θα το πιάσω από τη μέση και θα το πάω προς το τέλος.
Πενήντα τόσα χρόνια πριν κι εγώ όρθια στη βάρκα που με πήγαινε στα Λαλάρια, με τη χτενισιά της θύελλας, το σορτσάκι της ανεμελιάς, μια γεύση ικανοποίησης στα χείλη, καραβοκύρης εσύ, ένας νέος Μπάιρον, κι εγώ μια νέα Μαντώ, στις Κυκλάδες με τα καράβια μας και την αρματωσιά μας, έτοιμοι για την ανάληψη!
Η μόνη «αλήθεια» στη ζωή είναι αυτή που ισχύει, μόνο τη στιγμή που λέγεται, αν είναι αλήθεια. Γιατί η όποια υπόσχεση έχει ημερομηνία λήξης… Θυμάσαι τι έλεγες εσύ κι εγώ τι έλεγα τότε; Ε! τίποτα από ό,τι έλεγα δεν θα έλεγα σήμερα, για να μην έχω την πολυτέλεια να λέω πως απατήθηκεν η ακοή μου… Εγώ απάτησα την εμαυτήν μου. Συνήθιζα να λέω, στα χρόνια τα ηρωικά, πως μόνο σε μένα στηρίζομαι. Μέχρι που γέρασε ο Καιρός για να μου αποδείξει πως δεν είμαι εγώ η εξαίρεση, κι όσο κι αν νόμιζα πως τα ’ξερα όλα, δεν τα ’ξερα, δεν ήθελα να ξέρω πως και ο χρόνος θα υποκύψει στον κανόνα και απαρεγκλίτως για να φτάσει η ώρα της επαλήθευσης. Ο χρόνος είναι μια κινούμενη στιγμή της αιωνιότητας, λέει ο Πλάτων στον Τίμαιο και ότι κινείται αλλάζει. «Η κοινή πεποίθηση», λέει ο Χόρχε Λούις Μπόρχες, «θέλει τον χρόνο να κυλάει από το παρελθόν προς το μέλλον, όμως δεν είναι περισσότερο παράλογη κι η αντίθετη πεποίθηση, που ο Μιγκέλ ντε Ουναμούνο την ορίζει έτσι:
Νυχτερινό κυλάει το ποτάμι των ωρών
Απ’ την πηγή του που είναι το αιώνιο αύριο»
Λέει κι άλλα σημαντικά ο Αργεντινός στοχαστής κι επικαλείται και τους Ινδούς και άλλους προβληματισμένους. Του διέφυγε ο Ηράκλειτος που ήδη όρισε τον χρόνο σαν ποταμό, που μπαίνεις μόνο μια φορά, ή σαν οδό άνω και κάτω μία, παλίντροπο ή παλίντονο αρμονία. Και ο Τ. Σ. Έλιοτ που, πιο πιστός αν είναι αλήθεια, στον Εφέσιο, είπε το τέλος μου είναι στην αρχή μου κι άλλοι είπαν τον είδαν να μοιάζει με τον ουροβόρο όφι. Γυρνάει, κουλουριάζεται και πιάνεται από την ουρά του… όπως ο πρώτος χορευτής όταν αποκοπεί από την κεφαλή του κύκλου πιάνεται απ’ το τέλος και γίνεται τελευταίος… Ένας χορός, συρτός ή καλαματιανός, ας πούμε, που σέρνεται σε κύκλους είναι ο Χρόνος. Σε κάθε κύκλο κάποιος φεύγει αλλά τελικά δεν φεύγει, πιάνεται πάλι από το τέλος που οδηγεί σε μια νέα αρχή. Και τα παιδιά που παίζουν «γύρω γύρω όλοι», το παιχνίδι της σταδιακής τους ενηλικίωσης παίζουν. Έτσι είναι και η ζωή του ανθρώπου μόνο, που σε κάθε στροφή, κάνει άλλες φιγούρες και τσαλίμια στον χορό του ο χορευτής.
«Τι είναι εκείνο που άλλαξε από σένα;» αναρωτιέται ο Σεφέρης ∙ «τι άλλο από την επιφάνεια; Μήπως δεν είσαι ο ίδιος; Ίδιος όπως όταν ήσουν παιδί;» (Μέρες Γ΄, 7 Σεπτέμβρη 1935). Ήταν στα 35 του χρόνια. Στο μεσοστράτι της ζωής, που έλεγε και ο Ντάντε (έτσι συνήθιζε να τον προφέρει, ο Σεφέρης) όταν μπήκε στη selva oscura, στο σκοτεινό δάσος.
Την αγάπη μας την πίναμε σιγά σιγά/ μας φαίνουνταν καταπότιο για μιθριδατισμό·/ώσπου το τέλος ήρθε κι απονεκρώθηκε («Ο τελευταίος χορός»). Κι εδώ έρχεται εκείνη η διατυπωμένη σα κατάφαση, ερώτηση :
«Στο βάθος κάθε αισθήματος αρκετά δυνατού, όση και να ’ναι η θέληση να το διασώσεις, υπάρχει το ερώτημα, αν είναι αληθινό» (Μέρες Γ΄, 8 Ιουνίου 1937).
Με όλα τακτοποιημένα καλά, μπορείς να λες ό,τι θέλεις. Φεγγάρι ακούς τι λέει; Κι εγώ να χαίρομαι που το επαναλαμβάνει. Κι οι δυο χαιρόμασταν που είχαμε το φεγγάρι, τον ουρανό κριτή και τους Αγιούς μαρτύρους … όπως ο έρμος Κωνσταντής που γύριζε τον κόσμο εμπορευόμενος. Ούτε εκείνος είχε λογαριάσει χρόνους δίσεχτους και μήνες οργισμένους, τεχνάσματα και μηχανές του πανίσχυρου Καιρού και του φονικού ιού. Μάλλον είχε γυρίσει ο τροχός ανάποδα και ο Ερμής ανάδρομα, καθώς λέν οι αστρολόγοι, στο άλλο ημισφαίριο ταξίδευε για να βρει την άκρη της ουράς του, να ξαναπιάσει απ’ την αρχή τον αρχαίο μύθο της τραγωδίας του αλλιώς. Η ζωή κάνει κύκλους, η μέρα, η νύχτα, το φεγγάρι, τα άστρα, ο ήλιος, η αγάπη, η ζωή και ο θάνατος επανέρχονται σε παραλλαγές τόπου, χρόνου και προσώπου… Κάθε αρχή και μια καινούρια εμπειρία πιο καλή και πιο φανταχτερή φαντάζει, αλλά δεν είναι. Ωστόσο, μόνο αυτό φευγαλέο «είναι», αυτό τελικά μετράει· το «ήταν» έχει φύγει και ως ανύπαρκτο θα πρέπει για την ώρα να λογίζεται το «θα είναι», αφού ακόμα δεν είναι.
Όχι, μην παίρνεις όρκο στο φεγγάρι, το άστατο,
που με τον μήνα αλλάζει κάνοντας το γύρο του,
μήπως κι η αγάπη σου αλλάξει σαν κι αυτό (Σαίξπηρ, Ρωμαίος και Ιουλιέτα)
Ας είναι, ακόμα ζω, δεν πέθανα, αλλά καλοπερνώ σε όλα… μα πάντα στο μυαλό μπερδεύονται σκέψεις σε αγκαθερά μονοπάτια. Και η τριανταφυλλιά και η μπουκαμβίλια είναι πανέμορφες με τα λουλούδια τους, αλλά έχουν κάτι αγκάθια!!!
Πάει κι αυτός ο Αύγουστος… Η σελήνη στην ίδια θέση πάντα… σε πόσες μέρες θα γεμίσει. Πότε θα στρογγυλέψει ο καρπός, πότε θα ωριμάσει ο καιρός, πόσα καλοκαίρια ακόμα;;; Nobody knows, για δες εδώ:
https://youtu.be/Z_l4pa0IkOo?si=KNA9LLITJHD9Cek8
Ή καλύτερα You’ll never Know…. εδώ
https://youtu.be/ZlQLVqQfIbY?si=_SCut6ygk2xIpC2L
Ή ελληνικότερα: Πόσο πολύ σ’ αγάπησα ποτέ δεν θα το μάθεις…
Ή ειλικρινέστερα: Oh yes Ι‘m a great pretender… pretend that I’m doing well!!!
Κοντεύει να γεμίσει. Έχει σταθεί από πάνω μου, μέσα σε έναν κατάσκουρο ουρανό, obscuro cielo και με κοιτάει. Αύριο μεθαύριο θα είναι πανσέληνος… νομίζω πως αν απλώσω και πιέσω με το δάχτυλό μου τη σάρκα της θα αφήσω το δακτυλικό μου αποτύπωμα πάνω της∙
Κι η Σελήνη με τ’ αλλοιωμένο μάγουλο/ Απελπιστικά σιμώνει το δικό μου·
λέει ο ποιητής… Μόλις μ’ αγγίξει και μ’ ασημώσει θα έχουν όλα τελειώσει..
Φεγγάρι, μ ακούς; Παραλαλώ και λέω…
Και για να επικοινωνήσεις υπάρχουν τρόποι πολλοί. Μα το καλύτερο και πιο απλό είναι η φαντασία και, αμέσως μετά, το όνειρο, μια σκέψη που αφαιρέθηκε και πάει, μια εικασία, ένα κύμα, μια ανάμνηση. Όλα στη διάθεσή μας για τη μεγάλη φούγκα, αρκεί να σπάσεις το κέλυφος και να εκτιναχτείς …
Η θάλασσα ήσυχα, διακριτικά, ξαναγυρίζει προς εμένα
Ανθούλα Δανιήλ