Ας συνενοηθούμε εξ αρχής. Διαφωνούμε με όσα λέτε και με τη γλώσσα που επιλέξατε να τα λέτε. Η κωμωδία διογκώνει, ΝΑΙ, κι εσείς διογκώσατε όσο μπορέσατε, άλλο δεν έπαιρνε και έσκασε∙ ένας ασκός γεμάτος από την κόπρο του Αυγεία. Μας τα λέτε διογκωμένα, ΛΟΙΠΟΝ, αυτά που είναι η δική σας θέση –αντίθεση- ρήξη – γροθιά στο σύστημα και στο κατεστημένο… ΚΑΝΤΕ τα στο θέατρό σας… ΟΧΙ σας παρακαλούμε, στην Επίδαυρο, γιατί την Επίδαυρο την έχουμε για να ακούμε τον ίδιο τον Αριστοφάνη ή τους τραγικούς, με τη δική τους γλώσσα, σε νεοελληνική μετάφραση από σοβαρό μελετητή-μεταφραστή.
Στην Επίδαυρο έρχονται οικογένειες με παιδιά, μαθητές και φοιτητές, τουρίστες και Έλληνες προσκυνητές.
Δεν είμαστε κάτοικοι Επιδαύρου όλοι, ερχόμαστε από μακριά, μέσα στη ζέστη, κάνουμε έξοδα, άλλοι πολλά και άλλοι πιο πολλά, κάνουμε κόπο για να δούμε παράσταση αρχαίου δράματος, μερικοί νέοι για πρώτη φορά και μερικοί δύστυχοι τουρίστες για μοναδική. Δεν θέλουμε να δούμε τσίρκο ή επιθεώρηση ή γκροτέσκο ή μπουρλέσκ ή κουρελαρία και δεν ξέρω τι άλλο χονδροειδές κατασκεύασμα. Πηγαίνουμε στην Επίδαυρο για να απολαύσουμε τον λόγο του αρχαίου ποιητή. Ακόμα και αν δεν μας ικανοποιεί η παράσταση ή δεν αποδίδεται καλά κάποιος ρόλος, ακόμα και τότε, ο αρχαίος λόγος μας έχει αποζημιώσει προκαταβολικά.
Ακούστηκε αυτός ο αρχαίος λόγος στους Σφήκες; ΌΧΙ. Ακούσαμε όμως ό,τι ακούμε στην τηλέοραση κάθε μέρα, αλλά σε χειρότερη εκδοχή. Σαν κάποιοι ψυχοπαθείς που, αφού τους λύθηκε το λουρί της ντροπής, άρχισαν να μιλάνε με γλώσσα ανοίκεια για Επίδαυρο και κάθε σοβαρό θέατρο.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μέγα πρόβλημα. Η περίφημη Επίδαυρος που το όνομά της και μόνο σηματοδοτεί το θέατρό της και την παράσταση του αρχαίου δράματος- τραγωδία/κωμωδία- είναι σαν να λέμε ό,τι η Σκάλα του Μιλάνου για την όπερα, χάνει τον ρόλο της. Γιατί η Επίδαυρος είναι και αυτή ένας ρόλος μέσα στους ρόλους. Τώρα πια ασθενεί βαρέως. Στο κοχύλι της δεν χαμηλώνουν τα φώτα για το περιώνυμο φονικό, όπως έλεγε ο Γιώργος Σεφέρης. Δεν ακούγεται η ελληνική ηχώ που δε μιμείται ούτε επαναλαμβάνει/ μα συνεχίζει…./ την αιώνια ιαχή του διθυράμβου, όπως την άκουσε ο Γιάννης Ρίτσος… Διθυράμβου;;; Μα πού ακούστηκε Διθύραμβος; Εξόριστος δεν ήταν ο Βδελυκλέων αλλά ο Διόνυσος που –ίσως κρυμμένος στα πεύκα ή ανάμεσα στο κοινό- παρακολουθούσε την αποδόμηση του μυστηρίου στον ναό του, στο θέατρό του. Μάλλον θα πρέπει να ξανακατεβεί στον Άδη, όπως την προηγούμενη φορά για να επιλέξει ποιητή, αυτή τη φορά, για να επιλέξει σκηνοθέτη.
Τα τελευταία χρόνια, σχεδόν κατά κανόνα, δεν υπάρχει έλεος και φόβος, κάθαρση, μέθεξη, έκσταση, πνευματική ανάταση. Τα τελευταία χρόνια οι θεατές φεύγουμε απογοητευμένοι, που τα περσινά δεινά επαναλήφθηκαν και φέτος∙ κάθε φέτος και χειρότερα. Η Επίδαυρος, όπου οι ηθοποιοί θεωρούν ότι το να παίξουν εκεί είναι κάτι σαν γαλόνι στον ώμο τους, μια καταξίωση για τον καλλιτέχνη, αν εξαιρέσεις το θριαμβικό κατόρθωμα της Τέχνης, το θέατρο αυτό καθ’ εαυτό, κατάντησε να είναι ένας χώρος για πανηγύρια και οι ηθοποιοί ποιούν ήθος πανηγυριώτη μπουλουκτσή, υπακούοντας στη βάναυση κραυγή – το βίτσιο, την ιδιοτροπία – του σκηνοθέτη που θέλει στην πλάτη του αρχαίου ποιητή να αυθαιρετήσει και να μας παραπλανήσει. Να μας φέρει στην Επίδαυρο με πρόσχημα Εκείνον, τον Αριστοφάηνη, εν προκειμένω, και αντ’ αυτού να ακούσουμε σύγχρονες χυδαιολογίες.
Δεν υπάρχει χυδαία γλώσσα υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι, είπε κάποτε ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης. Όμως όποιος πήγε στους Σφήκες άκουσε χυδαία γλώσσα εκπορευόμενη από το χυδαίο ήθος, με τον Αριστοφάνη άφαντο, απλώς προκάλυμμα καπνού για τη «μοντέρνα» κιτς παράσταση.
Τι ρόλο έχουν τα τσιτσιδώματα στην ορχήστρα της Επιδαύρου; Γιατί καλά και σώνει κάθε κοινωνική παθογένεια υπερπολλαπλασιασμένη πρέπει να την δούμε έτσι όπως την σκέφτηκε κάθε στρεβλό μυαλό; Και καλά να την δούμε, γιατί να την ακούσουμε και με αυτήν ειδικά τη γλώσσα, που οι δημοσιογράφοι για να μην πουν τις λέξεις έβαλαν @@@ εκεί που ο προφορικός λόγος βάζει μπιπ, μπιπ, μπιπ…
Στην παράσταση όμως όλα τα μπιπ, μπιπ, μπιπ ήταν αποκρυπτογραφημένα, μήπως και δεν καταλάβουμε, οι αδαείς, τα συνυποδηλούμενα. Μια παράσταση που δεν έθιγε τα κακώς κείμενα της κοινωνίας αλλά εμάς που πήγαμε εκεί για να την δούμε…
Καυτός Ιούλιος φέτος, πιο καυτός από τον περσινό και τον προπέρσινο, λόγω καύσωνος και λόγω πυρκαγιών και στην Επίδαυρο ακόμα πιο καυτός-σφήκα ο λόγος του μαϊμού Αριστοφάνη.
Βεβηλώνουμε το όνομά του και μόνο που το αναφέρουμε γιατί αυτό που είδαμε δεν ήταν οι Σφήκες του Αριστοφάνη. Ούτε με σφαίρες δεν ήταν Αριστοφάνης. Υπάρχει ένα θεατρικό έργο με τον τίτλο Σφαίρες πάνω από το Μπροντγουέη… ένα μαφιόζος σκοτώνει την ηθοποιό, γιατί σκοτώνει την τέχνη, επειδή δεν μπορεί να παίξει καλά τον ρόλο της. Να η λύση για την παράσταση στην Επίδαυρο. Να αμολύσουν μια φωλιά σφηκών πάνω στους συντελεστές. Να αφήσουν τους ηθοποιούς να φύγουν τρέχοντας και οι σφήκες να κυνηγούν αυτούς που δίνουν άδεια σε κάθε βέβηλο να βεβηλώνει τον χώρο.
Βέβαια, το έχει πει εδώ και χρόνια ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ότι η αρχαία κωμωδία για να λειτουργήσει θέλει εκσυγχρονισμό. Διότι, βεβαίως, ούτε ο Βδελυκλέων ούτε ο Φιλοκλέων μας λένε σήμερα τίποτα, μας λέει όμως ο α΄ ή β΄ πολιτικός ή κοινωνικός παράγων, ο τάδε δικηγόρος, ο δείνα καλλιτέχνης. Το διογκωμένο χαρακτηριστικό τους φέρνει γέλιο στην παράσταση. Ναι. ΑΛΛΑ πόσο γέλιο φέρνει στη σκηνή η ακράτητη χυδαιολογία; Δεν πήγαμε στην Επίδαυρο για να μάθουμε ανατομία του ανδρικού κυρίως σώματος, αν και υπήρχε και γυναικείο, επιλεγμένο για να μην αρέσει!
Οι κλακαδόροι, σαν πληρωμένη εξέδρα, δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα γέλια τους με το παραμικρό και δεν άκουγαν την επόμενη φράση εκείνης που τους κέντρισε. Αλήθεια τους άρεσε τόσο πολύ να ακούνε, πάλι και πάλι σαν να κόλλησε η βελόνα, τα όργανα του ανθρωπίνου σώματος; Αυτά από μόνα τους, λειτούργησαν σαν «σφήκες», γι’ αυτό και ορισμένοι από το κοινό χασκογελούσαν σαν, σαν, σαν ηλίθιοι. Γιατί, αν συνειδητοποιούσαν ότι ο στόχος ήταν οι ίδιοι, θα έπρεπε να κλαίνε. Η κωμωδία του Αριστοφάνη είναι ανάποδη τραγωδία. Εδώ ήταν αναποδογυρισμένη χαβούζα.
Πήρα το πρόγραμμα, είδα τις εμβριθείς αναλύσεις του έργου από πολλούς ειδικούς μελετητές, κυρίως κοινωνιολόγους. Γιατί; Τι σχέση είχαν όλες αυτές οι μελέτες με το ανοσιουργές χυδαιολόγημα; Ποια ήταν η κυρία που εμφανίστηκε στο θέατρο και «σάρωσε», σαν νύφη και γαμπρός μαζί; Είχα μελετήσει το έργο και το είχα ξαναδεί, ήξερα περί τίνος πρόκειται, αλλά δεν ήξερα τι θα παιχτεί στην Επίδαυρο. Και είδα. Τα είδα όλα, που λένε και οι νέοι.
Από το καστ των ηθοποιών, κάποιοι ήταν γνωστοί από την όψη, από την τηλεόραση. Εκείνος όμως που ξεχώρισε –σαν τη μύγα μες στο γάλα αν και ντυμένος στα άσπρα- ήταν ο Νίκος Καραθάνος που δεν πρόσβαλε ούτε τον εαυτό του ούτε τους θεατές, που ήταν ωραίος και στην σκευή και στον λόγο. Ο μόνος που δεν είπε καμιά χυδαιολογία, την ώρα που ο λόγος των άλλων έτρεχε έξω από το κάδρο. Στο σύνολο όμως; Γιατί τόσος ευτελισμός στα σκηνικά; Πού πήγε η όψις και η σκευή;
Αυτά που είδαμε στους Σφήκες θα μπορούσαμε κάλλιστα να τα δούμε σε μια ζωοπανήγυρη παρελθόντων ετών σε τριτοκοσμική χώρα. Τι καυτηρίαζε η «σκηνοθέτις»; (ο Διόνυσος να την κάνει). Το βλέμμα του γείτονα «επειδή έβλεπες ότι ψήλωνα, σε αντίθεση με την κόρη σου που ήξερες ότι θα παραμείνει κοντή», «Ήσουνα μεγάλος καριόλης…», «θυμάσαι τη δική μου φάτσα … με τι χαρά απολάμβανα τον αργό βασανιστικό θάνατό σου:». Αυτές τις φράσεις τις λέει μια «σφήκα» ρατσιστική, σαδιστική και χυδαιολόγα. Δηλαδή, κρυβόμαστε πίσω από ένα προσωπείο και βγάζουμε τα προσωπικά απωθημένα μας στη σκηνή ή βοηθάμε και τον κάθε θεατή να μας αποκαλύψει τα δικά του; Τον κουρδίζουμε όπως εμείς θέλουμε; Και αν έχουμε αντίρρηση να την βάλουμε στον @@ μας; Από πού αντλεί τόση άνεση; Από το έγγραφο διαπιστευτήριο του Εθνικού και του ΚΘΒΕ; Διαπιστευτήριο θεατρικού θανάτου έπρεπε να είναι.
Και οι δυο πρώτοι –πατέρας και γιος- είναι ντυμένοι σαν να σώθηκαν μόλις από ναυάγιο… Ο δε χορός, περιορίστηκε σε ένα πρόσωπο βαριεστημένο και γερασμένο που δεν είχε δύναμη να ξεσηκωθεί. Χάθηκε η εκπροσώπηση του πλήθους. Χάθηκαν τα μελίρρυτα χορικά του Αριστοφάνη που έχουν χαρακτηριστεί ως υψίστης ποιότητας άσματα –ποιήματα… Χάθηκε μέσα στον θόρυβο και η μουσική του Νίκου Κυπουργού.
Έλεος !!! Τα τρία τελευταία χρόνια, από την ορχήστρα της Επιδαύρου πέρασαν και κατασκήνωσαν περιφερόμενοι ξένοι θίασοι με άλλοθι την Άκληστη του Ευριπίδη. Μεγαλοεπιχειρηματίες με άλλοθι τον Οιδίποδα. Η κυρία του κυρίου, έπλενε τα ζαρζαβατικά της στο νεροχύτη με άλλοθι την Ιοκάστη. Οι στρατιώτες –ναύτες συγκεκριμένα- του Αίαντα που ήταν «το τείχος των Ελλήνων», ο άντρακλας δηλαδή, ήταν μικροσκοπικά αγοράκια και κοριτσάκια με φουστίτσες και μπλουζίτσες λες και το έσκασαν από το σχολείο και πήγαν για καφέ στην Τροία (Έλληνες αυτοί).
*
Μια εβδομάδα μετά τους Σφήκες, η Επίδαυρος γέμισε αντίσκηνα και πλαστικά μπουκάλια. Με παρόμοια γλωσσική συμπεριφορά και άλλοθι τη Μήδεια, ένας νέος Γερμανός Μισέλληνας, ένας σύγχρονος Φαλμεράγερ, προσπάθησε να πετύχει να μας πείσει για την καταγωγή μας, ότι δεν είμαστε Έλληνες, όχι όπως ο παλιός, μελετώντας Ιστορία, ας πούμε, αλλά με καλλιτεχνικό τρόπο, μαζεύοντας σκουπίδια στην Επίδαυρο. Σαν μας λένε όλοι αυτοί: Πολύ σας πάει να έχετε τέτοια θέατρα και παράδοση… Εμείς είμαστε οι επίγονοι!
Δεν είναι «η κοινωνία σε ίλιγγο», όπως διάβασα στο πρόγραμμα. Είναι οι σκηνοθέτες σε παράκρουση, οι ιθύνοντες σε λήθαργο και οι φορείς σε σήψη.
Διόνυσέ μου, κάνε η θυμέλη σου στην Επίδαυρο να μην ξανά καταπατηθεί και καταπλακωθεί από τόνους κυριολεκτικά και μεταφορικά σκουπίδια. Εξόριστε θεέ, κάνε στην ποιητική ζυγαριά σου να ακουστεί ο ποιητικός λόγος και όχι άλλες βωμολοχίες. Κι εσύ, Εξόριστε ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε τι βλέπεις; Βλέπεις τους σκηνοθέτες «αλαζονικά» παραδομένους «στη σφήκα και στο ξινόχορτο» (συγγνώμην Οδυσσέα Ελύτη που χρησιμοποιώ τα λόγια σου), γιατί εγώ βλέπω την Επίδαυρο «τόπο βοσκής για τις γκαμούζες» (συγγνώμην Γιώργο Σεφέρη), βλέπω τους νέους αλαζόνες να γκρεμίζουν όλους τους μύθους του Εθνικού που πέρασαν από την Επίδαυρο και άφησαν τον ήχο της φωνής τους στην ορχήστρα και στο κοίλο, ακούω τα «μπράβο» τότε και σήμερα τους θεατές να φωνάζουν «Αίσχος» και άλλους να χειροκροτάνε. ΝΑΙ, στους ηθοποιούς που κουράστηκαν, όχι τους συντελεστές που ασέβησαν, ναι στις ανανεωτικές προσπάθειες, όχι στις βάρβαρες και παραμορφωτικές παρεμβάσεις, ναι στους αρχαιολάτρες, όχι στους αρχαιοκάπηλους. Διόνυσέ μου και θεέ του θεάτρου, άφησέ μας να ανεβαίνουμε στην Επίδαυρο και να εκστασιαζόμαστε με την ιδέα ότι είσαι κι εσύ εκεί στις πυρωμένες κερκίδες από τον ήλιο που γέρνει απαλά πίσω από τα πεύκα για να αρχίσει η παράσταση….