You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Άρης Σφακιανάκης, Ο πρίγκιψ του δεύτερου ορόφου, στον καιρό του Όθωνα. Εκδ. Κεδρος,2023

Ανθούλα Δανιήλ: Άρης Σφακιανάκης, Ο πρίγκιψ του δεύτερου ορόφου, στον καιρό του Όθωνα. Εκδ. Κεδρος,2023

Α τι ωραία να ‘σαι νεφεληγερέτης/  να γράφεις σαν τον Όμηρο εποποιίες στα παλιά παπούτσια σου/ να μη σε νοιάζει αν αρέσεις ή όχι/ τίποτε.

(Οδυσσέας Ελύτης, Μαρία Νεφέλη, «Ο Νεφεληγερέτης»)

 

 

Τι ωραία να είσαι «πρίγκιψ», να κατοικείς στο δεύτερο όροφο της πολυκατοικίας, να ζεις διακόσια χρόνια πριν  στον Ναύπλιο και σήμερα στην Αθήνα. Να σε λένε  Άρη σαν τον θεό του πολέμου και του έρωτα και τον Σφακιανάκη, σαν να είσαι από τα Σφακιά. Να έχεις όρεξη να δεις και να αποδομήσεις όλη την αίγλη των μεγάλων και των σπουδαίων.

Η έναρξη πλήρως κατατοπιστική: «Η πατρίδα πήγαινε κατά διαόλου». Ο συγγραφέας ενδύεται τον ρόλο ενός νεαρού σπουδαστή της Νομικής στο Μόναχο, τω καιρώ εκείνω, ερχόμενον από το Ιάσιο, γόνο καπνεμπόρου. Επειδή, δήθεν κάποιος της οικογενείας υπήρξε ηγεμών της Βλαχίας, απαίτησε να τον αποκαλούν πρίγκιπα και του έμεινε το  «πρίγκιψ», παρατσούκλι, εφόσον και ατημέλητος ήταν, φορούσε το ίδιο επανωφόρι χειμώνα καλοκαίρι σαν τον Σωκράτης και οι μπότες του ήταν τρύπιες. Ο Σωκράτης μάλλον φορούσε σάνδαλα. Αλλά σαν τον Σωκράτη φέρνει τα μέσα έξω αποκαλύπτοντας τι κρύβεται κάτω από τη φθαρμένη πολιτική. Στο Ναύπλιο, έφτασε το 1831 και μπήκε στη θέση του πρωτοκολλητή στην Κυβέρνηση Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας τον αποκαλούσε «πρίγκιψ», λόγω της επιμελημένης εμφανίσεώς του πλέον, διότι είχε καταλάβει εγκαίρως ότι «τα ρούχα κάνουν τον παπά» και επειδή δεν καταλαβαίνει κανείς τους παπάδες, αρκεί να  φορούν τα ράσα και όλα διεκπεραιώνονται και υπογράφονται και κατατίθενται.

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια ο «πρίγκιψ» μπήκε στην υπηρεσία του Κωλέττη, ο οποίος ήταν μέγας στην πλεκτάνη και στη  φουστανοδουλιά.  Ο Κωλέτης διέβλεπε το μέλλον «Και πού θα πας, βρε κουτορνίθι; … έρχεται ο βασιλιάς… οι Μπαυαρέζοι θα βάλουν τάξη με τις ξιφολόγχες. Εμείς θα πίνουμε τον καφέ μας κι αυτοί θα βγάζουν το φίδι από την τρύπα. Θα φτιάξουν και τα οικονομικά του κράτους με το δάνειο που δώσανε οι δυνάμεις, θα πληρωθείς κι εσύ… Κάνε λίγη υπομονή ηγαπητέ μου». Ο «ηγαπητός» έγινε δάσκαλος ελληνικών της Αμαλίας, φυτοζωών, βεβαίως,  αλλά  … αφού έρθουν οι Βάρβαροι  θα τα κανονίσουν όλα, όπως έλεγε ο Καβάφης… και η Ιστορία συνεχίζεται στον μύθο, στα ποιήματα και την πραγματικότητα…

Η Αθήνα θα γίνει πρωτεύουσα άκουσε από τη δεσποινίδα Άρμανσμπεργκ Κι ο  «πρίγκιψ» άκουσε με τα αυτιά του τον Έιδεκ να λέει στον προσωρινό υπουργό  Μαυροκορδάτο: «Βλάκα! Τίποτα δεν με εμποδίζει να ανοίξω το παράθυρο και να σε πετάξω έξω!». (Ω! πόσο ευθείς ήταν οι Μπαυαρέζοι με τους Έλληνες της Επανάστασης… όπως π.χ. και ο Αμερικανός Πολ Πόρτερ το 1947, όταν άστραψε ένα ηχηρό χαστούκι στον Στέφανο Στεφανόπουλο, επειδή διαφωνούσε με το πώς θα μοιραστεί η αμερικανική βοήθεια στον λαό και την άλλη μέρα ο Στεφανόπουλος ζήτησε και συγγνώμην που εξόργισε τον Πόρτερ προσφέροντας, αντί για το άλλο μάγουλό του ένα μαργαριταρένιο κολιέ στη σύζυγο του Πόρτερ μαζί με τη συγγνώμην του. Η Ιστορία κάνει κύκλο και δαγκώνει την ουρά της).

Ακολουθεί συνάντηση του ήρωά μας με έναν συμφοιτητή από το Μόναχο και παίρνουν μαζί καφέ στο καφενείο· –Χριστόφορος Νέζερ, το όνομά του στην ακολουθία του Όθωνα. Παίρνει έναν μισθό στη Γερμανία κι άλλον ένα στην Ελλάδα. Και τούτοι εδώ οι φουστανελάδες, είπε ο «πρίγκιψ» κι έδειξε τους θαμώνες που καφενείου, που ελευθέρωσαν την Ελλάδα, δεν παίρνουν τίποτα και πεινούν…εν τω μεταξύ 10.000 παλικάρια μαζεύτηκαν στην αργολική πεδιάδα περιμένοντας διορισμό στο στρατό. Οι Έλληνες θέλουν να φορούν τη φουστανέλα, αλλά ο Όθων επιμένει στη φράγκικη στολή,  διότι η φουστανέλα θύμιζε τον άγριο βίο και τη ληστρική ζωή.

Ο Όθων υποσχέθηκε πως θα κάνει εθνικό στρατό με εθνικές φορεσιές και εθνικά όπλα και γι’ αυτό ζήτησε τον αφοπλισμό τους κι εκείνοι έδωσαν τα όπλα τους κλαίγοντας κι επειδή εθνικός στρατός δεν γινόταν, οι παλιοί αγωνιστές πήραν τα όπλα και βγήκαν πάλι στα  βουνά και έτσι έγιναν οι ληστοσυμμορίες (Να πάλι η Ιστορία που ξαναδαγκώνει την ουρά της).

Στη συνέχεια η Αντιβασιλεία   ήθελε να απαλλαγεί από τον Κολοκοτρώνη τον οποίο καταδίκασε σε θάνατο μαζί με τον Πλαπούτα για εσχάτη προδοσία -ο συγγραφέας παραθέτει μεγάλο απόσπασμα από τα Απομνημονεύματα του Γέρου- η ιστορία είναι γνωστή, τελικά πήραν χάρη και  δεν εκτελέστηκαν και έγιναν γνωστοί για το ήθος τους  οι δύο δικαστές Τερτσέτης και Πολυζωίδης. Ο «πρίγκιψ» είχε γνωρίσει τον Κολοκοτρώνη ως δεξί χέρι του Καποδίστρια και είχε ιδίαν αντίληψη… .

Τα γεγονότα έρχονται ραγδαία. Η Αθήνα γίνεται πρωτεύουσα,  ο «πρίγκιψ» και ο Χριστόφορος φτάνουν σε μια ερειπωμένη Αθήνα, χωρίς δρόμους.

Στα ενδιαφέροντα σοφά και χρήσιμα συγκαταλέγεται η γνωριμία με το Ραγκαβή, το πώς σχεδίασε την Αθήνα ο Σάουμπερτ και πώς την παραμόρφωσε μετά ο καλοπληρωμένος Κλέντσε. Τι έκαναν οι ληστές όταν είδαν τον Όθωνα και τι τους είπε ο  Έπαρχος της Λειβαδιάς, όταν πήγαν να παραδοθούν. Πώς  είχε φανταστεί ο Όθωνας τον Παρνασσό και πώς τον βρήκε. Πώς ήταν η οδός Σταδίου και πώς έφταναν στα ανάκτορα οι προσκεκλημένοι. Τι χτίστηκε πρώτο στη νέα πρωτεύουσα; Η  αίθουσα δεξιώσεων και χορού! Εκεί έγινε και η Α΄ Εθνοσυνέλευση στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 που ψήφισε το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας. Η Οδός Σταδίου ένα λασπωμένο χαντάκι χωρίς φωτισμό και τόπο να περπατήσεις. Μέριμνα του κράτους το θέατρο, η κληρονομιά μας, λέει ο Ραγκαβής, των Ρωμαίων οι δρόμοι. Τι έγινε στην παράσταση της Λουτσία ντι Λαμερμούρ; Τι συζητήθηκε για τη νεολαία στα καφενεία με τον Άντερσεν στα 1841. Λειτουργεί το μόλις ιδρυθέν Αστεροσκοπείο το 1845;  Απαγορεύεται το καπνίζειν στα δημόσια γραφεία το 1856. Γνωριμία με την Αληθινή (;)… Και  η αφήγηση συνεχίζεται χωρίς πουθενά να κάνει «κοιλιά», μέχρι την έξωση του συμπαθούς βασιλικού ζεύγους.

Σε κάθε σελίδα, η κάθε πληροφορία έχει το ενδιαφέρον της αυτή καθ’ εαυτήν, αλλά και για τη λοξή ματιά, το σχόλιο και την ερμηνεία της. Ο Σφακιανάκης καταφέρνει με μία και μόνη λέξη, μια μπηχτή,  να ανατρέψει όλο το οικοδόμημα που έχει στήσει ή να αποκαλύψει τι κρύβεται πίσω από τις λαμπρές φορεσιές, τις τουαλέτες και τις στολές. Μας κάνει μάρτυρες μιας ιστορίας, χωρίς φόβο και πάθος, όπου όλα, ακόμα και τα φοβερά, τα τρομερά και τα ευτράπελα, κυλούν ήρεμα και φυσιολογικά, για να πάρουν τη θέση τους την Ελλάδα σήμερα…

Εύγε, «πρίγκιψ».

Στο εξώφυλλο της Ξένιας Τρύφων, λάμπουν ο Όθων και η Αμαλία με φόντο τα ανάκτορα, σήμερα Βουλή των Ελλήνων.

 

 

 

                 Ανθούλα Δανιήλ

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.