη δηλαδή τη ζωή του, από την πρώιμη εφηβεία του μέχρι και τη μυστηριώδη του εξαφάνιση το 1909.
Στις 24 Απριλίου 1895, αποφασισμένος να κάνει μόνος τον πρώτο γύρο του κόσμου με ιστιοπλοϊκό, ξεκίνησε το ταξίδι του πάνω στο «Spray», ένα παλιό ιστιοπλοϊκό το οποίο ανακατασκεύασε επίσης μόνος: «Μια βαθιά συγκίνηση έκανε το αίμα να σφυροκοπά μέσα στις φλέβες μου. Τα βήματά μου στο κατάστρωμα ήταν ανάλαφρα σαν τον κρυστάλλινο αέρα. Μέσα μου ήξερα πως δεν υπήρχε γυρισμός και πως βρισκόμουν στο κατώφλι μιας περιπέτειας, που γνώριζα πολύ καλά τι σήμαινε.» (σελ. 29).
Στο ταξίδι του, το οποίο κράτησε τρία χρόνια, ως άλλος, σύγχρονος Οδυσσέας, ο ψυχωμένος θαλασσοπόρος «πολλῶν δ᾿ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω» [1], ενώ κλήθηκε να αντιμετωπίσει αμέτρητες δυσχέρειες, από τις πυκνές ομίχλες και τους υφάλους έως τη σφοδρότητα και τη μανία των ανέμων, των ρευμάτων και των κυμάτων, και από τις παραισθήσεις έως την πειρατεία, τις οποίες και πάλι ως πολύμηχανος Οδυσσέας κατόρθωνε να ξεπερνά.
Όμως η πιο αμείλικτη δυσχέρεια που αντιμετώπισε, ήταν μάλλον η μοναξιά, με τις αναφορές σε αυτήν να είναι διάσπαρτες σε όλο το βιβλίο – λόγου χάρη:
«Παρόλο που ήμουν μόνος, προσπαθούσα να χρησιμοποιώ συχνά τη φωνή μου, συνήθως δίνοντας εντολές σε κάποιο φανταστικό πλήρωμα, γιατί μου είχαν πει ότι αλλιώς κινδύνευα να χάσω τη φωνή μου. […] Όμως το ότι δεν έπαιρνα απάντηση με έφερνε ακόμα πιο επώδυνα αντιμέτωπο με την κατάστασή μου. Η φωνή μου ηχούσε κούφια στον αέρα, οπότε εγκατέλειψα γρήγορα αυτήν την πρακτική. Ύστερα μου ήρθε μια άλλη ιδέα: όταν ήμουν πιο νέος, μου άρεσε να τραγουδάω. […] Να βλέπατε τα δελφίνια πώς πηδούσαν γύρω από το Σπρέι όταν κούρδιζα τη φωνή μου στον τόνο των κυμάτων, του ωκεανού και όλων των θαλασσινών πλασμάτων.» (σελ. 46-47)
Γράφει ο Σοφοκλής στο πρώτο στάσιμο της «Αντιγόνης»: «πολλὰ τὰ δεινὰ κ οὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει. / τοῦτο καὶ πολιοῦ πέραν πόντου χειμερίῳ νότῳ / χωρεῖ, περιβρυχίοισιν / περῶν ὑπ᾽ οἴδμασιν» [2] και δίκαια μπορούμε να σκεφτούμε πως όταν έτσι εξυμνούσε τους θαλασσινούς άθλους της ανθρωπότητας, είχε στο νου του ακριβώς αυτόν τον τύπο ανθρώπου του οποίου εξαιρετικό δείγμα υπήρξε ο Joshua Slocum: τον εραστή της ζωής και τον ακάματο πρωτοπόρο.
Εντούτοις, κλείνοντας, αξίζει να σημειωθεί πως πέρα από την πανθομολογούμενη και βεβαίως αξιοθαύμαστη ναυτική του δεινότητα, με τη συγγραφή του «Πρώτου μοναχικού περίπλου της Γης» ο Slocum απέδειξε πως κατείχε και συγγραφικές ικανότητες. Η ανάγνωση του βιβλίου αυτού αποτελεί απόλαυση για τον αναγνώστη, με την αφήγηση να είναι ρέουσα και με τη ζωντάνια της να τον καθηλώνει.