Τακτικός στο ραντεβού του με το έργο του Γεωργίου Δροσίνη ο Αναστάσιος Αγγ. Στέφος, ανέλαβε αυτή τη φορά να μελετήσει την ποιητική συλλογή του ποιητή «Σπίθες στη στάχτη». Η συλλογή εκδόθηκε το 1940 μαζί με τη συλλογή «Είπε». Περιλαμβάνει 427 άτιτλα λυρικά τετράστιχα με ποικίλη θεματική –αγάπη, έρωτας, δύναμη όρκου, ψεύδος, χωρισμός, μουσική και τέχνη, οράματα, φιλοσοφικές σκέψεις, ελληνική φύση, αρχαιότητα , θεοί, θεές, μυθολογία, ιστορία ελληνική και ευρωπαϊκή- πράγμα που αποδεικνύει περίτρανα τη μεγάλη παιδεία του ποιητή.
Με δεδομένη την ηλικία του, γεννήθηκε το 1859 και πέθανε το 1951, ήταν υπερογδοηκοντούτης, όταν εξέδωσε τη συλλογή και προφανώς ο τίτλος της συνυποδηλώνει τα θέματά της. Τις «σπίθες» που ακόμα λάμπουν μέσα στη στάχτη των χρόνων που έχουν καεί.
Ο μελετητής, Α. Στέφος ερευνά τη σειρά, τη μετρική, τη θεματική, παραθέτει τα ποιήματα-πειστήρια της μελέτης του, ανασκαλεύει τις παλιές μνήμες του ποιητή και σχολιάζει τους τόπους και την παλιά ζωή, όπως π.χ. είναι οι Γούβες Ιστιαίας, με τον προγονικό πύργο, που σήμερα σώζεται χάρη στις άοκνες προσπάθειες της Προέδρου του Μουσείου, κυρίας Ελένης Βαχάρη.
Ο ποιητής δεν παραλείπει στους στίχους του να εξυμνήσει το φυσικό τοπίο, δείγμα παραδείσου επί της γης όπου
Ο χρόνος νεροφύλακας/ στης Λησμονιάς τη βρύση/
δίνει νερό σ’ όποιον πονεί/ να τον παρηγορήσει.
Από τα ποιήματα της αγάπης αποσπώ το τετράστιχο:
Αγάπης μήλο σού ριξα./ Το πήρες με λατρεία
και το σφιξες στα στηθη σου/ κ’ έγιναν μήλα τρία
εδώ ο Σεφέρης θα ρωτούσε:
τ’ άγγιξες το δέντρο με τα μήλα
το χέρι απλώθη κι η κλωστή δείχνει και σε οδηγεί…
Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα
να ’σουν εσύ που θα ’φερνες την ξεχασμένη αυγή!
Σαν να βλέπουμε σε μια μακρά σειρά τον ένα ποιητή να συνεχίζει την ιδέα του άλλου. Γιατί πιο κάτω ο Δροσίνης θα πει :
Αρχή και τέλος -δυο φιλιά-/ του ονείρου σου του πλάνου/
Το πρώτο ενός κατακτητή / και τ’ άλλο ενός ζητιάνου
Και ο Σεφέρης θα προβληματίζεται βαρύθυμα :
Πού πήγε η μέρα η δίκοπη που είχε τα πάντα αλλάξει;
Δε θα βρεθεί ένας ποταμός να ’ναι για μας πλωτός;
Δε θα βρεθεί ένας ουρανός τη δρόσο να σταλάξει
για την ψυχή που νάρκωσε κι ανάθρεψε ο λωτός;
Και στους δύο ποιητές η κατάληξη είναι θλιβερή.
Ο Στέφος επισημαίνει τις επιδράσεις που έχει ο Δροσίνης από τα ιερά μας βιβλία. Επιλέγει βεβαίως να μετασχηματίσει τα επεισόδια σε μικρά ειδύλλια και πόσο προσφιλής και επαναλαμβανόμενη είναι η εικόνα της ωραίας κόρης, είτε μας έρχεται από αρχαία κείμενα και εικόνες ή από θρησκευτικά και άλλα, με τα λόγια ενός σύγχρονου μας ποιητή:
Τη στάμνα ορθή στον ώμο σου/ κ’ έχεις Ρεβέκκας χάρη:/
Σαν ποιος Ισαάκ θα πιει νερό/ και το φιλί θα πάρη;
Από τα «θρησκευτικά» ποιήματα (ας τα αποκαλέσουμε έτσι) θα σταματήσω στο τετράστιοχο που αναφέρεται στους Εμμαούς. Πρόκειται για μια μικρή πόλη∙ τη λέξη «πόλισμα» επιλέγει ο Στέφος, ανασύροντάς την από τη δική της στάχτη και αναδεικνύοντας τη δική της σπίθα. Εκεί λοιπόν, έγινε η περίφημη συνάντηση του Ιησού με δύο μαθητές του που δεν τον αναγνώρισαν και αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Το θέμα έχει εμπνεύσει πολλούς πίνακες ζωγραφικής, με πιο γνωστό αυτόν του Ελβετού Ρόμπερτ Τσιν (1826-1909), Ο δρόμος προς τους Εμμαούς, έργο του 1877.
Και φτάσατε στους Εμμαούς/ χωρίς να Σε γνωρίσουν.
Μόνο, όταν έκοψες ψωμί,/κατάλαβαν πως ήσουν
Και πόσο ωραία επισημαίνει ο ποιητής ποια είναι η καίρια στιγμή της αναγνώρισης. Τα χέρια του, την ώρα που κόβουν το ψωμί, σαν να μας θυμίζει την ώρα που ο ένας από τους Δώδεκα θα τον προδώσει.
Επίσης δεν μπορούμε να προσπεράσουμε το τετράστιχο το αφιερωμένο στον μέγα στρατηλάτη Ναπολέοντα, νικητή του Αούστερλιτς και μάρτυρα της Αγίας Ελένης, όταν ο Δροσίνης επισκέφτηκε το τάφο του στην κρύπτη της εκκλησίας Dôme:
Τη δόξα σου αναζήτησα/ στ’ άστρα, θωρώντας τα ύψη/
και να ιδώ τον τάφο σου/ στα τρίβαθα έχω σκύψη.
Ακολουθούν ποιήματα για τους αρχαίους θεούς και θεές, με πραγματολογικά σχόλια και αναφορές, οι οποίες αφενός αποκαλύπτουν το εύρος των γνώσεων και ευαισθησιών του Δροσίνη, και του μελετητή βεβαίως, ο οποίος δεν αφήνει αθέατο το γερό θεμέλιο που βρίσκεται κάτω από το εμφανές.
Παράδειγμα πολύ ενδιαφέρον, για την πληροφορία την οποία μας δίνει ο Δροσίνης, συναντάμε στο ακόλουθο τετράστιχο:
Με τους αυλούς της, που άφησε / στα χέρια στον Μαρσύα,/
ξεχώρισε η Αθηνά/ την Τέχνη απ’ τη Σοφία.
και ο Στέφος προσθέτει το διευκρινιστικό υλικό για τον αναγνώστη: «στον Μαρσύα, Σειληνό, σπουδαίο παίκτη του διπλού αυλού, έργο της Αθηνάς, η οποία τον επινόησε για να μιμηθεί το σφύριγμα των φιδιών που είχαν στο κεφάλι τους οι Γοργόνες». Ομολογεί κανείς πως δεν ανήκουν αυτές οι πληροφορίες στα ευπώλητα της λογοτεχνικής ή έστω της μυθολογικής αγοράς. Με τον ίδιο τρόπο, που ο ποιητής διεισδύει στον μύθο, με τον ίδιο τρόπο και ο μελετητής διεισδύει στον στίχο και φέρνει στην επιφάνεια μιαν άλλη αλήθεια κρυμμένη πίσω από την καλλιτεχνική της μεταμφίεση.
Σε άλλο ποίημα θα θαυμάσουμε τα «θεία στήθη» της Φρύνης. Βεβαίως είναι γνωστή η καλλονή, αλλά τα στήθη της ποτήρια; Τέτοια παρομοίωση δεν θα έλεγα πως θα μπορούσα να τη φανταστώ. Είναι γνωστό το δημοτικό τραγούδι
Θα γένω ασημόκουπα να πίνεις το κρασί σου
εσύ να πίνεις το κρασί κι εγώ να λάμπω μέσα…
Είναι επίσης γνωστό ότι ο Κρούμμος ασήμωσε το κρανίο του βυζαντινού αυτοκράτορα Νικηφόρου Α΄ και το χρησιμοποίησε ως κούπα για να πίνει το κρασί του… (και όχι μόνο ο Κρούμμος). Τα στήθη όμως;
Να λοιπόν που τώρα τα στήθη εμπνεύουν τον καλλιτέχνη που θα πλάσει τις κούπες με τις οποίες θα πίνουν το κρασί τους οι γενναίοι της ηδονής στο ποίημα του Δροσίνη
Το πλάσμα του τελειώνοντας / ο Πραξιτέλης κρίνει/ την Αφροδίτη ζωντανή/ και μάρμαρο τη Φρύνη/
Απ’το ποτήρι, που κρατείς,/ μεθάς χωρίς να πίνεις:/ το τόρνεψ’ ο τεχνίτης του/ στα θεία στήθη της Φρύνης.
Και από την ωραία σαν Αφροδίτη Φρύνη ας περάσουμε στην Γλυκέρα, μια λιγότερο γνωστή ωραία κόρη, πρότυπο των ζωγράφων, για την οποία ο Δροσίνης συνθέτει το ακόλουθο τετράστιχο:
Γλυκέρα, στέφανα έπλεκες, τεχνίτρα στα λουλούδια.-/ Τα λόγια έχομε τέχνης μας ,/ να πλέκωμε τραγούδια
Η Γλυκέρα ήταν ανθοπώλις από τη Σικυώνα, πηγή έμπνευσης και ερωμένη του Σικυώνιου ζωγράφου Παυσία. Ένα από τα έργα του είναι η Στεφανοπλόκος ή Στεφανόπωλις, κόρη που πλέκει στεφάνια.
Λοιπόν,στην αρχή είναι η όμορφη κοπέλα που πλέκει στεφάνια. Ο ζωγράφος την ερωτεύεται και τη ζωγραφίζει, 2600 χρόνια μετά, ένας ποιητής κάνει ποίημα τη ζωγραφιά και στη θέση του ζωγράφου βάζει τον ευατόν του. Εκείνη πλέκει στεφάνια και εκείνος στίχους. Και να πώς το κέντρισμα από τον 4ο αι, π. Χ. φτάνει στην εποχή μας για να μας θυμίσει την ομορφιά που κάποτε έλαμψε, θαυμάστηκε, έγινε γλυπτό, ζωγραφιά, ποίημα και έφτασε σε μας.
Η τέχνη είναι μια μορφή αθανασίας, ίσως η μόνη αθανασία.
Γενικά, ο Δροσίνης, συνθέτει τα ποιήματά του αντλώντας έμπνευση από τη φύση, από την ιστορία, την τέχνη, την ελληνική κληρονομιά του αλλά και από την παγκόσμια, όπως έχει δείξει και η κυρία Ελένη Βαχάρη στο δικό της βιβλίο Ο Γεώργιος Δροσίνης στο Παγκόσμιο Στερέωμα, και με τον δικό του ποιητικό τρόπο αποτίει τιμή στους προγόνους μας στην αστείρευτη πηγή για όλους τους καλλιτέχνες και ποιητές στους αιώνες.
Ο Αναστάσιος Αγγ. Στέφος, με τη σειρά του, μελετά συστηματικά τον Δροσίνη. Στις 78 σημειώσεις του βιβλίου του, παραθέτει πλουσιότατο υλικό, άγννωστο στους πολλούς, γνωστό μόνο στους ειδικούς, αποδεικνύοντας του Δροσίνη, αλλά και τη δική του, ευρυμάθεια.
Αν υπάρχει κάτι πέρα από τον θάνατο αν έχει και ο θάνατος τους δικούς του δρόμους και τη δική του δικαιοσύνη, αν ο τιμώμενος ποιητής έχει βρει τη χαραμάδα να βλέπει τι γίνεται στον κόσμο από τον οποίο έχει φύγει, θα πρέπει να είναι πολύ χαρούμενος που απέκτησε έναν τόσο άξιο, ευαίσθητο και άρτια ενημερωμένο επιστήμονα που έχει σκύψει με τόση αγάπη και αφοσίωση πάνω στο έργο του και το έχει αναστήσει…
Στον ακούραστο Αναστάσιο Αγγ. Στέφο στέλνουμε την ευγνωμοσύνη μας.
Ανθούλα Δανιήλ