Μια τολμηρή μεταγραφή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Λέοντος Τολστόι
Πώς μπορεί ένα έργο εκατόν πενήντα, πάνω κάτω, χρόνων να κινεί το ενδιαφέρον του σημερινού αναγνώστη; Σ’ αυτό το ερώτημα απαντά το κοινό που προστρέχει για να δει έναν μυθικό έρωτα που συντρίβεται στις συμπληγάδες των αντιξοοτήτων.
Για την εποχή του, ο Λέων Τολστόι, συγγραφέας κλασικός και αυστηρά τοποθετημένος – ο καθένας στην πλευρά του, στην κοινωνική του τάξη και η τάξη δεν πρέπει να διασαλεύεται- μας έδωσε όλο το τραύμα που προξένησε ο έρωτας μιας παντρεμένης γυναίκας με έναν ανύπαντρο άντρα.
Ο μεγάλος μάστορας του είδους έπαιξε πολύ καλά με τους ρόλους. Η έγγαμη γυναίκα και μητέρα που για πρώτη φορά ζει τον έρωτα είναι παγιδευμένη σε ένα γάμο τυπικό. Ο σύζυγός της σε ένα υψηλό κοινωνικό λειτούργημα και μια κοινωνική τάξη που δεν του επιτρέπει να παρεκκλίνει από τον κανόνα. Και ο εραστής μόνος, από την άλλη πλευρά, που πρέπει και εκείνος να τακτοποιήσει τη ζωή του, να παντρευτεί, να αποκτήσει παιδιά και κληρονόμους. Όλοι αριστοκράτες. Και πλάι τους άλλοι, επίσης, αριστοκράτες που έχουν το μάτι τους στυλωμένο πάνω στο σκάνδαλο.
Η αλήθεια είναι πως στο θαυμάσιο αυτό έργο του Λέοντος Τολστόι, Άννα Καρένινα, ο έρωτας είναι λαμπερός στην επιφάνεια, ενώ πολλά άλλα θέματα παίζουν υποδόρια· το κοινωνικό, πολιτικό, πολιτισμικό και κοινωνικό στάτους και ο κώδικας που πρέπει να τηρείται από τα επίλεκτα μέλη της αριστοκρατίας για να μπορούν να ανήκουν σ’ αυτήν. Όμως τα προβλήματα της καρδιάς δεν αναγνωρίζουν κανόνες και συχνά δεν έχουν λύση. Βεβαίως παίζει και ένα ακόμα θέμα, αυτό που αναλαμβάνει να επιλύσει ο Λέβιν ο οποίος ευαγγελίζεται την επανάσταση, την ελευθερία και την ισότητα.
Τι θα γίνει στο τέλος; Ο κόμβος θα λυθεί, όταν η Άννα απελπισμένη θα ξεφύγει με την αυτοχειρία. Ο Μπρόντσκι απομονώνεται στη δική του αδύναμη πλευρά, αφού κανέναν δεν μπορεί να πιέσει για να αλλάξει η μοίρα του. Ο Καρένιν, κι εκείνος μόνος του, γίνεται ο «κακός» της υπόθεσης, επειδή απλώς έπρεπε να κάνει ό,τι έκανε για να μη χάσει τελείως την αξιοπρέπειά του σαν άνθρωπος και ο Λέβιν θα περιμένει πολύ ακόμα για να επέλθει (θα επέλθει;) η κοινωνική δικαιοσύνη και η ελευθερία που οραματίζεται.
Έτσι, ένας έρωτας υφαίνει ιστό αράχνης γύρω από όλα τα πρόσωπα που κινούνται με σπασμωδικές αναποτελεσματικές κινήσεις, και φαίνεται, ενώ μια άλλου είδους δράση, που δεν φαίνεται, υποδηλώνεται. Ο Τολστόι πάντως την υπονοεί.
Η Άννα «ελευθερώθηκε» δοσμένη, αρχικά, σ’ έναν τρελό έρωτα κι ύστερα στον Χάρο. Ο Αντρέ Μπρετόν θεωρούσε τον έρωτα τη μοναδική ευκαιρία του ανθρώπου που έρχεται σε μια προνομιούχο στιγμή για να καταξιώσει την ύπαρξή του· είναι ο μόνος χώρος, έλεγε, που δεν μπόρεσε να αλώσει η λογική. Η κοινωνία όμως δεν έχει ενημερωθεί κόμη και ο Μπρετόν θα γεννηθεί εξήντα χρόνια αργότερα.
Ας δούμε την παράσταση.
Από τους 48 ρόλους της ανθρωπογεωγραφίας του Τολστόι, ο Αργύρης Ξάφης, που έκανε την διασκευή, κράτησε τρεις ή τέσσερις, ο ίδιος παρών στον ένα και οι άλλοι δύο – Δημήτρης Γεωργιάδης και Δέσποινα Κούρτη – στους άλλους δύο.
Ο Δημήτρης Γεωργιάδης είναι άλλοτε Μπρόντσκι και άλλοτε Λέβιν.
Η Ιώ Βουλγαράκη σκηνοθέτησε, καθοδήγησε και τους τρεις που, με ένα συνεχές πήγαινε έλα, τράνταξαν τη σκηνή, μεταφέροντας στην κίνηση του σώματος την υπερδιέγερση της ψυχής. Πρέπει να πούμε πως την Βουλγαράκη την έχουμε συνηθίσει σε πιο κλασικές φόρμες και πάντα επιτυχημένες παραστάσεις. Η Άννα Καρένινα, αποδομημένη και αναδομημένη αλλιώς ήταν μια έκπληξη. Όπως γράφει στο σημείωμά της η ίδια «Η παράσταση επιχειρεί μια φαντασία πάνω στο κλασικό μυθιστόρημα Άννα Καρένινα, ψηλαφεί το ασυνείδητο των ηρώων και αντικρύζει εκεί κάτι ορμητικό και απρόβλεπτο, αντιφατικό και αχόρταγο, πλαισιωμένο από συμβάσεις, κοινωνικούς θεσμούς και ταυτότητες κι ωστόσο ανένταχτο και αταξινόμητο, κάτι που είναι αδύνατον να ορίσει κανείς: την ανθρώπινη φύση».
Η Κούρτη σπαράσσεται επί σκηνής. Είναι μία γυναίκα που προσπαθεί να αποσπαστεί από τον ένα άντρα και να δοθεί στον άλλο, αλλά ένας ακόμη μικρότερος, ο γιος της, είναι η μυλόπετρα που πάνω της θα συνθλιβεί. Ο Καρένιν θα συνθλιβεί ανάμεσα στην τιμή και το κύρος που πρέπει να διαφυλάξει και στην ανθρώπινη πλευρά του που πρέπει να κρύψει. Ο Μπρόντσκι ανάμεσα στην κοινωνική θέση και στον αδιέξοδο έρωτα της Άννας. Την ακολουθεί, λαχανιάζει και εκλιπαρεί. Αλλά η εκκρεμότητα πρέπει να διευθετηθεί.. ο Λέβιν έχει στο νου του την κοινωνική αλλαγή.
Η παράσταση δεν δίνει σαφή περιγράμματα. Εκείνο που ήδη ξέρουμε περιορίζεται σε μερικούς ρόλους που παίζονται από τρεις ανθρώπου. Η Άννα πάντως είναι πάντα Άννα…
Ο χώρος είναι ορθολογιστικά στημένος, στο παλιό ογκολιθικό, επιβλητικό κτήριο, απρόσωπος, χωρισμένος σε δύο παράλληλους μεταλλικούς μονόδρομους, σαν τις ράγες του τρένου, με ένα χάσμα στη μέση, το οποίο, μετά την αυτοκτονία της Άννας, γεμίζει μωβ λουλούδια. Ο Έλληνας αναγνώστης ίσως θυμηθεί τον στίχο του Διονυσίου Σολωμού «το χάσμα π’ άνοιξε ο καιρός κι ευθύς εγιόμισ’ άνθη», πράγμα το οποίο ίσως μας υποδηλώνει πως ο θάνατος της Καρένινα άνθισε ιδέες για επέκταση, απομάκρυνση αλλά και όχι από τον αρχικό μύθο ή αφήνουμε λουλούδια στον τάφο της για τη συγκίνηση που διαχρονικά χαρίζει στο κοινό της. Κι ακόμα πολλά άλλα «ή» μπορεί κανείς να προσθέσει.
Η οπερατική φιγούρα του Ξάφη με την ανοίκεια γλώσσα, σε κάποια από τις μεταμφιέσεις του, έμοιαζε να παρωδεί το δράμα, να το υποβιβάζει, να το απομυθοποιεί. Η κατάληξη αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα του μύθου… Αλήθεια, αν ζούσε η Άννα σήμερα θα δυσκολευόταν να εγκαταλείψει τον Καρένιν; Ο Καρένιν θα σκεφτόταν την κοινωνική του θέση; Ο Μπρόντσκι θα δυσκολευόταν να ζει με την Άννα χωρίς γάμο; Ο Λέβιν θα έκανε ακόμα σχέδια για την ελευθερία και την ισότητα; Τις οίδεν!
Καλό είναι πάντως, να μην ξεχνάμε πως ο Τολστόι είναι συντηρητικός άνθρωπος. Μας το έχει ξαναδείξει. Έκαστος στην τάξη του και στη θέση του. Τα salta mortalia μόνο θάνατο και ταραχή φέρνουν. Από την άλλη, όπως ο Φλωμπέρ είπε «Η μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ», ίσως, να έλεγε και εκείνος: «Η Άννα Καρένινα είμαι εγώ». Αν ισχύει αυτό το τελευταίο είναι σαν να επιμένει στην αρχική του θέση πως ο καθένας πρέπει να μένει εκεί που τον έταξε η φύση του – από την οποία μόνο με τον θάνατο θα ξεφύγει… έχει προσωπική εμπειρία…
Πάντως, στο γενικό αποτέλεσμα ήταν καλό. Το κοινό και χειροκρότησε θερμά και απόλαυσε και προβληματίστηκε…
Συντελεστές