Καθισμένη μόνη στο τέννις κλαμπ (στο Cercle du Bois), με τα μάτια μου να μισοκλείνουν απ’ την κούραση μετά από ένα ματς, παρακολουθούσα τα παιδιά να παίζουν κι είδα ένα κοριτσάκι που θα ’θελα να το ’χα δικό μου –ένα παιδί παράξενο μ’ ένα μυστικό χαμόγελο και σκέψεις που ’τανε δικιές της, να τρέχει ελαφροπατώντας και να σκουπίζει τα χέρια της αφού πρώτα τα ’χε βρέξει στη λίμνη.
Θα πρέπει να νοιώθω ηττημένη, σκέφτηκα με θλίψη, γιατί έχω αρχίσει να επιθυμώ να παραδώσω τη σκυτάλη της ζωής μου σε κάποιον άλλον. Μέχρι τώρα, ποτέ δεν θέλησα παιδιά. Τα αποκαλούσα απότομες διακοπές, απαρνήσεις, γνωρίζοντας και με το παραπάνω πως δεν θα ήταν ούτε σαν τον Χιού* αλλά ούτε και σαν εμένα, ούτε καν μια επέκταση ή μια περαιτέρω εξέλιξη των ιδανικών μας, αλλά μια στεγνή επανάληψη κοινών σχηματισμών…
Αλλά εκείνο το παιδί μ’ εντυπωσίασε. Μ’ έβγαλε έξω από τον εαυτό μου –κι ίσως ετούτο να ’τανε η ευλογία. Κυνήγησα με το βλέμμα μου τον εύθραυστο εαυτό της, ντυμένη καθώς ήτανε στα κίτρινα, στα κόκκινα, κι άφησα όλη μου την κούραση πέρα μακριά…Ήταν ευτυχισμένη που ’χε τα χέρια της βρεγμένα, ήταν ευτυχισμένη γιατί τα στέγνωνε ο ήλιος, ήταν ευτυχισμένη που ’τρεχε. Ξάφνου, ήρθε και στάθηκε μπροστά μου, με τα μεγάλα της μάτια, έλαμπε, με τα χέρια της απλωμένα, με το κίτρινο φουστανάκι της ν’ ανεμίζει. Ένιωσα ένα δευτερόλεπτο εσωτερικής πάλης, καθώς το παιδί ζητούσε να μου παραδοθεί. Κι αν και το κορμί μου πονούσε από το πάθος, με πείνα, με πόνο, χαμογέλασα, και το χαμόγελό μου της άρεσε κι έτρεξε πέρα μακριά, κι έτρεξε μετά και πάλι πίσω κοντά μου και γύρω από την καρέκλα μου, μέχρι που η μητέρα της την φώναξε να γυρίσει κοντά της.
Jamais je ne me donnerais entièrement à rien…Jamais je n’échapperais à moi-même, ni par l’amour, ni par la maternité, ni par l’art. Mon «moi» est comme le Dieu des croyants faibles, qui le voient partout, toujours, et ne peuvent fuir cette hantise et cette vision.* *
Πόθησα ατομική τελειότητα και μεγαλείο, ήταν τεράστια αλαζονεία –και τώρα βρίσκομαι καταπλακωμένη από το βάρος της φιλοδοξίας μου. Θα ’θελα να κληροδοτήσω αυτό το φορτίο σ’ ένα παιδί.
♦♦♦
* Πρόκειται για τον Hugh Parker Guiler (επίσης γνωστό με το ψευδώνυμο Ian Hugo), σύζυγο της Anais Nin. Παντρεύτηκαν το 1923.
* *Ποτέ δεν θα δοθώ ολοκληρωτικά σε τίποτα…Δεν θα ξεφύγω ποτέ από τον εαυτό μου, ούτε μέσα απ’ τον έρωτα, ούτε μέσα απ’ τη μητρότητα, ούτε μέσ’ από την τέχνη. Το «εγώ» μου είναι σαν τον Θεό των πιστών που η πίστη τους είν’ αδύναμη, κι έτσι τον βλέπουν παντού μπροστά τους, πάντα, και δεν μπορούν να ξεφύγουν από την εμμονή και το βλέμμα του.
Από Το Πρώιμο Ημερολόγιο της Anaïs Nin, Κεφάλαιο IV (30 Ιουλίου, 1929)
[Anaïs Nin, Uncollected Writings, 1931-1974, Carpa Press, Ed. By Gunther Stuhlmann, 1995]
Τα θερμά μου συγχαρητήρια.
Ευχαριστώ,γιά όλα:
Τόν σεβασμό στήν ελληνική γλώσσα,τή θεματολογία,τό χιούμορ,τήν ευγένεια.
Μέ εκτίμηση,
Ευαγγ.Τσελέντη