You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Δημήτρης Μαμαλούκας, Σκότωσε σαν τον Στίβεν Κινγκ. Εκδ. Κέδρος 2023

Ανθούλα Δανιήλ: Δημήτρης Μαμαλούκας, Σκότωσε σαν τον Στίβεν Κινγκ. Εκδ. Κέδρος 2023

Ο Δημήτρης Μαμαλούκας είναι φανατικός αναγνώστης του Στίβεν Κίνγκ, του διάσημου συγγραφέα αστυνομικών, θρίλερ και τρόμου  μυθιστορημάτων, πολλά εκ των οποίων έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο. Οι φίλοι του Κινγκ είναι είτε φανατικοί αναγνώστες είτε φανατικοί κινηματογραφόφιλοι ή και τα δύο. Ο Μαμαλούκας ανήκει και στις δύο κατηγορίες. Έχει διαβάσει όλα τα βιβλία και έχει δει όλες τις ταινίες, ξέρει όλα όσα αφορούν τον Αμερικανό συγγραφέα και με όλα αυτά συγγράφει το βιβλίο με τον τίτλο Σκότωσε σαν τον Στίβεν Κινγκ.

Μιμούμενος  τον Κινγκ, επινοεί μια ομάδα φίλων φανατικών με τον διάσημο συγγραφέα (σαν εκείνους τους Σερλόκιανς, τους φανατικούς  οπαδούς του Σέρλοκ Χολμς) που συλλέγουν ό,τι υπάρχει γύρω από τον Βασιλιά,  τον συγγραφέα, τον Κίνγκ δηλαδή.

Πρώτα πρώτα αναζητούν βιβλία, πρώτες εκδόσεις, καθώς και βιβλία με κάποια σημείωση, αφιέρωση, παρατήρηση, βιβλία δεμένα σε έναν τόμο με βιβλία άλλου συγγραφέα που προφανώς είναι συγγενή ως προς το θέμα ή τον τρόπο πραγμάτευσης του θέματος, αντικείμενα, αλλά και αυτοκίνητα που έχουν εμφανιστεί μέσα στα βιβλία ή στις ταινίες που  βασίστηκαν στα βιβλία του Κιγκ. Αυτές όλες οι λεπτομέρειες δείχνουν την διακειμενική σχέση του ενός βιβλίου με τα άλλα, αλλά και την ερευνητική περιπέτεια του συγγραφέα – Μαμαλούκα.

Οι φίλοι μανιακοί σχεδόν, ζουν στον δικό τους ιδιωτικό παράδεισο,  συνθεμένο από τα υλικά της κινγκινκής φαντασίας και πραγματικότητας. Μιλούν μεταξύ τους για τα βιβλία του Κινγκ όπως κάποιοι άλλοι θα μιλούσαν για γυναίκες ή για την ομάδα τους, με φανατισμό, τυφλωμένοι από τον λαμπερό αστέρα που θα οδηγούσε ακόμα και στο έγκλημα.

Όμως πέρα από την υπόθεση, το μυστήριο και την διαλεύκανσή του, το βιβλίο είναι ένα πάτσγουερκ, ένα δημιούργημα από ψηφίδες του κινγκικού βασιλείου.

Ο Ουμπέρτο Έκο έλεγε πως ένα βιβλίο είναι φτιαγμένο από βιβλία, παραπέμποντας προφανώς στη βιβλιογραφία. Όλοι είμαστε ό,τι έχουμε διαβάσει. Και ο Δημήτρης Μαμαλούκας λάτρης κι αυτός του Κινγκ, όπως οι ήρωες του βιβλίου του, γράφει διαπλέκοντας πολλά και διαφορετικά νήματα που οδηγούν σε πύκνωση του μυστηρίου αλλά και σταδιακή διαλεύκανση.

Συγκεκριμένα, στα έργα του Κινγκ κυκλοφορούν τα ίδια σπάνια αυτοκίνητα όπως η Κριστίν, στο τάδε ή δείνα βιβλίο ή στην  ταινία που βασίστηκε σ’ αυτό το βιβλίο. Η Κριστίν, συγκεκριμένα, κυκλοφορεί από το ένα μυθιστόρημα στο άλλο σαν να είναι ο μίτος που συνέχει τα βιβλία και καταγοητεύει τους ήρωες-θαυμαστές. Η Κριστίν καινούρια, η Κριστίν παλιά, η Κριστίν στραπατσαρισμένη. Έτσι και ο Μαμαλούκας, ένας απέξω παρατηρητής και θαυμαστής του Κινγκ, γνωρίζοντας κάθε λεπτομέρεια των βιβλίων του διάσημου συγγραφέα,  πλέκει ένα πυκνό και πολυδαίδαλο υφαντό διακοσμημένο με βιβλία, αυτοκίνητα και άλλα χαρακτηριστικά. Οι φίλοι θα κάνουν ταξίδια, θα φτάσουν ακόμα και στη Σκωτία, για να βρουν, να δουν, να αγοράσουν ό,τι έχει σχέση με τον Κινγκ, και κάθε φορά θα τρελαίνονται από χαρά.

Ένας εξ αυτών θα δράσει κιόλας σαν ήρωας  μυθιστορήματος του Κινγκ.

Αντιγράφω από το βιβλίο, σελίδα 321:

«Τον είδα που άνοιξε την πόρτα του κήπου και βγήκε στο   πεζοδρόμιο. Κατέβηκε στον δρόμο κι έψαχνε να με βρει. … Χωρίς να ανάψω τα φώτα πάτησα τέρμα το γκάζι. Εκείνος άκουσε το βουητό και κοκάλωσε στη μέση του δρόμου σαν τρομαγμένος λαγός. Τον χτύπησα και τον πέταξα δεκάδες μέτρα μακριά. Σαν την Μπιούικ 8, σαν τον κύριο Μερτσέντες σαν τον ίδιο τον Κινγκ όταν τον χτύπησε εκείνος ο μαλάκας με το Dodge».

Το βιβλίο φέρει τον χαρακτηρισμό «αστυνομικό μυθιστόρημα» αλλά η εξέλιξη δείχνει πως είναι και ψυχολογικό δράμα, αφού από τους ήρωες ο ένας έχει μεγάλη οικονομική δυνατότητα, ένας από  τους άλλους όμως όχι, ωστόσο ακολουθεί σαν φτωχός συγγενής που θέλει τα ίδια με τον πλούσιο∙  να αποκτήσει  κι αυτός μια σπάνια έκδοση π.χ. αλλά δεν έχει τα μέσα, να απολαύσει την «τσουλίτσα». Η μανία του συλλέκτη δηλαδή, δηλώνει την σχεδόν ψυχολογική δέσμευση, η οποία λειτουργεί ως αναπλήρωση κάποιας απώλειας ή ανεπάρκειας που φτάνει στα όρια της ψύχωσης κι έτσι γεννιέται μέσα του το ανεκδήλωτο αίσθημα της μειονεξίας, όπως φαίνεται από το ακόλουθο απόσπασμα στη σελίδα 322-323:

«Σκέψου ο εντεκάχρονος Μπράιαν Ρασκ, ένας από τους ήρωες στα    Χρήσιμα χρόνια είναι το πιο δραματικό πρόσωπο που περιέγραψε ποτέ κάποιος συγγραφέας για τη φιγούρα του συλλέκτη. Είναι το παιδάκι που για να αποκτήσει την πολυπόθητη κάρτα του μπέιζμπολ κλείνει συμφωνία με τον διάβολο … Προκειμένου να πλουτίσει τη συλλογή του. Και στο τέλος ο διάβολος θα απαιτήσει το αντίτιμό του … Έτσι κι εγώ φίλε για να ικανοποιήσω το πάθος μου, την τρέλα μου, χρεοκόπησα, εκμεταλλεύτηκα τη φιλία μου με τον Τζέικ και στο τέλος … να σου πω και κάτι που δεν ξέρεις. Μικρός προσπαθούσα να γράψω όπως ο Χάρολντ. Πίστευα ότι με τις λέξεις θα ξεπερνούσα το κόμπλεξ, τη φτώχεια μου, το μπούλινγκ στο σχολείο. Μα δεν τα κατάφερα όπως δεν τα κατάφερε ο Χάρολντ. Όλα μου τα γραπτά γνώρισαν μόνο απορρίψεις». Να πούμε εδώ πως έχουμε ένα είδος συναλλαγής όπως ανάμεσα στον Φάουστ και τον Μεφιστοφελή;

Ο συγγραφέας μάς έχει ειδοποιήσει για το έγκλημα από το οπισθόφυλλο, όμως δεν είναι το έγκλημα το ζητούμενο αλλά ο τρόπος που από το ένα στο άλλο, διαφορετικοί άνθρωποι, με κάποιο κοινό χαρακτηριστικό, παρασύρονται σε μια τρελή κούρσα απόκτησης βιβλίων ή αντικειμένων. Έτσι με το βιβλίο αυτό ο Μαμαλούκας μπαίνει στον χώρο της Εγκληματολογίας, της κοινωνικής παρατήρησης, της ανίχνευση των βαθύτερων αιτίων της μειονεξίας που μπορεί να οδηγήσει σε παραβατικές συμπεριφορές.

Το βιβλίο είναι ένας θησαυρός πληροφοριών,  όπου και το πιο ασήμαντο πράγμα γίνεται είδος που σε πλειστηριασμό θα έπιανε ιλιγγιώδη ποσά. Είναι η σύμπλεξη των πληροφοριών από τα βιβλία ή τις ταινίες, αλλά και η ψυχολογία των ηρώων όπως διαμορφώνεται σ’ αυτό το κυνήγι του θησαυρού που κάνει την αφήγηση γοητευτική, γρήγορη, ενδιαφέρουσα, αληθινή.

Ο Μαμαλούκας φαίνεται πως έχει κάνει έναν ακόμα άθλο στην ήδη επιτυχημένη συγγραφική καριέρα του. Στον Πρόλογό του λέει ότι κουράστηκε για να γράψει αυτό το βιβλίο. Ο βιαστικός αναγνώστης ίσως δεν βλέπει αυτή την κούραση, ο «επαρκής» όμως την υποθέτει, αντιλαμβάνεται με τι κόπο έγινε όλη αυτή η έρευνα και η διασταύρωση των στοιχείων και πόσος χρόνος απαιτήθηκε γι’ αυτό. Ωστόσο  όλοι απολαμβάνουν την πολυσέλιδη περιπέτεια στην οποία αφήνονται και θα έλεγα παρασύρονται να διαβάσουν και όποιο άλλο βιβλίο του Κινγκ για το οποίο ήδη ενημερώθηκαν και όποια ταινία που αναφέρεται στο Σκότωσε σαν τον Κίνγκ ή όλα τα βιβλία του Μαμαλούκα. Το ρήμα του τίτλου «σκότωσε» είναι προστακτική ή αόριστος; Πάντως ο δράστης το έκανε το έγκλημα σαν ήρωας του Κινγκ, σαν φανατικός οπαδός που κρύβει μέσα του έναν δυνάμει δολοφόνο είτε είναι οπαδός του Στίβεν Κινγκ είτε του μπέιζ μπολ, του ποδοσφαίρου, πολιτικού κόμματος ή ακόμα και του Χριστού…

Στο Επίλογο, η  «μακριά πορεία» (χρόνος δράσης ένα έτος) θα φέρει τα πάνω κάτω. Χωρίς ίσως να είναι στις προθέσεις του, ο Μαμαλούκας μας κάνει μάθημα αντιφανατισμού, αλλά και μας θυμίζει τον Ηράκλειτο ή τον Καρυωτάκη «Στην άμμο τα έργα στήνονται μεγάλα των ανθρώπων, και σαν παιδάκι τα γκρεμίζει ο Χρόνος με το πόδι», για να μην πω και το άλλο: «Είμαι ο Φαίδων ριγμένος στη λάσπη. Θαυμαστό βιβλίο, που οι έννοιές του δε θα το σώσουν από τον άνεμο και τη βροχή, από τα στοιχεία και τους ανθρώπους». Ο Επίλογος, με άλλα λόγια, είναι ίσως ένα δοκίμιο πάνω στη ματαιότητα των ματαιοτήτων ή ένα ρέκβιεμ για τα βιβλία.  Όπως και να ’χει, ο Δημήτρης Μαμαλούκας έγραψε ένα καταπληκτικό βιβλίο, όχι απλώς αστυνομικό.

Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.