You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Κώστας Βούλγαρης, Η ποιητική του αρχείου. Τα κείμενα για τα βιβλία του αφηγούνται Εκδ.  Βιβλιόραμα 2024

Ανθούλα Δανιήλ: Κώστας Βούλγαρης, Η ποιητική του αρχείου. Τα κείμενα για τα βιβλία του αφηγούνται Εκδ.  Βιβλιόραμα 2024

Είπε κάποτε ο αγαπητός μας ποιητής από την Κύπρο  Κυριάκος Χαραλαμπίδης «Δεν υπάρχει συναρπαστικότερο μυθιστόρημα από ένα λεξικό», διότι εκεί θα παρακολουθήσουμε, τη γλώσσα «σε όλους τους βαθμούς του ξετυλιγμού» της!  Η πρώτη έκπληξη, απορία και θαυμασμός, λοιπόν, είναι το ότι ακόμα κι ένα λεξικό έχει ποιητικότητα και μάλιστα εν εξελίξει, σαν το εν προόδω ποίημα που και αυτό εξελίσσεται. Μετά την αιτιολογία –ποιητής είναι ο Χαραλαμπίδης, ξέρει-  έρχεται  ο Κώστας Βούλγαρης να μας πει ότι ακόμα κι ένας κατάλογος με τίτλους και ονόματα είναι και αυτός ποιητικός. Αυτή η ακραιφνώς γραφειοκρατική και βαρετή διαδικασία της καταλογογράφησης έχει ποιητικότητα! «Τα κείμενα για τα βιβλία του αφηγούνται», λέει. Ποια κείμενα; Αυτά που έγραψαν οι κριτικοί, μελετητές, σχολιαστές, οι αναγνώστες, εν γένει, που κατέθεσαν γραπτώς την άποψή τους για τα βιβλία του; Ναι, αυτά,  αλλά αυτά που τα βιβλία αφηγούνται ισχύουν; Είναι αυτά ο Βούλγαρης που αναζητούμε; θα δούμε.

 

Όσο και  αν κάτι τέτοιο φαίνεται παράξενο και δεν ξέρω αν έχει ξαναγίνει, τώρα μου έρχεται στο νου ότι το βιβλικό «Αβραάμ εγέννησε Ισαάκ, Ισαάκ εγέννησε Ιακώβ…» κ.λπ., και ο Όμηρος στην Ιλιάδα κάνει καταλόγους ηρώων και πόλεων που έστειλαν πλοία στην Τροία. Ο Αισχύλος, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Όμηρο, μας παρέδωσε, επίσης, κατάλογο πλοίων και βασιλέων και βασιλείων και Περσών  επιφανών που βρήκαν τάφο στη Σαλαμίνα και αμέσως μετά τη Σαλαμίνα και ακόμα μας δίνει  κατάλογο νησιών και ελληνικών τόπων σε όλη τη γειτονική περιοχή  μέχρι την Κύπρο και την εκεί ομώνυμη μητρόπολη, την άλλη  Σαλαμίνα∙ Οι περιγραφές ηρώων και πόλεων και τα όποια σχόλια του ποιητή, ενταγμένα μέσα στο έπος, συναποτελούν το ποιητικό υλικό. Στα νεότερα χρόνια το κάνει εν εκτάσει ο Οδυσσέας Ελύτης με τους καταλόγους φυτών, βουνών, κοριτσιών, νησιών, έργων τέχνης, λέξεων, τίτλων, στίχων –ένα πλήθος από θέματα, τα οποία ρίχνει στον Άξιον Εστί ή στον «Ταξιδιωτικό του σάκο», στον Μικρό ναυτίλο–  και όλα αυτά συμβάλουν στην όλη ποιητική εικόνα. Επομένως, ΝΑΙ, κι ένας κατάλογος ονομάτων μπορεί να είναι ποιητικός. Ένα αρχείο έχει ποιητικότητα.

 

Το λεπτεπίλεπτο βιβλιαράκι που έχει στα χέρια είναι ο αναγνώστης είναι ο όνυξ αντί του λέοντος, «Λίγες από τις 1200 σελίδεςτου δίτομου αυτού βιβλίου», του οποίου ο Πρώτος τόμος περιλαμβάνει δημιουργία από το 2001 μέχρι το 2015. Άρα, έχουμε να περιμένουμε τουλάχιστον την αρχειοθέτηση μιας ακόμα δεκαετίας και άλλων που θα τερματίσουν εκεί που ο Βούλγαρης θα βάλει το δάχτυλό του στο μεγάλο ρολόι του χρόνου και θα πει:  «εδώ»… Εμείς θα παρακολουθούμε και θα του ευχόμαστε  να ‘ ναι μακρύς ο δρόμος και το ταξίδι χρόνια πολλά να διαρκέσει, όπως θα συμβούλευε  και ο Κ.Π. Καβάφης …

 

Η δομή του πίνακα περιεχομένων διανθίζεται από «Ιντερμέδια», τα οποία έχουν συνθέσει  οι πάντα ξεχωριστοί κι αγαπημένοι: Παναγιώτης Βούζης, Αλέξιος Μάινας, Νίκος Μαυρέλος, Στέφανος Ροζάνης.

Τα Μέρη: Μέρος Πρώτο: «Ένας αιώνας που άρχισε νωρίτερα», «Είσοδος», «ιντρμέδιο», «ιντερμέδιο», «ιντερμέδιο», «ιντερμέδιο». Μέρος Δεύτερο: «Αναστοχασμοί», «ιντερμέδιο», «ιντερμέδιο». Μέρος Τρίτο: «Εν μέσω κρίσης», «ιντερμέδιο», «ιντερμέδιο». Μέρος Τέταρτο:  «Επαναπροσδιορισμοί», «ιντερμέδιο».  CODA.

Σκέφτομαι πως τα τέσσερα Μέρη αυτού του αρχείου αναλογούν στα Μέρη μιας μουσικής Συμφωνίας, της οποίας η μουσική ύλη αλλά και η εκτέλεση είναι ο ίδιος. ο ίδιος και τα όργανα και ο Μαέστρος, που ξέρει πού και πώς θα κατευθύνει τα άλλα μέλη της ορχήστρας,  ενώ το κοινό παρακολουθεί εκστασιασμένο. Θα πρέπει βεβαίως να δούμε το όλον για να πούμε οριστικά πως Ναι, ο Βούλγαρης δεν είναι μόνο ποιητικός στο Αρχείο του αλλά και Μουσικός.

 

Με χρονολογική σειρά, η «Είσοδος» γίνεται το 2001 με το βιβλίο Στο όνειρο πάντα η Πελοπόννησο. Γράφουν δεκατρείς επιφανείς του είδους.  2002. Για  Τα άλογα της Αρκαδίας, γράφουν οχτώ, το 2003. Ο Καρτέσιος στην Τρίπολη κεντρίζει το ενδιαφέρον   είκοσι δύο κριτικών (πολλά ονόματα επαναλαμβάνονται, πράγμα που σημαίνει πως οι κριτικοί παρακολουθούν τον συγγραφέα από έκδοση σε έκδοση, άρα έχει διαμορφώσει ήδη ένα κοινό δεκτικό στο είδος και στο ύφος του). Εδώ βέβαια, θα τολμήσω να πω πως οι  είκοσι δύο  κριτικοί έσπευσαν να δουν και να μάθουν τι κάνει ο Καρτέσιος στην Τρίπολη, ενώ μάλλον δεν έδειξαν ενδιαφέρον και τόσο για Τα άλογα της Αρκαδίας. Δεν ξέρω τι ταλέντο έχουν αυτά τα άλογα∙ είναι, ας πούμε, σαν τα άλογα του Διομήδη ή αυτά που χορεύουν πάνω στον Παρθενώνα  ή στη Σχολή της Βιέννης, σαν τα άλλα που παρελαύνουν ή που τρέχουν στον ιππόδρομο ή είναι αυτά που κλαίνε τον Αχιλλέα ή είναι το Απαλούζα του Μάρλον Μπράντο  ή  ο Ροζινάντης του Δον Κιχώτη;  Ή μήπως κείνο του Καραϊσκάκη που έχει σηκωθεί στα δυο του πίσω πόδια, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο  ή το άλλο του Κολοκοτρώνη στην Παλαιά Βουλή απέξω ή Το άλογο του Πολέμου του Σπίλμπεργκ;  Όποιο και να είναι ή όπως και να είναι τα άλογα της Αρκαδίας κάτι κρύβει ο συγγραφέας στον καλπασμό τους αφού ο Βούλγαρης δεν κυριολεκτεί και όταν κυριολεκτεί λογοτεχνεί αφηρημένα. Είναι πολλά τα προσωπεία με τα οποία εμφανίζεται και καθόλου δεν έχει ανάγκη, όπως ο Πεσσόα να τους δώσει ετερώνυμα. Κάθε τίτλος μέσα στο αρχείο προδίδει κι έναν άλλο ή αλλιώς ποιητικό Βούλγαρη.

 

Μπαίνοντας στα ενδότερα και, κοιτάζοντας ξανά και ξανά τους τίτλους και τους πιο μικρούς, μπορούμε να τους θεωρήσουμε στίχους ενός εν προόδω ποιήματος ή αλλιώς μουσικές φράσεις μιας Συμφωνίας, όπως είπαμε, της οποίας η μουσική τείνει προς την ατόναλ, «μοντέρνα κλασική» (και δεν διεκδικώ την πατρότητα/μητρότητα του όρου. Είναι καταγεγραμμένη από τον καιρό του Ντεμπισί).

 

Για μια επικοινωνία με ένα ευρύτερο κοινό, για περισσότερη λειτουργικότητα του κειμένου μου, θα έλεγα, πως ο Βούλγαρης σε όλα τα έργα του καταβυθίζεται σε διάφορες ιστορικές στιγμές, κυρίως της νεότερης ιστορίας μας, αλλά τραβάει ίνες από το υφαντό των αιώνων, και με αυτές φιλοτεχνεί το δικό του πρόσωπο, είδος και ύφος. Όπως κάθε λογοτέχνης  ζητά να βρει τη γλώσσα του, έτσι και ο Βούλγαρης ζητά να βρει τη δική του. Την ονόμασε Ελένη, αλλού Σοφία Νέρη, Μπολιβάρ, Μπετίνα, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (δεν μας διαφεύγουν, επί παραδείγματι, τα σχόλιά του για τον Σεφέρη που ανέδειξε τον Μακρυγιάννη σε γλωσσικό πρότυπο της εποχής του). Η Ελένη του Βούλγαρη μοιάζει με εκείνην που είδε ο αγαπημένος του ποιητής Ηλίας Λάγιος, συχνά επανερχόμενος στα γραπτά του, του οποίου η περιγραφή της Ελένης κάποιας από τη γειτονιά του, καμία σχέση δεν έχει με αυτήν του Ομήρου. Ο Βούλγαρης λέει πως ήταν μια Ελένη από το χωριό του, ένας εφηβικός έρωτας. Η ιδέα μου είναι ότι λέει ψέματα, παίζει μαζί μας. Άλλωστε, ο Όμηρος φιλοτέχνησε την πιο όμορφη γυναίκα, χωρίς να δώσει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ο Σεφέρης την είδε σαν Καρυάτιδα. Με όλες αυτές και πάρα πολλές άλλες παραλλαγές, η γλώσσα του παραπέμπει, εν μέρει τον διάσημο, Κουτρούλη με φουστανέλα και φράκο, καρικατούρα του μετεπαναστατικού Έλληνα που φόρεσε φράκο για δείξει πως συμπορεύεται με τον Ευρωπαίο Προστάτη του, ενώ παραμένει παραδοσιακός φουστανελάς.

 

Όμως, δεν έχει σημασία, σημασία έχει πως ο Βούλγαρης με όλους τους αλά Μποστ «βαρβαρισμούς» του υπαινίσσεται κάτι διαφεύγον στην επιφάνεια, το οποίο  είναι πολιτική πληγή στο  βάθος. Ο Βούλγαρης είναι πολιτικός συγγραφέας που κυκλοφορεί με άνεση σε όλες τις εποχές ανασύροντας τα πρόσωπα που επηρέασαν τη σύγχρονη ιστορία μας και κατέληξαν στο σημερινό πρόσωπο της κοινωνίας μας.   Η Ελένη του έχει πρόσωπο σαν της Μπετίνας του, και οι δυο τους είναι τα δικά του προσωπεία ή απλώς η ψυχή του που συνθλίβεται στις σύγχρονες συμπληγάδες ή αλλιώς το χαμένο πρόσωπο της Ελλάδας που έχει χάσει τον δρόμο της.

 

Εν πάση περιπτώσει ο συγγραφέας θα μας εξηγήσει, όσο είναι δυνατόν τέτοια θέματα να εξηγηθούν, πως  ο Χι το είπε έτσι και ο Ψι το διατύπωσε  αλλιώς, πώς τελικά, έτσι είναι αν έτσι νομίζετε, αλλά μόνο νομίζετε και δεν ξέρετε.

 

Ο Γιώργος Βέης συνεπής στην αρθρογραφία του για τον Βούλγαρη θα τιτλοφορήσει ένα κείμενό του  «Δια της γλώσσης ελευθερώνουσα τα μυστήρια» και αλλού «Βαδίζοντας προς την αλήθεια», πράγμα που σημαίνει πως ο δημιουργός βρίσκεται στον δρόμο για την αλήθεια, όπως και η ποίησή του και η πεζογραφία του και το δοκίμιό του . Ήδη μας είπε το μυστικό που γυρεύει να ερμηνεύσει: «τα μυστήρια» ή αλλιώς «το διαφεύγον ζητούμενο», αφού με τη γλώσσα ελευθερώνει τα  μυστικά ή κρυμμένος πίσω από τις κατάλληλες λέξεις  μας κρυφοκοιτάζει για να δει τις αντιδράσεις μας. Ναι, κι εκεί, βγάζει τη μάσκα, παίρνει βαθιά ανάσα για την επόμενη βουτιά και μας περιμένει στην επόμενη ανάδυση για να φέρει στο φως ένα «υπόσκαφο σε τοιχογραφία της Θήρας» όπως μας λέει ο Κωνσταντίνος Μπούρας ή «Αληθολογώντας τα μυθοπλαστικά», σε «ατέρμονα κοχλία» κατά τον Γιάννη Στρούμπα. Η έκπληξη της εκπλήξεως εν εξελίξει σε μέγα βάθος και σε όλες τις πτώσεις και μεταπτώσεις.

 

Ο Βούλγαρης εκτός των άλλων είναι και καλλιτέχνης της εικόνας. Όλα τα εξώφυλλα των βιβλίων του είναι δικά του έργα. Στο ανά χείρας έχουμε στο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο σε μικρή παραλλαγή, τον κήπο του συγγραφέα σε αγρανάπαυση, σανω μια από ψηλά ιδωμένη σκάλα ενός ανηφορικού δρόμου με ορθογώνια μακρόστενα ή πολύ πλατιά σκαλοπάτια, με στρογγυλά σαν πηγάδια κατασκευάσματα,  με ένα τραπέζιο, ένα τρίγωνο και άλλα σκαλοπάτια … μέσα στον οικείο χώρο και με το χωριό από  μακριά, δοσμένο πανοραμικά, σαν να είναι έργο του Πικασό όπου  όλα είναι, όπως τα είδε ο Ελύτης στη «Villa Natacha» :

 

Καθαρογραμμένα…: ο κύκλος,/το τετράγωνο,/Το τρίγωνο και ο ρόμβος

 

Ο Βούλγαρης είναι λεπτολόγος και παρατηρητικός. Τίποτα δεν αφήνει στην τύχη, όλα τα έχει σοφά μελετημένα. Αυτό που βλέπουμε είναι έτσι αλλά και λιγάκι αλλιώς από το έτσι…

 

Δηλαδή πρόκειται για κολλάζ; Δεν έχει σημασία… Σημασία έχει πως ο Βούλγαρης είναι ενήμερος και για τις οφθαλμαπάτες στη ζωγραφική. Επομένως άρτιος με όλες τις καλλιτεχνικές correspondaces, τα βιβλία του παίζουν αναρχικά τις δικές του πρωτότυπες συνθέσεις. Αντιγράφω από την Coda του τα ακόλουθα και κλείνω:

 

«Άρχισα να συχνάζω σε εναργείς τόπους της ποίησης, σαν τον Νεκρόδειπνό του (Σινόπουλου, εννοεί) και σαν τον Μπολιβάρ ή την Αμοργό (Γκάτσο, εννοεί) ή τις Μουζικούλες ή τον Εξόδιο αέρα, μέσα στο νερό του ποταμού όταν κυλάει. Εκεί κατάφερα να συναντήσω τη δικιά μου Ελένη∙ έτσι ονομάζεται ο τρόπος, Ελένη». Ας πούμε και ο τόπος, Ελένη, αφού από αυτόν και από τους γύρω γύρω συντοπίτες του, κατά κύριο λόγο, εμπνέεται ανασαίνει και πλέει.

Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.