Η Αντιγόνη, ηρωίδα της αρχαίας τραγωδίας του Σοφοκλή, αλλά και η προσομοίωση της με την ηρωίδα γυναίκα της σύγχρονης τραγωδίας του νεότερου κόσμου μας, σύμβολο της θηλυκής πολυπλοκότητας και της σύνθεσης των αντιθέτων δυνάμεων της ψυχής, αναδύεται με μυθικό τρόπο μέσα από τις σελίδες της νέας ποιητικής συλλογής « Εμείς η Αντιγόνη» της Μαρίας Λάτσαρη.
Ξάφνιασμα και ευχαρίστηση το δύσκολο εγχείρημα της ποιήτριας, γνώστρια του ποιητικού και πεζού λόγου, να προσεγγίσει το μυθικό πρόσωπο της Αντιγόνης, με μια ιδιαίτερη ματιά για τη θέση της γυναίκας στον αρχαίο κόσμο και τον σύγχρονο, να θέσει ερωτήματα για την τύχη της, να φέρει ένα νέο μήνυμα περί δικαίου και ισότητας. Είναι γνωστό ότι μετά τον Σοφοκλή, πολλοί δημιουργοί κάθε εποχής (θεατρικοί συγγραφείς, λογοτέχνες, ποιητές, μουσικοί, εικαστικοί, φιλόσοφοι, ψυχολόγοι), θέλησαν να προσεγγίσουν το βαθύτερο νόημα της θυσίας της Αντιγόνης σύμφωνα με τις διανθρώπινες ιδέες και αξίες της εποχής τους.
Τι λοιπόν προσκομίζει η ποιήτρια μέσα από τις ποιητικές εικόνες της συλλογής της στο σύγχρονο αναγνώστη/τρια και με ποιο τρόπο στήνει την παραλλαγή του δικού της προσωπικού αλλά και συλλογικού μύθου, δημιουργώντας ένταση και κάθαρση όμοια με της αρχαίας τραγωδίας;
Η ποιήτρια με τον τίτλο «Εμείς η Αντιγόνη», ομαδοποιεί όλες τις γυναίκες στο αρχέτυπο της θηλυκής Αρχής, της αρχέγονης γυναίκας. Καλεί με τη γραφή της τη διαχρονική γυναίκα να μετέχει ως ηρωίδα-ηθοποιός, ως τραγωδός- ποιήτρια, ως θεατής-μύστης μιας σύγχρονης σοφόκλειας τραγωδίας. Την οδηγεί, όπως η Αντιγόνη τον Οιδίποδα, να ξεπεράσει την τραυματική τυφλότητα και ν΄ αναγνωρίσει με το εσωτερικό φως της ψυχής τα βαθύτερα συναισθήματα και πάθη των δικών της ηρώων. Τα αδιέξοδα στις διυποκειμενικές ανθρώπινες σχέσεις, στην ακραία υποταγή ή στην αντίδραση των νόμων της πολιτείας, την επιλογή της ελευθέριας ακόμη με κόστος την προσωπική θυσία και θάνατο.
Σπάει το προσωπικό «Εγώ» της Αντιγόνης και το αντικαθιστά με το συλλογικό «Εμείς». Με αυτό τον τρόπο ο αναγνώστης, πρωταγωνιστής ή κομπάρσος, παίρνει μέρος στη διάδραση των ηρώων της τραγωδίας. Όπως στα όνειρα, το υποσυνείδητο σκηνοθετεί τη σκηνή του θεάτρου με όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν την υπόθεση του ονείρου, έτσι και η ποιήτρια με το «Εμείς η Αντιγόνη», καθιστά υπεύθυνες όλες τις γυναίκες για ότι λέγεται και παίζεται στην τραγωδία της καθημερινής σκηνής.
Διαχρονικό το πορτραίτο της Αντιγόνης στην αφήγηση και στο εξώφυλλο της συλλογής. Η Μαρία Λάτσαρη δημιουργεί τέχνη με τη σκηνοθεσία του χώρου, μορφοποιεί τον παρελθόντα χρόνο, τον τόπο, την πόλη με τις επτά πύλες, τα πρόσωπα-σκιές της οικογένειας των Λαβδακιδών, το διαγενεακό τραύμα που ακολουθεί τρεις γενιές και το τελειωτικό κτύπημα στους εναπομείναντες απόγονους, την Αντιγόνη και την Ισμήνη.
Γράφει στο ποίημα με τη φωνή της Αντιγόνης «My heart belongs to Oedipus (σελ.42-43)
“Τις μπλε τις νύχτες του χειμώνα/ ο Οιδίποδας μιλάει για το παρελθόν/ Πως το΄ριξαν επάνω του σαν ξένο ρούχο,/ στα πόδια του το οίδημα/ στα μάτια του άσπρο πόνο/ πως σφράγισαν / σημάδι της καταγωγής. Πως λέξη-λέξη έφτιαξε εμάς/ από σκοτάδι και ενοχή/ Ίδια στιγμή που γεννηθήκαμε, πεθάναμε./
«….Καθαρμένος χώνεται στην αγκαλιά της Ιοκάστης/ απ΄ την ντροπή της να θηλάσει/ -Πως βλέπεις όνειρα τυφλός;/-Δεν θέλουν μάτια οι εφιάλτες , κοριτσάκι./ Κανείς ως τώρα τη μοίρα του δεν εκδικήθηκε».
Και συνεχίζει με την φωνή της Ισμήνης στο ποίημα με τίτλο «Καλύτερα πεθαίνει όποιος πεθαίνει τελευταίος»
«Για ένα αίνιγμα αδειανό/ για την Αντιγόνη που γνώριζε/ και τον πατέρα που αγνοούσε/ Για δυο αδέρφια/ που γεννήθηκαν μ΄΄ένα πόνο /και μ΄’ένα πόνο πέθαναν/ για τα μάτια του πατέρα / δυο τρύπες μαύρες/ για τα μάτια σου, Αντιγόνη,/στο σχήμα του θρήνου αυτά/ Για ένα κομμάτι σχοινί/σαν λώρος και σαν ρίζα/ κυρίως για τη ζωή/ που κάνει κύκλους / σαν κουτσός διαβήτης, /θάνατο προσδοκώ» / και η φωνή της ποιήτριας λέει «Μην ψάχνεις στον Φρόιντ την αλληγορία»
Η Αντιγόνη κι η Ισμήνη, θεατρικές περσόνες, συνομιλούν η μία απέναντι από την άλλη, όπως ακριβώς στον αρχαίο χορό έχοντας στη μέση τον ποιητή –κορυφαίο τραγωδό- με την δική του φωνή που συμφωνεί ή αντιτίθεται στις ιδέες και τα πεπραγμένα του μύθου.
Η Αυλαία ανοίγει με τον ποιητή-τραγωδό ο οποίος, αντί προλόγου όπως στη τραγωδία του Σοφοκλή, μας συστήνει την Καντριγιέ, μια σύγχρονη Αντιγόνη, την οποία ξανασυναντούμε με το κλείσιμο της αυλαίας στο τέλος της συλλογής.
Μιλάει ο ποιητής με όλη την τραγικότητα για αυτήν που χάθηκε σε αεροδρόμια πολύβουα, σε ματωμένα δευτερόλεπτα. (σελ 9).
« Στοιχίζω τους αιώνες στη σειρά,/εδώ που ανέτειλε το ήθος της θνητότητας/ κι έλαβαν σώμα γυναίκας φυλαχτό/ η αθωότητα κι η ενοχή,/ η θηριωδία κι η επιείκεια.
Κυρίες και Κύριοι/
Σε μία ακτίνα φως/ θα γράψω τ΄ όνομα της./ Στον σκοτεινό δρυμό θα επιστρέψω/ σαν να΄ μαι ο τελευταίος ποταμός.
Στο κυρίως σώμα της συλλογής τα ποιήματα μοιράζονται σε δύο ομάδες. Σ΄ αυτά που ακούγονται με την φωνή της Αντιγόνης και σε αυτά που ακούγονται με την φωνή της Ισμήνης. Στο κλείσιμο κάθε ποιήματος ακούγεται η φωνή του ποιητή.
Στο μύθο της αρχαίας τραγωδίας οι δύο αδελφές, έχουν διαφορετική αντίληψη για την θέση τους στο πλαίσιο και τους νόμους της πολιτείας Η Ισμήνη αποδέχεται το πατριαρχικό σύστημα και την υποταγή σ΄ αυτό, ενώ η Αντιγόνη αντιστέκεται και προβάλει τους άγραφους νόμους των θεών, του έρωτα και της αγάπης, της αφοσίωσης και του καθήκοντος. Από την αρχή της αφήγησης ερχόμαστε αντιμέτωποι με την συγκρουσιακή σχέση των νόμων της πολιτείας και των νόμων της ηθικής των θεών.
Στη συλλογή της Μαρίας Λάτσαρη η συνομιλία της Αντιγόνης και της Ισμήνης μοιάζει με τον εσωτερικό διάλογο σε ένα σώμα-εαυτό της γυναίκας,, με τις δύο αμφιθυμικές επιθυμίες του, ανάμεσα στο «πρέπει» και το «θέλω», ανάμεσα στο χρέος και την επιθυμία, την υποταγή και την αντίσταση, την εκχώρηση του εαυτού ή την αξιοπρέπεια και την επιλογή της ελεύθερης βούλησης.
Γοητεύει αυτή η ευρηματική πρόταση της ποιήτριας για τη σχέση των δύο διαφορετικών απόψεων της γυναικείας φύσης. Η διαμάχη και η σύγκρουση, η συγκατάβαση και η άρνηση, η ανταλλαγή των ρόλων, η αποδοχή, η αντιστροφή και τέλος η πλήρης σύμπλευση σε μία ενότητα ολοκληρωμένης θηλυκότητας. Αντιγόνη κα Ισμήνη οι δύο όψεις ενός νομίσματος.
Εύστοχα η ποιήτρια ανοίγει την συλλογή της με τη φωνή της Αντιγόνης και το διαγενεακό τραύμα των Λαβδακιδών, τις ανίερες συζεύξεις, την αιμομιξία, τα παιδιά της Ιοκάστης, τον Οιδίποδα, το θάνατο ενόχων αλλά και τη θυσία αθώων για την κάθαρση της ανομίας και της αλαζονείας. Ένα συλλογικό τραύμα που συναντάει τις γυναίκες στις επόμενες γενιές χωρίς να αλλάζουν οι θέσεις των ανδρών στο πατριαρχικό σύστημα και οι πεποιθήσεις ρόλων και αξιών των καταπιεσμένων γυναικών.
«τέσσερις κηδείες κι ένας γάμος» τιτλοφορείται το πρώτο ποίημα με την φωνή της ποιήτριας να λέει:
« χίλιες φωνές, χίλιες σιωπές/ ο κόσμος όλος μια εικόνα» και η Ισμήνη με το ποίημα « σολομωνική» να απαντά « Συ δίποδο χωρίς φτερά , χωρίς ουρά, πύλες επτά να δρασκελίζεις» και η ποιήτρια να απαντά «Χίλιες σιωπές, χίλιες φωνές / Φάτα Μοργκάνα ο κόσμος.».
Η Μαρία Λάτσαρη με τη συλλογή της θέλει να ξυπνήσει τις υπνωτισμένες γυναίκες από τις ψευδαισθήσεις της ευδαιμονίας περί αδύναμου φύλου. Κτυπάει το σήμαντρο, είναι η ώρα της ψυχής να μιλήσουν επιτέλους οι γυναίκες για την γυναικεία υπόσταση τους. Κατορθώνει να σπάσει τα στεγανά μεταξύ γυναίκας και άνδρα, καθώς μας μεταφέρει με τον στίχο, την πλοκή και τις ιστορικές συνδέσεις στον παρελθόντα, παρόντα και μέλλοντα χρόνο, χωρίς να διαστρεβλώνει τις ομοιότητες του τότε και του τώρα.
Ζωντανεύει την ηρωίδα Αντιγόνη και την αντιηρωίδα Ισμήνη με τα πολλά τους πρόσωπα σε μια ταύτιση με τις σύγχρονες γυναικείες μορφές που αντιστέκονται ή υποτάσσονται στον αυταρχισμό της αρσενικής Αρχής.
Η ποιήτρια τολμάει και δίνει στη γυναίκα το δικαίωμα του λόγου που της είχε αφαιρεθεί από τους άνδρες για χρόνια. Η φωνή της έρχεται από πολύ μακριά, από την παιδική ηλικία, τον εφηβικό έρωτα, τον πόθο της μητρότητας και όλες τις αναμνήσεις σε σχέση με τις γονεϊκές φιγούρες και πρότυπα.
Λέει η Αντιγόνη στο ποίημα «ψαράκια» (σελ. 12).
«Μελάνι μετείκασμα/ ο ουρανός ποτάμι./Η Αντιγόνη εμείς/ με βήματα γυμνά/-ανάσα-/ σκέτο χώμα/ χώρα λευκή αναζητώ/ Η Αντιγόνη εμείς/ με αγάπη ανένδυτη,/ αίμα ανένδοτο,/ φόβο ανυπόδητο/ τη φωνή μου αναζητώ./
Και η ποιήτρια λέει
« Ήρθε η ώρα να φτιάξουμε / για τη απάθεια αντισώματα./
Και η φωνή της Ισμήνης στο ποίημα « με μια σφυρίχτρα¨.σελ13
«Οι φτέρνες σου ,Αντιγόνη, αθάνατες θα γίνουν/ από βάτα και από χώμα.». και η ποιήτρια τονίζει την άποψη ότι
« Οι μεταφορές δεν δίνουν πάντοτε / φτερά στο ποίημα».
Σε όλη την ποιητική συλλογή η ποιήτρια συγκεντρώνει περίτεχνα όλα τα στοιχεία του χαρακτήρα της Αντιγόνης και της Ισμήνης.
Γοητεύει η Αντιγόνη με την γενναιότητα και το θάρρος της νεαρής γυναίκας. Σύμβολο της αντίστασης και της αξιοπρέπειας καθορίζει σθεναρά το σκοπό της ζωής της. Σε όλη την ποιητική διαδρομή, γυναίκες όμοιες με την ηρωίδα, στέκονται συνοδοιπόροι σε άρρητο σύμφωνο αγώνα και νίκης.
Γράφει στο ποίημα « τέσσερις κηδείες κι ένας γάμος» (σελ 10).
«Επιστρέφω/ μ΄ένα σακίδιο γλώσσες κομμένες/ σε ουρανό δίχως θεούς./Απ΄της συνείδησης την αυγή ανατέλλω/με της δικαιοσύνης άλικο ρόδο στο χέρι/ στη Λέσβο με φώναζαν Σαπφώ/ στην Αλεξάνδρεια Κλεοπάτρα/ Έμιλυ στη Μασαχουσέτη/ στο Βερολίνο Ρόζα/ όπως στην Αλαμπάμα/ Το οριστικό άρθρο παραδίδω..»
Σαν σε μυστική πομπή ιερής τελετουργίας των μυστηρίων της κάθαρσης η ποιήτρια, με αλληγορική και σουρεαλιστική αναπαράσταση, συγκεντρώνει τις διαχρονικές ηρωίδες, του αρχαίου και σύγχρονου κόσμου, που δεν διαφέρουν στον πυρήνα της ύπαρξης τους από την πρώτη γυναίκα Εύα-Λίλιθ.
Τις ντύνει με στίχους και μας τις συστήνει ως ένα «Όλον» με όλη τη λάμψη της γυναικείας τους φύσης.
Αντιγόνη, Ισμήνη, Ιοκάστη, Ελένη, Καντριγκέ, Ρόζα Παρκς, Άννα Αχμάτοβα, Σαπφώ, Κλεοπάτρα –όλες μαζί «Εμείς η Αντιγόνη» λένε « στις ιστορίες γραμμένες από αντιγόνους», σελ 27.
« Γυναίκα,/ άθυρμα ανδρών τε και θεών,/ανθρωπινότερη του ανθρώπου» … «Ζούμε στον κόσμο που έφτιαξαν /θεοί και ποιητές/
Και « Κάθε καιρός έχει την Αντιγόνη του».
Και απέναντι περπατούν οι άνδρες σύμβολα της δύναμης, του νόμου, της εξουσίας, με ιστορίες γραμμένες από τους αντιγόνους Αδάμ, Λάιος, Οιδίποδας, Κρέων, Αίμονας, Πολυνείκης,
« Γυναίκα , εφ΄ω ετάχθεις / Των Βασιλέων Βασίλισσα, νάγιες πολλές εκοίμισες/ στον γαλατένιο κόρφο/να μην συρθείς για λάφυρο/ στο άρμα του Αυγούστου /πως ν΄ ανεχθούν τ΄ ανάστημα / Ο θάνατος είναι σαν ζωγραφισμένος ύπνος».
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για πολλές ιδέες και ερεθίσματα πάνω στην ανάγνωση της ποιητικής συλλογής της Μαρίας Λάτσαρη. Το είδος της προσέγγισης ορίζει τα όρια αυτής της εργασίας και απομένει να κλείσουμε με τις σκέψεις ενός συλλογικού έργου ορμώμενο από το βάθος της προσωπικής δεξαμενής της ποιήτριας.
Μαζεύοντας όλα τα στοιχεία της γοητείας που ασκεί ο μύθος της Αντιγόνης , ίσως μπορούμε να κατανοήσουμε το πνεύμα του ποιητικού υποκειμένου και το ρίσκο να ξυπνήσει την ηρωίδα του Σοφοκλή σε συνάντηση με τις γυναικείες ηρωίδες μιας σύγχρονης τραγωδίας.
Η γενναιότητα της νεαρής αλλά τραυματισμένης γυναίκας. Η αντίσταση και η αξιοπρέπεια της γυναίκας που ορίζει το δρόμο της ζωής της. Σύμβολο της αγάπης, του χρέους, της πίστης και της υπεράσπισης των δεσμών της οικειότητας, της οικογένειας, της πολιτείας. Την τήρηση των τελετουργιών που ενώνουν το κόσμο των ζωντανών και των νεκρών, το σεβασμό στους νόμους των θεών και όχι μόνο των ανθρώπων, τα όρια της ατομικότητας έναντι της συλλογικότητας.
Στο ερώτημα που τέθηκε από την αρχή, αν άξιζε η θυσία όλων αυτών των γυναικών υπό τον τίτλο της ποιητικής συλλογής «Εμείς η Αντιγόνη» μπορούμε να απαντήσουμε με τον συμφιλιωμένο λόγο της Αντιγόνης και της Ισμήνης που συναντούμε στα τελευταία ποιήματα «Καντριγιέ» και « το δείπνο της Ισμήνης», όπου η φωνή της ποιήτριας λέει «Βελούδινο ένδυμα φορά η βία»
Η Ισμήνη φοράει τη σκέψη της Αντιγόνης και σαν μια ολότητα λέει:
Ρόδο της καμίας,/επάρατα παρατημένη/ ζητώ να μου δοθεί η βασιλεία/ να πάρω υπό την προστασία μου
Το κοριτσάκι με το νυφικό / Τη γυμνή απ΄το Πρόγευμα στη χλόη/
Τα σφραγισμένα χείλη / τη λάθος κόλαση / το στήθος που θηλάζει ορφανά/ τη γητειά της ηδονής / τα ξοδεμένα κατ΄ επιλογήν ωάρια / το Γόνατο της Κλαίρης / τη βία της φτώχιας/ την Προέλευση του κόσμου / τη μοναξιά των μεγάλων μυστικών/ τα όνειρα με μέτρο / το λουλούδι της ερήμου/ την Παναγία και τη Μαγδαληνή / αυτές τις δύο σε ένα/ το πείσμα της αγάγκης / το αγορασμένο σώμα / τον αποδιοπομπαίο κρίνο/ την αμίλητη μηλιά /τις σκιές που πια δεν έχουν που να γείρουν / το πρώτο μας φιλί μαζί και το τελευταίο/ το ότι ηγάπησαν πολύ
«Πάντα η ποίηση, νυχτερίδα που τρέφεται με μέλι».
Η Μαρία Λάτσαρη, σαν επίλογο μας στέλνει το κέλευσμα για μια νέα αρχή.
« Κι εσύ αφοσιωμένε ποιητή, σε κύκλους ταξιδεύεις. Έρχονται περισσότερες φωνές. Σύρε να τις ανοίξεις, η Ιστορία της γυναίκας να ξεκινήσει πάλι».