Δεν είναι η πρώτη φορά που η Περσεφόνη, μυθολογικό πρόσωπο και σύμβολο του επάνω και κάτω κόσμου των νεκρών, διαπερνά τον χρόνο και φτάνει μέχρι σήμερα με τα πολλά της πρόσωπα στην τέχνη και στην λογοτεχνία.
Γράφει ο Γιάννης Ρίτσος στα ποιήματα «Τέταρτη διάσταση» για την Περσεφόνη του*, «Τα πάντα ημερεύουν, τα πάντα επιστρέφουν στον εαυτό μας, τόσο που λέω, μην είναι ο θάνατος ο πιο αληθινός εαυτός μας!». Ο ποιητικός λόγος με στοχασμό εμβαθύνει στην ουσία των πραγμάτων, με λέξεις χαράζει ρωγμές και αναδεικνύει τον δρόμο που οδηγεί από το σκοτάδι στο φως στην αναζήτηση του αληθινού εαυτού.
Με αυτή την ποιητική γραφή η Μαρία Λεβαντή συστήνεται στο λογοτεχνικό κοινό με την οικειότητα και δεξιοτεχνία της γνώσης που αντλεί από την επαγγελματική και αναγνωστική εμπειρία της.
Η ποίηση είναι γλώσσα, δηλαδή λέξεις. Το λεξιλόγιο της χαρακτηρίζεται από απλότητα και παράλληλα από συμπυκνωμένα νοήματα, λυρικά και μυθικά στοιχεία, κείμενα εξωστρεφή και εσωστρεφή με αφετηρία πάντα το ομιλούν ποιητικό υποκείμενο. Οργανώνει και προσεγγίζει την πραγματικότητα με θέματα που την απασχολούν με συνεκτικό λόγο και καταγραφή με αρχή μέση και τέλος.
Ανακαλεί στην πρώτη ποιητική συλλογή της την αρχαία χθόνια θεότητα του αγρού και της αφθονίας, το σύμβολο του χρόνου και των εποχών, την Περσεφόνη, και χαρίζει το όνομα της στον τίτλο της συλλογής «Η Περσεφόνη φορά ψηλό καπέλο». Στην Θεά που έρχεται από το μακρινό παρελθόν των μυθικών θεαινών, διάφανη, μυστηριώδη, ερωτική, αισθαντική, με ματιά διεισδυτική, προσομοίωση με την σύγχρονη πολύπλοκη γυναίκα αποδίδει τέλεια το εικαστικό έργο του εξωφύλλου της συλλογής.
Η Μαρία Λεβαντή κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη σελίδα του βιβλίου της με τον μεταφορικό λόγο, την αλληγορία, τον μαγικό ρεαλισμό, τις σουρεαλιστικές εικόνες και ανοίγει ένα θέμα που ζητά απαντήσεις:
Για ποια Περσεφόνη θα μιλήσει; Για την μυθική Περσεφόνη και την βίαιη αρπαγή της από τον Πλούτωνα, τον αποχωρισμό από την αγκαλιά της μητέρας Δήμητρας ή την σύγχρονη γυναίκα-Περσεφόνη που ζει, κινείται και μετακινείται συνεχώς στο δίπολο Άδης- Γη, σκοτάδι – φως, ζωή – θάνατος αποκτώντας γνώση και εμπειρία;
Μήπως η Περσεφόνη της μυθοπλασίας ως γυναίκα είναι τόσο διαχρονική που συναντάει την σύγχρονη στα ίδια θέματα και προβληματισμούς της καθημερινότητας;
Δηλαδή θέματα που αφορούν τις ανθρώπινες σχέσεις, τις σχέσεις οικειότητας ή τις συγκρουσιακές αντιθέσεις μεταξύ των δύο φύλων και της εξουσίας. Μήπως αναζητήσεις σχετικά με τον έρωτα, την προδοσία, την ταυτότητα, τις προσδοκίες και τις απώλειες;
Ας δούμε πως οργανώνει και μας εισάγει στον ποιητικό της κόσμο η ποιήτρια Μαρία Λεβαντή.
Σύμφωνα με την « Θεογονία» του Ησιόδου, πρώτη εικόνα ήταν το Χάος και το κοσμικό αυγό. Μετά γεννιέται η Νύχτα και το Έρεβος. Ο Έρωτας, πρωταρχική δύναμη της δημιουργίας με τα πολλά του πρόσωπα, κατέχει σημαντική θέση στην παρούσα ποιητική συλλογή.
Η ποιήτρια ορίζει από την αρχή τις δύο διαστάσεις της απαρχής δημιουργίας του κόσμου που είναι ο χώρος- δηλαδή η σύνθεση και η οριοθέτηση των πραγμάτων ( Η Γαία, Ουρανός, Πόντος, όρη κ.λ.π.) και η κινητικότητα που ορίζεται από τον Χρόνο (-παρελθόν, παρόν, μέλλον).
Επιπλέον συνθέτει τα ποιήματα της σε δύο διαφορετικές ενότητες λόγου, με υποκειμενικό και διακειμενικό περιεχόμενο, αλλά στηριζόμενη σε ένα σταθερό νοηματικό επίπεδο που αφορά τον άνθρωπο, την γέννηση, την εξέλιξη, την ολοκλήρωση και το τέλος του.
Η πρώτη ενότητα αφορά την προσωπική θέση της ποιήτριας ως γυναίκα σε θέματα υπαρξιακής αναζήτησης και ταυτότητας (δημιουργία του κόσμου, γέννηση και αρχή ύπαρξης του ανθρώπου, διαπροσωπικές σχέσεις, διαδρομή μνήμης στον χρόνο, οικουμενικότητα, γυναίκα).
Η δεύτερη ενότητα αφορά την διάδραση και την συνομιλία του ποιητικού υποκειμένου με άλλους μεγάλους δημιουργούς της τέχνης και της λογοτεχνίας θέτοντας έμμεσα τις δικές της απόψεις για την συλλογική συνείδηση και το κοινωνικό γίγνεσθαι στην διαδρομή του χρόνου. Εργαλεία της η ΓΡΑΦΙΔΑ-το ΠΙΝΕΛΟ-η ΣΜΙΛΗ- η ΕΙΚΟΝΑ.
Και ανάμεσα τους παρεμβάλλει σκέψεις, ιδέες, μνήμες. Σωματικές και συναισθηματικές ανάγκες, βιωμένες εμπειρίες και εικόνες που τις καθρεφτίζει έμμεσα με σουρεαλιστικό υπαινιγμό σε ονειρικό και πραγματικό κόσμο.
Κεντρικό θέμα της γραφής της είναι η γέννηση και ο μυθικός τρόπος διαμόρφωσης του κόσμου. Ο πρωτογενής θεός Έρωτας υπεύθυνος για την σμίξη του Ουρανού και της αρχέγονης Γαίας, στη συνέχεια η συνεύρεσή τους. Η δημιουργία του Γενεαλογικού δένδρου, ετερότητες και ομοιότητες των ανθρώπων. Η βιολογική και ψυχοσυναισθηματική ύπαρξη τους στον χρόνο, ο αέναος κύκλος ζωής και θανάτου στον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο όπου η ζωή προϋπάρχει. Το συμπαντικό πρωταρχικό Χάος ενέχει το πρωτογενές Φάος( Φως). Η συνύπαρξη των αντιθέτων αυτών δυνάμεων ορίζουν την αρμονία του κόσμου. Την ποιήτρια γοητεύει η μυθική Περσεφόνη, σύμβολο ζωής, θανάτου και αναγέννησης.
Με το πρώτο της ποίημα φέρνει στο προσκήνιο τον φόβο της μοναξιάς του ανθρώπου και την ανάγκη του να καθρεφτιστεί σε έναν απέναντι σημαντικό Άλλον για την επιβεβαίωση της ύπαρξης του. Γυρίζει πίσω στις ρίζες του κόσμου και στην ανάγκη, ακόμη και του δημιουργού Θεού, να καθρεφτιστεί και να αναγνωρίσει στο είδωλο τον εαυτό του και ποιος είναι αληθινά.
Αρνείται ο Θεός την αρσενική παντοδύναμη φύση του με τον αυτό-ευνουχισμό, ανασύρει από τον ομφαλό της γης την θηλυκή ουσία και με την σμίξη τους δημιουργεί τον άφυλο άνθρωπο, δίνοντας του έτσι τη δυνατότητα της επιλογής του φύλου. Δημιουργεί στην συνέχεια την Εδέμ, τον Αδάμ και την Εύα, τον γενεσιουργό της γνώσης και της αμαρτίας Όφι, τον έρωτα, το ζευγάρωμα της θηλυκής και αρσενικής Αρχής, αντιμετωπίζοντας τον υπαρξιακό φόβο της μοναξιάς.
Ο κύκλος της ζωής αρχίζει με την γυναίκα που γεννάει και πασχίζει να σώζει τα παιδιά της από τον αδηφάγο χρόνο. Με την γυναίκα που μπορεί να ζει στο νερό και στην ξηρά, τη γυναίκα που γεννήθηκε από το κοσμικό αυγό, αυτήν που γεννοβολά νεοσσούς, πολλές φορές αιματοβαμμένους, σε φωλιές φτιαγμένες με ξερά κλαδιά κι αγκάθια. Τη γυναίκα που βιώνει την προδοσία, το γκρέμισμα της φωλιάς, το παρελθόν με τα τραύματα και την απειλή του, την αλλαγή ρότας. Ανοίγει τα κλειστά δωμάτια του κυανοπώγωνα όχι με τα σκουριασμένα κλειδιά του παρελθόντος αλλά με νέα χρυσά, αρνούμενη να παίζει με τις σκιές και τις ενοχές του παρελθόντος που την αλλοτριώνουν.
Γράφει στο ποίημα της «Καινούργια κλειδιά», (σελ. 16), σε μία συνομιλία με το ειρωνικό ενοχικό παρελθόν και για την αλλαγή του τρόπου σχέσης της με αυτό.
« Εσύ δεν έχεις καταλάβει, είπα /Έχω φυτέψει λουλούδια και λαγούμια,/ και στις κλειδαρότρυπες στριφογυρίζουνε χρυσά κλειδιά./ Δεν παίζω πια κρυφτό με τις σκιές μου»/.
Η ποιήτρια, ως γυναίκα στην εξελικτική πορεία της ύπαρξης της, τολμάει ανατροπές. Στον ονειρικό κόσμο διαγράφει το γένος της, μηδενίζει την πρωτογενή εξέλιξη ως γυναίκα και την ξαναδημιουργεί ως άφυλη, επιτρέποντάς της την επιλογή. Γεννιέται απαρχής από το σκοτάδι.
Γράφει στο ποίημα « Εύα» σελ. 13:
« Στα πόδια μου κοιμάται ο Όφις / σμίγω μαζί του κάθε βράδυ./ Έτσι γεννάω τον Αδάμ. / Τον τρέφω απ΄ το πλευρό μου./ Όταν ενηλικιώνεται/ κρύβει στο παντελόνι του το φίδι /κι εγκαταλείπει για πάντα την Εδέμ.»/
Και στο ποίημα « Διαδρομή» σελ.17 γράφει:
« Στο όνειρο απόψε / δεν έχω φύλο…Αναζητώ το πρόσωπο μου στον καθρέφτη./ βλέπω το φεγγάρι πίσω μου μισό./
Και συνεχίζει στο ίδιο ποίημα την αναγνώριση του εαυτού και την γυναικεία της φύση:
« Σκοτάδι ξανά, παντού νυχτώνει./ Τα μάτια του ζώου στολίζουν τον λαιμό μου./ Φτάνω στην κορυφή του πύργου μου, /αίμα θηρίου και αργιλώδες χώμα βρίσκω./ Πλάθω ολοκαίνουργια καρδιά./Σηκώνομαι, κοιτιέμαι στον καθρέφτη./ Γυναίκα πια. /Ολόκληρη./ Εγώ.»/
Νέα εξελικτική φάση αρχίζει για την συνειδητοποιημένη γυναίκα. Η θηλυκή χάρη γεννιέται από την καρδιά ενός μήλου Το πρωτογενές υλικό που αναδύεται από το ασυνείδητο και τις απωθημένες μνήμες την μεταμορφώνει σε χυμώδη γυναίκα. Γεννάει τους φυτεμένους σπόρους της μηλιάς και διαιωνίζει την δύναμη της σ΄ ένα δάσος με πολλές άλλες μηλιές, βιώνοντας νέα ζωτική εμπειρία για το ακυρωμένο γυναικείο της πρόσωπο.
Και αυτή η γυναίκα, ως μυθική και σύγχρονη Περσεφόνη, καλείται να διαχειριστεί τον εαυτό της στις σχέσεις με τους σημαντικούς άλλους, ως κόρη, εγγονή, αδελφή, μητέρα, σύντροφο, ερωμένη, φωτεινή ή σκοτεινή ύπαρξη. Και η ζωή είναι η αρένα όπου η γυναίκα καλείται να είναι Εύα, Λίλιθ, Λολίτα, αμαζόνα, ως πρότυπο ικανοποίησης των προσδοκιών και των επιθυμιών των αρσενικών άλλων, ματώνοντας η ίδια πολλές φορές μέχρι θανάτου.
«Η γυναίκα είναι η μητέρα της», λέει η ποιήτρια Ανν Σέξτον. Είναι δύσκολο ν΄ αντισταθεί η κόρη στις μητρικές παραινέσεις για συνέχιση των γυναικείων ρόλων, την σμίκρυνση της σαν οντότητα, αν δεν τολμήσει το κόψιμο του ομφάλιου ρόλου με ανατροπές μη αποδεκτές από το κοινωνικό στάτους και την κουλτούρα. Φοβάται και εγκλωβίζεται η γυναίκα σε παραδοχή απαξίωσης της ως ισότιμο μέλος με τον άνδρα.
Η ποιήτρια με τους στίχους που μιλάνε σιγά μέσα στη νύχτα αλλά είναι συγχρόνως δυνατή κραυγή, μοιράζεται με τον αναγνώστη το οδυνηρό βίωμα της γυναικείας μοναξιάς, τον αβίωτο έρωτα, την αίσθηση της απόλυτης ανυπαρξίας πνιγμένη στην ελεγεία της απώλειας και του πένθους. Την βαραίνουν αλήθειες που πρέπει να σιωπά, τις νύχτες που το σεντόνι της γίνεται θάλασσα, κύμα που την ρίχνει στα βράχια, την τσακίζει, την πνίγει, γίνεται αλάτι και νερό.
Η γυναίκα της Μαρίας Λεβαντή αδειάζει από την θηλυκή της ύπαρξη, αποσιωπά την θλίψη και το τραύμα, κοιμάται σε μαξιλάρι που μυρίζει βασιλικό, «γεννάει παιδιά αλλά πεθαίνουν πριν ακόμη μπουσουλήσουν/ καθαρίζει τον λεκέ στο νυχτικό που όλο μεγαλώνει». Στολίζει το ξεθωριασμένο πρόσωπο της στο χρόνο με κόκκινα λουλούδια και στροβιλίζεται τραυματισμένη στην οικογενειακή και στην ξεθωριασμένη στο χρόνο φωτογραφία.
Ξέρει όμως πολύ καλά ότι « ποτέ δεν φεύγει απ΄ το δέρμα εντελώς ο λεκές από το ξεραμένο αίμα».
Η γυναίκα της ποιήτριας όμως δεν παραιτείται. Μαζεύει τα τραύματα της βιωμένης ιστορίας της, βυθίζεται στις αναμνήσεις, στους φόβους που πολλές φορές την πέτρωσαν, στις μαινάδες που την διαμέλισαν ως Πενθέα στην δική τους ερωτική έκσταση, ανοίγει τα παράθυρα της και ελπίζει στη δίνη του ανέμου να την παρασύρει κάπου μακριά από το θανάσιμο τοπίο για να ξαναβρεί την συνοχή της.
Όλες οι κόρες της Περσεφόνης ξέρουν πολύ καλά ότι η νύχτα κρύβει πολλές αλήθειες που δεν τολμούν να ανέβουν στο φως της μέρας. Τα αρσενικά ζούνε σαν άσαρκες γκροτέσκο υπάρξεις, περσόνες αθωότητας που κρύβουν την ακόρεστη πείνα των λύκων. Και τότε αυτές οι γυναίκες πενθούν φορώντας πλερέζες και ψηλά μαύρα καπέλα. Παράλληλα κόβουν την σιωπή τους, ακούγεται η φωνή τους, το σαρκοφάγο αρσενικό ερπετό μαραίνεται και κρύβεται στη γη.
«Εκεί, λέει η ποιήτρια, τους περιμένει η Περσεφόνη φορώντας μαύρο ψηλό καπέλο».
Το αισιόδοξο μήνυμα στην παρούσα ποιητική συλλογή δίνεται με την μεταμόρφωση της παθητικής πληγωμένης βιασμένης Περσεφόνης με την αναγέννηση της, σε δυναμική σύνθεση των αντιθέτων δυνάμεων-αρσενικής και θηλυκής Αρχής, προσωποποιημένης σε όλες τις γυναίκες που ταξίδευσαν στη ράχη ενός φανταστικού πτηνού που πετάει στον ουρανό και ακούει στο όνομα Μήδεια, Σύλβια, αμαζόνα, γιαγιά Μιμή ή απλά ποιήτρια. Σε όλες τις γυναίκες που άντεξαν το σκοτάδι του Άδη και ανέβηκαν στο φως υμνώντας την αιώνια ομορφιά και δύναμη της γυναικείας ψυχής.
Στη δεύτερη ενότητα η ποιήτρια μοιάζει να μετοίκησε σε άλλη σφαίρα. Είναι η φάση της ανόδου της Περσεφόνης στο φως και της αναγέννησης της γης. Η Λολίτα άφησε τις κούκλες, ενηλικιώθηκε, δεν περιμένει άλλοι να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της. Στα χέρια τώρα κρατάει τα σύνεργα της δημιουργίας. ΜΟΛΥΒΙ-ΓΡΑΦΙΔΑ-ΠΙΝΕΛΟ-ΣΜΙΛΗ-ΕΙΚΟΝΑ.
Βλέπουμε τον λόγο της ποιήτριας να αναδύεται από τον φόβο της ματαίωσης και τη σιωπή της ανυπαρξίας.
Αναζητά την ταυτότητα της με το καθρέφτισμα σε διακειμενικά και διακαλλιτεχνικά έργα σπουδαίων δημιουργών της Τέχνης και του λόγου, υποστηρίζοντας τις πεποιθήσεις της σε μία συνάντηση ζωγραφικής, γλυπτικής, κινηματογράφου, λογοτεχνίας.
Σε αυτή την ενότητα η ποιήτρια συνδιαλλέγεται με στίχους και συναντιέται διακαλλιτεχνικά με την εικαστική μαγεία της «έναστρης νύχτας» του Vincent van Gogh, στην «Νύχτα καλοκαιριού» του Edvard Munch συναντιούνται οι « μαύροι άγγελοι που πάνω από το λίκνο τραγουδούν».
Στον «Angelus Novus», του Paul Klee «αρπάζει το γυάλινο μάτι του αγγέλου και ράβει στην πλάτη φτερά.
Στον πίνακα «Las Meninas» του Diego Valazquez και του Pablo Pikasso καταγράφει τον κατακερματισμό της γυναίκας σε μία προσπάθεια ανασύστασης της μορφής, όπως την επιχειρεί στο ποίημα της « Ακέραιος».
Σε αυτή την συμβολική εικονοποιημένη ενότητα η ποιήτρια εδραιώνει τις πεποιθήσεις και τα συναισθήματα της πρώτης ενότητας, που συναντιούνται διαχρονικά με τα ίδια ανθρώπινα συναισθήματα και το ανεβοκατέβασμα ανάμεσα στον άνω και κάτω κόσμο, στο φως και το σκοτάδι, την πάλη ζωής και θανάτου.
Η Μαρία Λεβαντή αναφέρεται στη μελαγχολία της μοναξιάς του ποιητή, όμοια με την «Μελαγχολία» του διάσημου γλύπτη Άλμπερτ Γκιόργκι ή το ποιητικό έργο στη ταινία του Ταρκόφσκι και του Σεργκέϊ Παρατζάνωφ στο « Χρώμα του ροδιού».
Η γλώσσα και στις δύο ενότητες της δημιουργού μορφοποιείται με λυρικά στοιχεία συναισθηματικής φόρτωσης, αλλά κυρίως με στοιχεία υπερρεαλισμού, συμβολισμού, μαγικού ρεαλισμού.
Γράφει στο ποίημα «Διαγαλαξιακοί εραστές». Σελ.45
« Γιατί δεν του λες /πως τη στιγμή που σου μίλησε/ τα μάτια σου άνοιξαν σαν χοάνες στο Σύμπαν/ και από μέσα τους χύθηκαν χιλιάδες αστέρια/ Γιατί δεν του λες/ ότι σε υπόγεια νερά βούλιαξαν οι δείκτες των ρολογιών / κι ο χρόνος ακίνητος / συμπυκνώθηκε στον σπόρο της παπαρούνας»./ Πες του /ότι ακόμα αναπνέει κάτω απ΄το δέρμα σου /κι έτσι ποτέ δεν του λείπεις. / Άυλη στέκεσαι ανάμεσα στους γαλαξίες / ώσπου να επιστρέψει.»/
Η Μαρία Λεβαντή με όραμα αρχίζει και κλίνει την πρώτη αλλά ώριμη ποιητική συλλογή της «Η Περσεφόνη φορά ψηλό καπέλο». Ξετυλίγει τις ιδέες, τους προβληματισμούς και τις εμπειρίες της όμοια με τη διαδρομή και την εξέλιξη της ανθρώπινης ύπαρξης στον χρόνο και τον χώρο. Την γέννηση του άνδρα και της γυναίκας, την αθωότητα και την ωριμότητα, τον έρωτα και την ενηλικίωση, την δέσμευση και την προδοσία, τη ζωή και τον θάνατο, τις αλλαγές και την αναγέννηση.
Η μυθολογική Περσεφόνη του άνω και κάτω κόσμου είναι κάθε διαχρονική γυναίκα που αναδύεται από τον σκοτεινό κόσμο του προσωπικού και συλλογικού ασυνειδήτου, στην φωτεινή συνειδητότητα και την γνώση της ύπαρξης της, σε μία αέναη συνάντηση συνύπαρξης του γαλαξιακού ουρανού και της αρχέγονης μητρικής Γαίας.
*Γιάννης Ρίτσος [1972]2009. Ποιήματα τέταρτη διάσταση, (1956-1972), εκδόσεις Κέδρος.
1 Ιουνίου 2024