Λοιπόν, εκεί, σ’ εκείνη
την πλατεία την τετράγωνη
είναι τα κτήρια ψηλά
οι τοίχοι λείοι, απελπιστικά επίπεδοι
με ούτε ένα παράθυρο
να προδίδει τις διαθέσεις των όψεων
Α.Τ.Μ. εξελιγμένα, χαμογελαστά
δίνουν βελούδινες οδηγίες
στους οφειλέτες
και γραμματοκιβώτια
–αυτά, πολύ της μόδας–
απορροφούν τον εκνευρισμό
των ανυπόμονων στις λίστες αναμονής…
Ποίηση κοφτή, άμεση, σχεδόν νευρική, με εικόνες ενός εσώτερου κόσμου που έρχεται να πριονίσει τις αλυσίδες του για να αντιταχθεί με λέξεις σε ό,τι μας περιβάλλει. Αντιπαραθέτει το όραμα του συνόλου έναντι των διασωληνωμένων μονάδων: Μ’ αυτά συνομιλούμε/ κι από αυτά κρατιόμαστε/ τα ευνοημένα της βροχής/ που ’γιναν στιγμιαία/ δάκρυα πόνου/ κυματισμοί τ’ αλφάβητου/ αιφνίδιοι κι εκστατικοί/ άξιοι θερμής υποδοχής/ μ’ ένα σφηνάκι τσίπουρο/ και μία σμίλη απαγγέλουσα/ κόκκους μάρμαρου πεντελικού/ να μπαίνουνε στο μάτι/ αυτού του Κύκλωπα, του Χρόνου…
Διάχυτα τυπώματα από σελίδες νοσταλγίας που ψάχνουν στο τώρα τα σύγχρονα ερωτήματα για απαντήσεις που δύσκολα ανιχνεύονται. Μια πράξη συνείδησης κι αγωνίας που με περιεκτικό και συνάμα συμβολικό λόγο θέτει το αίτημα επιστροφής στο φως.
***
Ο Aπόστολος Παλιεράκης, με καταγωγή από την Kρήτη, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1943, σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, άσκησε το επάγγελμα του Πολιτικού Μηχανικού ως ελεύθερος επαγγελματίας κι ως υπάλληλος των Σιδηροδρόμων. Ποιήματα και διηγήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικές εκδόσεις και έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και στο διαδίκτυο.