Παυλίνα Παμπούδη: Ποίηση και Φιλοσοφία
Η Ποίηση και η Φιλοσοφία είναι αδελφές ομογάλακτες. Και οι δυο τρέφονται από τους αστείρευτους μαστούς του Άγνωστου και του Κρυπτού, του Ωραίου, και του Αποτρόπαιου, του Μηδενός και του…
Η Ποίηση και η Φιλοσοφία είναι αδελφές ομογάλακτες. Και οι δυο τρέφονται από τους αστείρευτους μαστούς του Άγνωστου και του Κρυπτού, του Ωραίου, και του Αποτρόπαιου, του Μηδενός και του…
Και η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος είναι τελευταία πολύ του συρμού. Καιρός ήταν, θα πουν κάποιες. Μα πάντα ήταν, θα πω εγώ: Από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας…
ΕΚΛΑΜΨΗ Αστραπιαία πτήση σμήνους αργυρού αφρόψαρων Στα ύφαλα μαύρων μαντείων Έσβησε, σβήνει, πάει, έσβησε- Αμέσως, μ’ ένα γδούπο, να, ξανά Ακόμα άλλος ένας μαύρος ήχος, βενθικός Μπροστά…
ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΠΟΥ ΥΠΗΡΞΑ Δύο η ώρα. Τι μου θυμίζει; Ναι: Το μαύρο που υπήρξα, εκείνο το αχειροποίητο, που υπήρξα Για μια ελάχιστη στιγμή, την απερίγραπτη, πριν απ’ τη…
Άγρια Άνοιξη Αδέσποτη, ξέφυγε παρά πέντε Τρέχει γαβγίζοντας και κατουρώντας τα λιβάδια Γαλαζωπό σημάδι στον λαιμό Το δόντι στη σφαγίτιδα μπηγμένο ακόμα- Δεν θα ξεφύγει Πίσω της βαριοπατά ο ίσκιος…
Ξέρετε –ξέρουμε ποιος είναι ο Ρίτσος; Όλο τ’ απόγευμα, σκυμμένος στ’ ακρογιάλι, μόνος, μάζευε βότσαλα, λευκά, τριανταφυλλιά, γαλάζια, με τόση σοβαρότητα και προσοχή, που ο ίδιος χαμογελούσε με υποψία…
Έαρ αρχαίο, αθάνατο Από τη στάχτη του χειμώνα Ο ανερμήνευτος κωδίκελλος στο τέλος των γραμμένων- Νιώθεις το αεράκι; Άτολμο, όλο χνούδια και σε πτήση χαμηλή; Είναι αυτό το ίδιο…
Ναι, όσο πάει Μορφή αλλάζει ο καιρός, η μοίρα και το σύννεφο- Μύρισε Άνοιξη Άρωμα, αεράκι Μέλι πηχτό ευγνωμοσύνη Κυλάει γύρη ύπνου στην πλαγιά- (Παρόλ’ αυτά, ακόμα Εκεί που…
Μια φορά, σ’ ένα καλύβι στο βουνό, ζούσαν ο κύριος Αδαμάντιος κι η κυρία Χρυσούλα, ένα πάμπτωχο ζευγάρι, που η μόνη του περιουσία ήταν τρεις κότες, η Σμαράγδα, η Ζαφειρούλα …
OΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ Nα 'χε η νοσταλγία σώμα να το σπρώξω απ' το παράθυρο έξω! Nα τσακίσω εκείνο που δε γίνεται! Kορίτσι που…
Τη στιγμή εκείνη Έγινε η καταστροφή του Ναού Με τους οξύλιθους. Άηχα άνοιξε η νύχτα Το προαιώνιο πένθος για την Εξορία. Μες απ’ τη μαύρη τρύπα Δεξιόστροφος, Αργά Ο…
Μια χαραμάδα φως Ξεφεύγει από κάτω, από άλλη χιλιετία Κρύο δωμάτιο, άθλια μόνωση - άραγε Γιατί Ούτε ένα τηλέφωνο να μη μπορείς Να πάρεις τους νεκρούς; Κρύο δωμάτιο, μικροθόρυβοι μόνο…