Καίρια και με αγάπη
Η Ευρώπη Μοσχονά-Μαραγκάκη έκανε πολλά, και εξακολουθεί να κάνει πολλά, γιατί, πατώντας γερά στον λογισμό, υπηρέτησε πάντα πιστά την ελληνική παιδεία, το δημόσιο σχολείο και φώτισε γενιές και γενιές παιδιών και οδήγησε άλλα στην Επιστήμη, άλλα στην Τέχνη κι άλλα στις επιχειρήσεις, γεμίζοντας τον ταξιδιωτικό της σάκο επαίνους και αγάπη. «Αγάπησα τα λουλούδια και τα παιδιά» μας λέει και στέκει στο βάθρο της γεμάτη από ό,τι την γεμίζει κι από ό,τι εισπράττει σε ανταπόδοση για να την συντηρεί. Αγάπη.
Ωστόσο δεν αρκέστηκε μόνο στα άυλα συναισθήματα, αλλά προχώρησε στην υλοποίηση τους, μεταλλάσσοντας σε τέχνη, ποιητική εν προκειμένω, ό,τι την ευαίσθητη ψυχή της άγγιξε. Και την άγγιξε ο κόσμος, ο άνθρωπος, ο πόνος, η ευτυχία και η δυστυχία, η ομορφιά και η απώλεια, η ανθρωπιά.
Πάνε πολλά χρόνια που η Ευρώπη αποφάσισε χαμηλόφωνα να δημοσιεύσει τα λεπτεπίλεπτα στιχουργήματά της, γιατί όπως λεπτεπίλεπτη είναι η ίδια έτσι είναι και τα έργα της, κι ας έχουν βαρύ ουσιαστικό φορτίο. Παίρνω για παράδειγμα τα 24 λόγια κι ένα παραμύθι… μια έκδοση του 1995 στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς, την πατρίδα της, παρά ένα ελάχιστο μόριο χρόνου, τριάντα χρόνια. Νομίζεις πως τα έγραψε σήμερα.
Από το μότο μας προειδοποιεί πως αυτό που γράφει οφείλεται «Σε ό,τι είναι ή μπορεί να είναι λόγος ζωής», σαν να μας το δηλώνει καθαρά πως αυτός ήταν ο λόγος που έζησε. Γεννήθηκε με τον στόχο να υπηρετήσει τη ζωή. Και το δεύτερο μότο της διευκρινίζει: «Με λέξεις πλασμένες από χώμα /έντυσα το νόημα /κι είπα το λόγο μου…».
Με το υλικό που ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο –το χώμα- και με την πνοή του, την ψυχή της. Ο Γιώργος Σεφέρης είχε και εκείνος πει το ανάλογο, στο «Θερινό Ηλιοστάσι, Ζ΄»:
Το ποίημα μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια
Θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις.
Έτσι λοιπόν, με το χώμα και το βράχο της, με το σώμα και την ψυχή της θέτει ερωτηματικά, κοιτάζει τον Θεό και τον ρωτά, ελπίζει πάντα πως το καλό θα κυριαρχήσει, πως η «ολόλευκη περιστερά», η Ειρήνη, με τα «χιονόφτερά της» δεν θα αφήσει τον Θεό να απορεί κοιτώντας «το κόσμημα της ‘‘Γέννησης’’».
Η ποιήτρια νιώθει το μείζον πρόβλημα του κόσμου που θέτει ακόμα και τον Δημιουργό σε προβληματισμό. Όμως ο προβληματισμός της που με την ευρεία έννοια είναι πολιτικός, είναι συνάμα και στοχαστικός πάνω στην «Άβυσσο ψυχής» και την αδυναμία του ανθρώπου να ερμηνεύσει το τι υπάρχει γύρω μας και πέρα από μας.
Άπειρο Συ, που ακινητείς μες στους αιώνες
ισορροπώντας το μυστικό νόμο
της Υπερτάτης Δύναμης
Η Ευρώπη Μοσχονά-Μαραγκάκη έναν στόχο έχει μέσα στα ποιήματά της. Δεν είναι η εμπειρία της περίστασης που κινεί το πνεύμα της να ανθίσει, αλλά ο στοχασμός που έχει ήδη πήξει, αυτός είναι που θέλει να δει το φως, να γίνει λέξη και να μπει στο μυαλό του αναγνώστη. Καλύτερα είναι να πω στην καρδιά. Εκεί στοχεύει η ποιήτρια.
Το ποίημα «Μην πεις» -τίτλος και αρχή – το φανερώνει:
Μην πει πως είσαι μόνος σου στιγμή μας δίνει το γενεαλογικό μας δέντρο. Ποτέ κανείς μας δεν είναι μόνος. Είναι μια μακρά σειρά προγόνων πίσω μας
–ο στοχασμός σου απ’ την καρδιά τους ξεκινά…/ Πίσω σου θε να μείνουν κάποιοι άλλοι-
ένας κρίκος μόνο είναι στην μακρά αλυσίδα που κάποτε άρχισε από τον χοϊκό Αδάμ και την Εύα και έφτασε στα δισεκατομμύρια απογόνους που πράγματι κατακυρίευσαν τη γη και συχνά την έβλαψαν. Η Ευρώπη Μοσχονά υποφέρει, δεν το αντέχει, γι’ αυτό μας υπενθυμίζει πως όσο και αν το παραβλέπουμε, η ευθύνη μας είναι μεγάλη απέναντι σ’ αυτούς που προηγήθηκαν και σε εκείνους που θα ακολουθήσουν. Δεν είμαστε μόνοι, είμαστε μέλη μιας κοινωνίας και εμείς οφείλουμε να την συνεχίσουμε με τον σωστό μας λόγο και το δίκαιο έργο. Έτσι κι εκείνη πιασμένη στον μεγάλο χορό κρατάει γερά την αλυσίδα.
Η ποίηση δεν είναι πολυτέλεια, είναι αποστολή. Πηγάζει από μέσα βλέποντας το φως της δημοσιότητας γίνεται αποστολική. Διδάσκει και συγκινεί. Ακόμα και στις πιο προσωπικές στιγμές της γίνεται πλατιά κοινωνική και μας αφορά όλους. Το παράδειγμα μας δίνει το ποίημα «Βρέχει στα μάρμαρα», το οποίο αφιερώνει στον πατέρα της:
Βρέχει στους μαρμαρένιους κάμπους της σιωπής
Κι αυτοί που αποκοιμήθηκαν για πάντα ακούνε
Χίλια τραγούδια της απόμακρης ζωής
που πια δε ζούνε.
Οι στάλες καθώς πέφτουνε στα χώματα του τάφου
Φέρνουν μαζί τους τ’ αποήχι της ζωής.
Και οι νεκροί, καθώς ακούνε από κάτου
κλαίνε κι αυτοί…
Δεμένοι με την παράδοση η Ευρώπη νιώθει σαν τους αρχαίους μας προγόνους πως ούτε στον κάτω κόσμο οι νεκροί δεν ξεχνούν, κάθε στάλα της βροχής είναι ήχος μουσικής που κάνει τους νεκρούς μας να πονούνε…. Δηλαδή εμείς να πονούμε και οι ευρεσίτεχνοι ποιητές με κείνη τη Νέκυια που σκέφτηκαν, αρχής γενομένης από τον Όμηρο, να μας παρηγορούνε. Και οι στάλες της βροχής, νότες θλιμμένης μουσικής, να παίζουν όχι στον τάφο, πια, αλλά στην ψυχή που δεν ξεχνά.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα αρχαιόθεμα ποιήματα της Ευρώπης. Είναι η περίπτωση του Αγαμέμνονα, με τον τίτλο «Προδοσία»
Στη Μυκήνη μη γυρίσεις / Αμφίστομο ξίφος σε καρτερεί/ ακονισμένο στου άγριου πόθου την κόψη… / Εδώ σ’ αυτό το λουτρό σφάχτηκε ο Αγαμένονας, / ο μεγάλος πορθητής από δυο μικρούς ανθρώπους που ’γιναν για μια στιγμή μεγάλοι από άνομο πάθος…/
«Είναι κι αυτή μια στάσις νοιώθεται» καθώς λέει και ο Κ.Π.Καβάφης…
Υπάρχουν και τρία ποιήματα στα γαλλικά, μεταφράσεις των ελληνικών της, στα οποία με την ίδια δεξιοτεχνία και λεπτότητα μας δείχνει και την ευαισθησία της με γαλλική φινέτσα.
Θα επανέλθω σ’ αυτό που είναι το μότο της ζωής της, στην Αγάπη και στο ορισμό της. Φυσικά δεν μπορεί να την προσδιορίσει όμως:
… είμαι σίγουρη πως γεννήθηκε /πέρα από με,/ Για με, Σε ώρα διαχρονική,/ με υλικά παρμένα από την αιωνιότητα. / Από το φως και το σκοτάδι.
Και θα κάνω τον «Απολογισμό», μέρες Αυγούστου μεσούντος και καυτού:
Μέσα τ’ Αυγούστου/και το πρώτο μήνυμα του Φθινοπώρου / Έφθασε/
… Μέσα τ’ Αυγούστου./ Η λευκή υποψία ακούμπησε / στα μαύρα μαλλιά…
(Σήμερα Αυγούστου 8).
Καίρια και με αγάπη (Αργοστόλι 1997)
Η άλλη ποιητική συλλογή έχει στο εξώφυλλο ένα με σκίτσο λιτό, μια όμορφη λιγνή κοπέλα σ’ ένα λουλουδένια λιβάδι με μια αγκαλιά λουλούδια. Ίδια εκείνη η παλιά Φλώρα Μιράμπιλις σε μια μοντέρνα εκδοχή.
Αυτή τη φορά το λεπτεπίλεπτο κυριολεκτεί. Μικρά ποιήματα στιγμιότυπα ή στιγμές-σταγόνες-στάλες ψυχικής υπερχείλισης της αγάπης.
Και να τες
Οι πιο ωραίες σκέψεις / φεύγουνε γοργοπόδαρες / Και μεις κυνηγοί της αθανασίας / τις αγναντεύουμε στο βάθος του ορίζοντα / Ελεύθερες./ Πλάι μας κενά τα κλουβιά/ των στίχων.
Τώρα ακόμα πιο προσωπική αλλά και πάλι πλατιά, είναι η μάνα η Πλατυτέρα, θα λέγαμε σαν Παναγία, που ακόμα κι αν της λείπει το ένα «τεταρτημόρι» εκείνη είναι ακαίρια… Θα θυμίσω τη μάνα στο ποίημα του Άγγελου Σικελιανού «Στ’ Όσιου Λουκά το μοναστήρι», μεγάλο Σάββατο, που έτρεξε κι αγκάλιασε το ξύλινο ποδάρι του στρατιώτη, του γιου της που τον είχε για χαμένο στον πόλεμο. Η Ευρώπη λούζεται στα νάματα του Ιονίου πελάγους, νιώθει βαθιά μέσα της τη μεγάλη κληρονομιά με την οποία η παιδεία της την προίκισε και σκορπά αγάπης αντίδωρα στον κόσμο που υποφέρει. Δεν ξεχνά τους αγώνες και την προσευχή της στον Θεό, παίρνει θάρρος από το το «Ηλιοτρόπιο», το πρόσωπο της κόρης της Ειρήνης που είναι «γεμάτο φως» και της ζωής της προσανατολισμός. Γράφει στίχους την ημέρα και τους συντρίβει το βράδυ («Σισύφειον») την εμποδίζει η τελειομανία της να τους αφήσει να επιζήσουν ή «ένα μορμολύκειο … που ελλοχεύει στα ρείθρα των ωρών μας». Η Ελένη (η άλλη κόρη) σπούδασε Νομικά και διαπρέπει στην Ευρώπη…
Σκυμμένη στα εγχειρίδια της Νομικής/ εμπέδωσε τον γκρίζο τοίχο του ακάλυπτου/ Το πλαίσιο του παραθύρου/ Τους κρίκους στο κουρτινόξυλο./ Δεκαοχτώ./ Απομνημόνευσε όλα τ’ ανθάκια της κουρτίνας. / Γι’ αυτό ελπίζει πάντα στην Άνοιξη.
Και ερωτώ: Τι κάνει εδώ η Ευρώπη; Μας σχολιάζει τον κόπο ενός παιδιού να μπει στο Πανεπιστήμιο ή το σύστημα εισαγωγής; Ό,τι κι αν κάνει, το κάνει με μεγάλη αίσθηση του χιούμορ και χτυπά στην καρδιά και στο σύστημα, και ο νοών νοείτω.
΄Ενας κορυδαλλός κελαηδάει/ στα τρίσβαθά μου/ Και ρυθμίζει το βήμα / ανάλαφρο/ Κατά τον ήλιο (κι αυτό της Ειρήνης) και δεν μπορώ να μην θυμηθώ τον Ανδρέα Εμπειρίκο στον δικό του «Κορυδαλλό»
Γλυκά θροΐζουν γύρω μου τα δένδρα. Τι υψηλός και αίθριος
που είναι ο ουρανός! Μες στην ψυχή μου το ουράνιον τόξον
και στην καρδιά μου μέσα —στιλπνός, πασίχαρος
κορυδαλλός— λαλεί ο μικρός μου γιος.
Η συλλογή Καίρια και με αγάπη, περιέχει μικρά ψυχικά αποτυπώματα στο χαρτί, αφιερωμένα σε οικείους φίλους και γνωστούς, πάντα με αγάπη και χιούμρο συχνά και ειρωνεία κάπου κάπου και πρωτότυπη έκπληξη:
Έχω τέσσαρες ώρες δικές μου / Με τον ήλιο αβασίλευτο/ και το βιβλίο στα χέρια. / Είμαι πλούσια./ Υ.Γ. Θέλω να συναντηθούμε/ στη σελίδα τριάντα./ Να είσαι εκεί.
Θα είμαι, Ευρώπη. Σε περιμένω ξεφυλλίζοντας με ενδιαφέρον, με θλίψη, με πόνο, με λάμψη και αγάπη προ πάντων.
Τα ποιήματα της Ευρώπης Μοσχονά-Μαραγκάκη είναι σαν τις μάντολες∙ γλυκές και καραμελωμένες απέξω, αλλά από μέσα σκληρό αμύγδαλο… σε παρασύρουν γλυκά αλλά αντιστέκονται στο δόντι απολαυστικά…
Ανθούλα Δανιήλ