Χριστίνα Μιχαηλίδου: ένα ποίημα
ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΤΑ ΑΛΛΙΩΣ Στο ρήμα αγαπώ στάθηκες μεγαλόψυχος. Σκαρφάλωνες σε κάθε γραμμή μαζεύοντας ένα ένα τα επίθετα που μου χάριζες. Κι εγώ σε περίμενα στα κόμματα με λαχτάρα…
ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΤΑ ΑΛΛΙΩΣ Στο ρήμα αγαπώ στάθηκες μεγαλόψυχος. Σκαρφάλωνες σε κάθε γραμμή μαζεύοντας ένα ένα τα επίθετα που μου χάριζες. Κι εγώ σε περίμενα στα κόμματα με λαχτάρα…
ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΡΗΜΙΑΣ, ( Εφτά Χαϊκού και τρία επιγράμματα ) I. Είπες πως θα ’ρθείς Και στην παγωνιά λάμψαν Α…
ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΒΥΘΟΥ Με λένε Αμφιτρίτη. Είμαι γυναίκα του βυθού. Στο κέλυφος μου καθρεφτίζονται τα όνειρα ανδρών. Το βράδυ ο Αχιλλέας έχει αναμμένο το κερί στο κομοδίνο του. Δίπλα…
ΑΝΤΕΡΛΕΧΤ βββρρρζζγιχχράαατσσκςςςς ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΌΟΟΟΟΟΟ βββρρζζγιχχράαατσσκςςςς ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟ βρζιχχχχςςςςςςςςςς ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟ ΟΟΟΟΟΟΟΟ ΟΟΟΟ ΟΟΟ Ο φφρρρρρρρρρρρτπτπτπτπτπτπτπτπτ μουουουουουουουουουουουουουουουουου σιωπή Εγώ βόδι που ανοίγει στον πόνο σα ρόδι Εγώ ρόδι χύνω αίμα και αίμα…
Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο Καθόμαστε αντικριστά στο ίδιο τραπέζι με το χρόνο παράνομοι εραστές κοιταζόμαστε πλάγια μασάω γρήγορα αυτός αργά καταπίνω τη συνήθεια σε μικρά κομμάτια στη…
Στην πλάνη του χρόνου Όλα τα φώτα στραμμένα πάνω του με ένδυμα λαμπρό η είσοδός του γυρτή η πλάτη από το βάρος των προσδοκιών στα δεκατρία φεγγάρια τα…
Βίου λεπτοδείκτες Γεννήθηκα παρά τέταρτο Ορφάνεψα και μισή. Ρυάκι αθόρυβο ο χρόνος. Ερωτεύθηκα στο παρά κάτι. Δεσμεύτηκα και ένα λεπτό, έστεκε ο καιρός ανυπεράσπιστος σαν ξάφνιασμα. Σάλπισμα η λευκότητα…
Το εκκρεμές της θλίψης. Στο έρημο σπίτι την πόρτα ψάχνεις ν' ανοίξεις. Την είσοδο όμως αλλάξαν και απορημένος κλειδιά αναζητάς. Μες στο σκοτάδι τη χαμηλή πολυθρόνα γυρεύεις. Εκείνη που…
Κατοπτρισμός Χτένιζα τα μαλλιά μου σε ξένο καθρέφτη Με κάθε βούρτσισμα μάκραιναν Κόμποι ατσάλινοι τα βάραιναν κι έσερναν τις επιθυμίες μου στη γη Πενήντα πόντους κόντυνα μέχρι τη μέρα εκείνη…
ΛΕΥΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ Μια λευκή πεταλούδα αγκιστρωμένη στο φως τυφλή απ`τις αντανακλάσεις αόρατη σχεδόν γνέφει από το τζάμι ανοιγοκλείνοντας φτερά σήκωνε μια λεπτή σκόνη χίλια δυο χνουδάκια να ταξιδεύουν…
ΣΟΥ ΚΡΑΤΗΣΑ ΤΟ ΧΕΡΙ Σου κράτησα το χέρι την πρώτη νύχτα Τότε που ολόφωτος γεννιόσουν μέσα στη φάτνη της λύτρωσής μας Ορκίστηκα να μην το αφήσω ποτέ, ούτε μια…
«[…] Ἐφαίνετο ὅτι ἦτο χάλασμα, ἐρείπιον οἰκίας οὐ πρὸ πολλοῦ κατεδαφισθείσης. Ὁ ξένος, ἀφοῦ ἐκοίταξε τριγύρω, νὰ ἴδῃ μήπως τὸν παρετήρει τις, εἰσῆλθε δειλὸς εἰς τὸ χάλασμα ἐκεῖνο, ὅπου…