Το βιβλίο Ένας αυτόχθων του θανάτου. Στάσεις στο ποιητικό έργο του Αντώνη Φωστιέρη του ποιητή και δημοσιογράφου Χρήστου Μαυρή είναι καρπός της πολύχρονης ενασχόλησης και αγάπης του για την ποίηση του Αντώνη Φωστιέρη. Διαβάζοντάς το, ο αναγνώστης διακρίνει αμέσως τον βαθύ και ανυπόκριτο θαυμασμό του για το ποιητικό έργο του Φωστιέρη, καθώς και την προσπάθειά του να φωτίσει ποικίλες όψεις του, μερικές από τις οποίες είναι ακόμα ανεξερεύνητες. Με ευστοχία και γλαφυρότητα ο Μαυρής πετυχαίνει να δώσει μια πανοραμική εικόνα της ποιητικής του Φωστιέρη μέσα από επιμέρους παραμέτρους της, παρά τη δήλωσή του στην εισαγωγή του βιβλίου ότι η στόχευσή του δεν ήταν να δώσει μια σφαιρική και σχολαστική αποτίμηση του ποιητικού έργου του Αντώνη Φωστιέρη, αλλά να αναδείξει μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μέσα από κάποιες «στάσεις» που πραγματοποίησε μελετώντας τα Άπαντα τα Ποιήματα 1970-2000 (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2021) και την τελευταία (ως τώρα) συλλογή του Θάνατος ο Δεύτερος (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2020).
Το βιβλίο έχει τη μορφή σύντομων δοκιμίων για το έργο του Φωστιέρη με πλούσια θέματα, όπως είναι η λειτουργία των χρωμάτων, ιδίως του μαύρου, η χρήση των ρηματικών προσώπων και των εγκλίσεων, οι γλωσσικές επιλογές του, οι αμφισημίες και άλλα λεκτικά «παιχνίδια» της ποίησής του, τα οποία αναδεικνύουν ό,τι υποδεικνύει και ο τίτλος του βιβλίου, την ποιητική εντρύφηση του Φωστιέρη στη θεματική του θανάτου. Σύμφωνα με τον συγγραφέα η εμμονική αναφορά στο θέμα αυτό πηγάζει από τις οντολογικές ανησυχίες του ποιητή και υποκρύπτει ουσιαστικά την ερωτική επιθυμία του Φωστιέρη για το αντίβαρο του θανάτου, που είναι η ζωή. Όπως γράφει ο Μαυρής, σε όλη την ποίησή του τον «βασανίζει το αβυσσαλέο, το ανεξήγητο, το μάταιο και το φευγαλέο της ανθρώπινης ύπαρξης, […] με αποτέλεσμα να παράγει μία ποίηση κατάφορτη από τις υπαρξιακές και προπάντων τις μεταφυσικές αγωνίες του, αλλά και από διάφορα άλλα οντολογικά ερωτήματα» (σελ. 16).
Στην Εισαγωγή ο συγγραφέας υπογραμμίζει το ιδιότυπο στίγμα του βιβλίου του, την τμηματική και σε διάφορες φάσεις κριτική προσέγγιση του έργου του Φωστιέρη. Θεωρεί πως το βιβλίο του δεν είναι εξαντλητικό στην ποίησή του, ωστόσο, κατά την άποψή μας, προβάλλει με λογοτεχνική δεινότητα το πρωτότυπο περιεχόμενο του ποιητικού του έργου, την μαγική ουσία του και την ξεχωριστή ιδιοσυστασία του σε σχέση με τη γενιά του ’70 στην οποία εντάσσεται ηλικιακά, τη μεταφυσική και μυστικιστική διάστασή του και πολλά άλλα στοιχεία τα οποία ο Φωστιέρης εξορύσσει από τη βαθιά μελέτη της αρχαίας και σύγχρονης δραματουργίας και φιλοσοφίας και υλοποιεί με ποικίλα σύμβολα και αλληγορίες.
Στα δέκα επιμέρους κεφάλαια του βιβλίου η έμφαση δίνεται κυρίως στην ποιητική γλώσσα του Φωστιέρη και στην ευρηματική διατύπωση των νοημάτων του, στη δεξιοτεχνία του ποιητή στη λεκτική οικοδόμηση του ποιητικού και φιλοσοφικού του στοχασμού. Ενδιαφέρον δοκίμιο στο βιβλίο είναι το τιτλοφορούμενο ως «Ποίημα χωρίς εικόνες είναι σώμα χωρίς ψυχή», το οποίο αναδεικνύει τη σχέση της ποίησης του Φωστιέρη με τη ζωγραφική, ιδίως του φλαμανδού ζωγράφου της πρώιμης Αναγέννησης Ιερώνυμου Μπος. Όπως το έργο του Ι. Μπος αποτελεί την έκφραση ενός εφιαλτικού κόσμου γεμάτου με τερατόμορφες φιγούρες βγαλμένες κατευθείαν από την κόλαση, έτσι και στην ποίηση του Φωστιέρη, κυρίως στον Σκοτεινό Έρωτα (Εκδόσεις Κέδρος, 1977), περιγράφεται με εικόνες ποιητικού υπερρεαλισμού και εξπρεσιονισμού, ανάλογες με εκείνες του Σαχτούρη, ένας κόσμος άγριος, ρημαγμένος και ζοφερός. Σε επόμενο κεφάλαιό του, ο συγγραφέας επιχειρεί, μάλιστα, μια συγκριτική ανάγνωση του ποιήματος του Φωστιέρη «Ο θρίαμβος του θανάτου» από τη συλλογή Σκοτεινός Έρωτας «με τη μήτρα που το γέννησε», τον πίνακα του Πίτερ Μπρέγκελ του Πρεσβύτερου «Ο θρίαμβος του θανάτου» (σελ. 70), βλέποντας στο ποίημα την κυριαρχία του αδυσώπητου θανάτου, όπως στον πίνακα του Μπρέγκελ. Παρατηρεί, ωστόσο, πως, ενώ ο πίνακας του Μπρέγκελ «αναπαριστά τον θρίαμβο του θανάτου επί της ζωής», το ποίημα του Φωστιέρη «επιποθεί και ευαγγελίζεται τη συντριβή του θανάτου και τον θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου» (σελ. 73).
Προεκτείνοντας τη σχέση της ποίησης του Φωστιέρη με τη ζωγραφική και τις άλλες τέχνες, ο συγγραφέας προβάλλει την έμπνευση που χάρισε η ποίησή του σε ζωγράφους που εικονογράφησαν το έργο του και φιλοτέχνησαν το πορτρέτο του, όπως ο Ζουμπουλάκης, ο Σόρογκας, ο Μυταράς, ο Φασιανός, ο Ψυχοπαίδης, ο Πατρικαλάκης και πολλοί άλλοι.
Επιπλέον, ο συγγραφέας αποδεικνύει με πλούσια παραθέματα από το ποιητικό έργο του Φωστιέρη την ευφυή και ευφάνταστη τεχνική με την οποία ο ποιητής παράγει έναν λόγο απλό και κατανοητό στην μορφή του και ταυτόχρονα σοφό και βαθύτατα στοχαστικό. Ο ποιητικός λόγος του, κατά τον συγγραφέα, απευθύνεται ταυτόχρονα σε μη απαιτητικούς αναγνώστες που συλλαμβάνουν τα βασικά νοήματά του, αλλά και σε απαιτητικούς και εξειδικευμένους αναγνώστες που μπορούν να διαπεράσουν το φιλοσοφικό υπόστρωμά του. Δείχνει, επίσης, πόσο αβίαστα απλός και λιτός είναι συχνά ο λόγος του, καθώς διανθίζεται ακόμα και με λαϊκές και αγοραίες λέξεις και εκφράσεις, που φανερώνουν πως ο ποιητής δεν έχει πρόβλημα να τις αξιοποιήσει με τον τρόπο που τις χειρίζονται οι άνθρωποι στην τρέχουσα ομιλία τους. Πίσω όμως από αυτή την προφορικότητα και την αμεσότητα είναι παρών ένας λόγος πυκνός, αμφίσημος, με διπλό νοηματικό φορτίο (σελ. 83). Σύμφωνα με τον Μαυρή, οι λαϊκές αυτές εκφράσεις εντοιχίζονται με τόσο «μαστορικό τρόπο» στο έργο του, που όχι μόνο δεν ανατρέπουν την «ηθική ισορροπία» των ποιημάτων του «αλλά τα νοστιμίζουν κιόλας, συναρπάζοντας και προκαλώντας συνάμα στον αναγνώστη μία ερωτική διάθεση προς την ποίησή του» (σελ. 81).
Σημαντική είναι η συμβολή του Μαυρή στην ανάδειξη της γλωσσοπλαστικής ικανότητας του Φωστιέρη, η οποία αποδίδεται στην «πρόδηλη φιλολογική σκευή» του ποιητή με την οποία σμιλεύει τη γλώσσα του όπως ο γλύπτης (σελ. 86), προσδίδοντάς της λάμψη και ζωντάνια. Κατά τον συγγραφέα, ο Φωστιέρης «λαξεύει τη γλώσσα συνεχώς με το αιχμηρό εργαλείο των αισθήσεων» και επιβάλλεται σ’ αυτήν, και όχι το αντίστροφο. Παραθέτοντας τη διατύπωση του Βάλτερ Πούχνερ, ο συγγραφέας κάνει σαφές πως ο Φωστιέρης αντιμετωπίζει την ελληνική γλώσσα ως ένα ορυχείο που περιέχει ακατέργαστο και άπλαστο υλικό, το οποίο μαστορεύει στοχαστικά, ώστε να εξαγάγει «αποκρυσταλλωμένο και λαμπερό το ακριβό μετάλλευμα που βρίσκεται στα κατάβαθά της» (σελ. 85). Χειρίζεται, δηλαδή, τη γλώσσα σαν μια εύπλαστη ύλη που την παιδεύει συνεχώς «μέχρι να πάρει μία ευπρόσωπη όψη» και να αναβλύσει από μέσα της «μία ποιητική μουσική πλημμυρισμένη από τα ζωηρά χρώματα και τους άφθονους ήχους, χαρούμενους ή πένθιμους, της ελληνικής γης, της πλούσιας και μακραίωνης Ιστορίας του ελληνικού λαού» (σελ. 86).
Στο βιβλίο δίνεται πολύ μεγάλη έμφαση όχι μόνο στο ώριμο έργο του Φωστιέρη αλλά και στις πρώτες του συλλογές, αναδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο την αδιάσπαστη συνέχεια που παρατηρεί ο Μαυρής στο έργο του. Διατυπώνει, συγκεκριμένα, την άποψη ότι το ποιητικό έργο του Φωστιέρη δεν τεμαχίζεται σε συλλογές αλλά είναι ενιαίο και αδιάσπαστο: «Έχω την εντύπωση πως ο Αντώνης Φωστιέρης γράφει συνεχώς ένα μακροσκελές, ενιαίο και ατερμάτιστο (για την ώρα) ποίημα. Ένα ποίημα εν προόδω, όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται στη λογοτεχνία, που είναι εμμονικά και “εκπληκτικά ομόκεντρο” [όρος του Αλέξη Ζήρα] στη βασική και κυρίαρχη θεματολογία του». Τη συνεκτική αυτή δομή επιτυγχάνει ο ποιητής με την επανάληψη αυτούσιων στίχων, όπως λ.χ. «Είσαι στο βάθος και σ’ ακούω που τραγουδάς», τον οποίο εντοπίζει ως εναρκτήριο σε τέσσερα ποιήματα, και οι οποίοι λειτουργούν ως συνθετικοί αρμοί τόσο στην ίδια τη συλλογή όσο και μεταξύ των ποιητικών συλλογών του.
Γενικότερα, με το βιβλίο αυτό ο Χρήστος Μαυρής συμβάλλει ουσιαστικά σε μια πλουσιότερη ανάγνωση της ποίησης του Αντώνη Φωστιέρη. Η γραφή του έμπειρου κριτικού, που είναι ταυτόχρονα ποιητής και ο ίδιος, αναδεικνύει με εκφραστική δύναμη, λεκτικό πλούτο και ποιητική ευαισθησία το πολυεπίπεδο ποιητικό σύμπαν του Φωστιέρη, ρίχνοντας φως σε νέες διαστάσεις του έργου του και παρουσιάζοντάς το ως έναν κόσμο με σοφία δομημένο, όπου η σκέψη, η αίσθηση και η λέξη βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία. Με το πόνημα του αυτό ο Χρήστος Μαυρής προσδίδει στοχαστικό και υπαρξιακό βάθος στην ποίηση του Αντώνη Φωστιέρη και εμπλουτίζει πολύτροπα και ποικιλότροπα την κατανόηση των αναγνωστών τού πολύ σημαντικού αυτού ποιητή.