You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Η Comédie-Française στην Επίδαυρο – 26 και 27 Ιουλίου 2024

Ανθούλα Δανιήλ: Η Comédie-Française στην Επίδαυρο – 26 και 27 Ιουλίου 2024

Μετά από  τη θριαμβευτική  παράσταση Ηλέκτρα / Ορέστης σε σκηνοθεσία Ίβο βαν Χόβε το 2019, με τον συγκεκριμένο γαλλικό θίασο, την Comédie-Française,  αυτόν τον θεατρικό κολοσσό στην Επίδαυρο, και μετά την τωρινή Hecubanot  Hecuba, δεν μπορώ παρά να εκφράσω μια απέραντη ευγνωμοσύνη για τον τρόπο που χειρίζεται  ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί του το υπέροχο ποιητικό υλικό που παρέλαβε από τον Ευριπίδη και μέσω αυτού έδωσε εικόνα στης σύγχρονης κοινωνίας και του προσωπικού δράματος μιας μάνας είτε είναι η Εκάβη είτε δεν είναι η Εκάβη.

Η πρεμιέρα του «Hecuba, not Hecuba» έγινε στις 30 Ιουνίου στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές.

Hecuba, not  Hecuba

Ο Κωνσταντίνος Μπούρας έγραψε για την παράσταση μεταξύ άλλων τα εξής: «Μακάρι όλα τα θεατρικά σχήματα που ‘‘οργώνουν’’ το κοίλον τής Επιδαύρου να ήταν τόσο σοβαρά στις προθέσεις τους, τόσο αποτελεσματικά στις επιδόσεις τους, τόσο έντιμα στον χαρακτηρισμό τού σκηνικού πολιτιστικού προϊόντος».

Το πολιτιστικό προϊόν λοιπόν είναι η τραγωδία Εκάβη του Ευριπίδη, η βασίλισσα μετά την πτώση, την άλωση και την πυρπόληση της Τροίας. Αυτή η καταβασανισμένη τραγική μάνα, η οποία αφού τα έχασε όλα – πατρίδα, κοινωνική θέση, εξουσία, οικογένεια, άντρα και παιδιά-  γριά, αδύναμη κι αιχμάλωτη σύρεται τώρα σκλάβα του εχθρού της. Τελευταίο ασήκωτο βάρος στην ψυχή της είναι ο θάνατος της κόρης της Πολυξένης και του γιου της   Πολύδωρου, τον οποίο είχε στείλει, για να τον σώσει μαζί με θησαυρούς του βασιλείου,  στον φίλο βασιλιά της Θράκης Πολυμήστορα. Εκείνος υπεξαίρεσε τους θησαυρούς, σκότωσε το παιδί και το πέταξε στη θάλασσα. Κι εκείνη τυφλωμένη από οργή και αίσθημα αδικίας τον τυφλώνει και σκοτώνει τα δικά του παιδιά. Ο μύθος λέει πως έγινε σκύλα, γι’ αυτό και το ομοίωμα μιας σκύλας κυριαρχεί στην ορχήστρα της Επιδαύρου, ενώ σαν σκύλα ουρλιάζει η μάνα Εκάβη.

Όμως όλο το παραπάνω είναι η Hecuba, ο θεμέλιος λίθος, το αγκωνάρι πάνω στο οποίο ο σκηνοθέτης Τιάγκο Ροντρίγες  έχτισε μια άλλη μάνα στην Επίδαυρο, την not  Hecuba, την Νάντια, η οποία είναι ηθοποιός και θα υποδυθεί, θα υποκριθεί, την Εκάβη στο θέατρο.   Η παράσταση στην Επίδαυρο αρχίζει με τον θίασο επί σκηνής που κάνει πρόβες για να ανεβάσει την Εκάβη. Την περίοδο που η Νάντια ετοιμάζεται για την Εκάβη στο θέατρο, προσφεύγει στη Δικαιοσύνη για να μάθει γιατί, πώς και από ποιον κακοποιήθηκε ο γιος της στο Ίδρυμα ΕΣΤΙΑ όπου νοσηλευόταν για αυτισμό…

Το ευρηματικό, λοιπόν, είναι ότι ο Τιάγκο Ροντρίγες καταφέρνει σαν σε διαφάνεια να δείξει τον πόνο της αρχαίας μητέρας μέσα από τον πόνο της σύγχρονης. Και ακόμα, επειδή οι πρόβες για την παράσταση γίνονται σε μια ατμόσφαιρα χαλαρή, τα σχόλια του ενός που γίνονται με χιούμορ ή η αντίδραση του σκηνοθέτη προς την πρωταγωνίστρια για την «Εκάβη» της -«Είναι  υπερβολικό»-  το ξέσπασμα της «μάνας» δηλαδή, ρίχνει μια πλάγια ματιά ή μια πάσα προς τον θεατή, για να του δείξει ότι αυτό, που ο ηθοποιός ή ο σκηνοθέτης κρίνει ως «υπερβολικό», είναι η αλήθεια μιας μάνας που καίγεται μέσα της από τον πόνο, την απώλεια και την αδικία. Η ηθοποιός θα  μετριάσει  το πάθος στις πρόβες, αλλά, όταν θα έρθει η ώρα,  σαν αληθινή μάνα, να διεκδικήσει το δίκιο της, τότε θα ξαναγίνει υπερβολική. Γιατί τότε δεν θα υποδύεται τον ρόλο μιας μάνας,  αλλά  θα είναι η ίδια η αλήθειά της. Η αρχαία μάνα (με την υπερβολή της) θα μας δείξει τον πόνο της σύγχρονης. Η σύγχρονη θα μας δείξει τον πόνο της αρχαίας. Τίποτα, λοιπόν, δεν είναι υπερβολικό, τίποτα δεν είναι κωμικό, απλώς, όπως συμβαίνει στην τραγωδία, υπάρχουν ανακουφιστικά επεισόδια, τα οποία εμφανίζονται σαν κουβέντες καθημερινής επικοινωνίας, αλλά συνιστούν δομικό υλικό στο χτίσιμο της περίστασης. Η αντίδραση του κοινού που βιάστηκε συχνά να γελάσει, και μάλιστα δυνατά, έδειξε πως δεν κατάλαβε ποιος ήταν ο στόχος. Έχασε το δι’ ελέου και φόβου που μετατρέπει την  Hecuba και τη not  Hecuba σε έναν από μας. Παραπλανήθηκε και έχασε τη μέθεξη έστω για λίγο, ευτυχώς…

Η διαδικασία στο ανακριτικό γραφείο, οι ήρωες-δράστες υπεύθυνοι, «καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του» (λέει ο Γ. Σεφέρης) επιχειρούν δεσμευμένοι από διαφορετικούς λόγους ο καθένας τους να κρύψουν την αλήθεια. Όλοι θύματα ενός συστήματος που η ερευνητική διαδικασία, προσπαθώντας να κρύψει,  φέρνει στο φως τα γρανάζια ενός διαβρωμένου συστήματος, είτε είναι πολιτικό είτε δικαστικό. Τέλος, μένει μόνη στη σκηνή η σκύλα, η μάνα που ουρλιάζει γιατί δεν βρίσκει το δίκιο της.

Έχουμε λοιπόν μια Hecuba και μια not  Hecuba, μια θέση και μια άρση όπως όλα είναι διπλά και το ένα αντίθετο στο άλλο, στο μυαλό του αυτιστικού παιδιού: «Νερό, όχι νερό», «φαγητό, όχι φαγητό», όμως μέσα από έναν μακρύ κατάλογο πραγμάτων και ενεργειών που συνιστούν την καθημερινή ζωή, όλα με την κατάφαση και την άρνησή τους συγχρόνως, θα   προβάλει  και ένα που δεν έχει μπροστά του «όχι»: «σοκολάτα»-«σοκολάτα». Ας πούμε πως, σ’ αυτόν τον κόσμο της διαταραγμένης ισορροπίας, υπάρχει ένα σταθερό αγαθό στο μυαλό του δωδεκάχρονου παιδιού∙ η σοκολάτα. Και εδώ μπορούμε να εκφράσουμε με ένα πικρό γέλιο το μεταμφιεσμένο δάκρυ.

Τα κοστούμια ήταν τέτοια που δεν θα μπορούσες να τα ταυτίσεις είτε με την Hecuba είτε με τη not  Hecuba ή καλύτερα μπορούσες να τα ταυτίσεις και με τις δύο, και εννοώ για όλους τους ρόλους. Ειδικά ο Αγαμέμνων ή σκηνοθέτης ή ανακριτής, με ένα μακρύ φουλάρι, που εξείχε του βασιλικού ή του ανακριτικού ενδύματος, έδινε το μέτρο της διαφοράς του ενός ανάμεσα στους πολλούς. Όλοι όμως ήταν σεμνοί, σοβαροί, διαχρονικά ωραίοι.

Η ορχήστρα υποβλητική, το καλυμμένο πάνω στο βάθρο του γλυπτό, αποκάλυψε, όταν αφαιρέθηκε ο μαύρος πέπλος,  μια μελανί, γυαλιστερή σκύλα, τεράστια και φοβιστική. Ο τρομακτικός  ο όγκος της, όσος και του Δούρειου Ίππου,  όση και η αδικία που μαύριζε την ψυχή της Hecuba και της not  Hecuba, όση και η αδικία που βγήκε σε υλακή, θρήνο, ουρλιαχτό από την ψυχή μιας μάνας που δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Η υπερβολή  επιβάλλεται για να υποδηλώσει το μέγεθος της αδικίας. Είχε δίκιο που επεσήμανε και φώτισε αυτή τη λεπτομέρεια ο σκηνοθέτης και συγγραφέας.

Ένα άλλο πρόχειρο σκηνικό ήταν το τραπέζι των ηθοποιών, για την πρόβα και ένα άλλο το ανακριτικό γραφείο… και τα δύο λιτά και μεταφερόμενα, όσο το δυνατόν αθέατα, γιατί ακίνητο στο βάθρο του ήταν μόνο και μόνιμο το γλυπτό της Σκύλας.

Ο Τιάγκο Ροντρίγες σεβάστηκε τον Ευριπίδη πρωτίστως  και το κοινό της Επιδαύρου, επίσης, έδειξε ότι τα κλασικά έργα μιλάνε για μας σήμερα, για το εκάστοτε σήμερα, ότι η αλήθεια του αρχαίου δράματος είναι διαχρονική, ότι ο  λόγος του αρχαίου ποιητή λειτουργεί πάντα, ότι οι δρόμοι που μας συνδέουν με το αρχαίο δράμα είναι όλοι προσπελάσιμοι…

Επιμύθιο: ας σκεφτούμε ότι τον Ευριπίδη τον σπάραξαν τα σκυλιά του Αρχέλαου, όπως ο πόνος σπάραξε την καρδιά της Εκάβης και της Νάντιας…

 

Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.