Η Μαρία Σχοινά γεννήθηκε το 1966 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε και εργάζεται ως Πολιτικός Μηχανικός. Είναι παντρεμένη και μητέρα δυο παιδιών. Συμμετείχε στα συλλογικά έργα «Δίπλα στις στέγες» και «21 Μάσκες». Το διήγημά της «Dettol» διακρίθηκε στον διαγωνισμό των εκδόσεων Ωκεανός και εκδόθηκε στη συλλογή «Μένουμε σπίτι, μέρες και νύχτες μιας καραντίνας». «Η Ζωή στο μπαλκόνι» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα.
- «Η ζωή στο μπαλκόνι», το μυθιστόρημά σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ρώμη. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία του ;
Στα μέσα της δεκαετίας του 70, πολύ πριν την εποχή των σούπερ μάρκετ, δυο γυναίκες και δυο διαφορετικοί κόσμοι, συναντιούνται σε ένα μανάβικο. Δεν έχουν κανένα κοινό, η Στέλλα είναι 20+ η Ελισάβετ 40+, η μια πλούσια και όμορφη σαλονικιά, η άλλη επαρχιώτισσα. Γίνονται πολύ γρήγορα φίλες, κι αρχίζουν να ανταλλάσσουν επισκέψεις και… γνώσεις. Η μικρή μυεί την μεγάλη στα μυστικά της πόλης, τα ρούχα, τις μπουτίκ, τα κομμωτήρια ενώ και αυτή μαθαίνει τα μυστικά της κουζίνας και του νοικοκυριού. Στο παρασκήνιο της ιστορίας, αναπτύσσεται ένας μεγάλος απροσδόκητος έρωτας, παθιασμένος μα καταδικασμένος, μεταξύ του γιου της Ελισάβετ και της κόρης της Στέλλας. Το βιβλίο παρακολουθεί την κοινή πορεία των δυο οικογενειών για πάνω από δυο δεκαετίες.
- Πόσο έχει αλλάξει και πόσο ίδιο έχει μείνει το παλίμψηστο της ηθογραφίας της δεκαετίας του 70 σε σχέση με τη δεκαετία που διανύουμε;
Η ηθογραφία της δεκαετίας του ’70, όπως αποτυπώνεται στις σελίδες του βιβλίου, εκπέμπει μια αγνότητα, μια προσμονή για ένα μέλλον που θα μπορούσε να θεραπεύει τις πληγές του παρελθόντος, που θα εξασφάλιζε την ευημερία και μέσα από αυτήν την ευτυχία των ανθρώπων. Οι κοινωνικές ανατροπές της εποχής, η αστικοποίηση και η μεταμόρφωση των πόλεων, καθώς επίσης και η νέα θέση της γυναίκας, προωθούν την αποδοχή των συναισθημάτων σαν κινητήρια δύναμη των αποφάσεων και των πράξεων. Σήμερα, το παλίμψηστο της ηθογραφίας έχει εξελιχθεί, χάνοντας μέρος από τη ρομαντική πλευρά του, διατηρώντας ωστόσο ορισμένα από τα στοιχεία του αξιακού κώδικα της δεκαετίας του ’70 αφού οι άνθρωποι συνεχίζουν να αποζητούν ασφάλεια και αγάπη τόσο στον έρωτα όσο και στη φιλία.
- Πόσο μεγάλη είναι η απόσταση που χρειάζεται να διανύσουμε από τη ζωή στο μπαλκόνι μέχρι την πραγματική, έξω από την ασφάλεια του σπιτιού, ζωή;
Εξαρτάται από τα βήματα που είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε, μικρά πηδηματάκια ή άλματα; Ο φόβος για το άγνωστο θα είναι σε μια φυσική διαρκή διαμάχη με την επιθυμία για τις ομορφιές και τις νέες εμπειρίες που μας επιφυλάσσει. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται θάρρος για να ξεπεράσουμε τους περιορισμούς που θέτουμε στον εαυτό μας.
- Ποια ήταν η αφορμή να ασχοληθείτε με τη συγγραφή ;
Ειλικρινά, δεν ξέρω! Η συγγραφή ήταν μέσα μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, σαν γονιδιακή προδιάθεση. Πάντα μου άρεσε να φτιάχνω ιστορίες με το μυαλό μου και όσο τις δούλευα, παρακολουθούσα τις ζωές των ηρώων μου σαν ηδονοβλεψίας. Στην αρχή έβλεπα από την κλειδαρότρυπα τις ιδιαίτερες στιγμές τους. Με τον καιρό, κατά έναν παράξενο τρόπο, αυτοί οι άνθρωποι αυτονομήθηκαν, άρχισαν να λειτουργούν αυτοβούλως, ό,τι έπρατταν ήταν δική τους απόφαση. Έτσι κάποια στιγμή αποφάσισα να καταγράψω τις στιγμές αυτών των ανθρώπων, σαν να μου το ζητούσαν οι ίδιοι.
- Ποιοι είναι οι δικοί σας αγαπημένοι συγγραφείς ;
Νομίζω ότι με έχουν επηρεάσει λογοτεχνικά τα έργα των συνομήλικων μου Ελλήνων συγγραφέων, του Ραπτόπουλου, του Τατσόπουλου, του νεότερου Κορτώ. Επίσης μου αρέσει πολύ ο Ξανθούλης, για τον τρόπο που αγκαλιάζει τους ήρωες των έργων του, σαν να τους αγαπάει στα αλήθεια. Προτιμώ περισσότερο να διαβάζω πολιτικά θρίλερ, ιστορίες που να συνδέονται με πρόσφατα ιστορικά γεγονότα. Μου αρέσει πολύ ο Manuel Vázquez Montalbán, ο Adrian McKinty, ο Andrea Camilleri. Τώρα γιατί έγραψα μια ηθογραφία; Ίσως γιατί δεν έχω τέτοιου είδους παραστάσεις και βιώματα, αλλά θα το τολμήσω κάποια στιγμή να γράψω μια ιστορία με σασπένς και πολιτικό μήνυμα.
- Τι θεωρείτε εξέλιξη σε έναν συγγραφέα ;
Ειλικρινά, δεν ξέρω! Ίσως να κινηθεί σε νέα θεματολογία ή πειραματιστεί με διαφορετικό στυλ γραφής. Λένε πως οι συγγραφείς είμαστε καταδικασμένοι γράφουμε ξανά και ξανά το ίδιο βιβλίο, εγώ θα προσπαθήσω να ξεφύγω…
- Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη ;
Η αγάπη, η συμπόνοια, η κατανόηση για τα συναισθήματα των συνανθρώπων μας, είναι για μένα αξίες ανυπέρβλητες. Μόνο με αυτές τις αξίες μπορούμε να ελπίζουμε σε μια κοινωνία υγιή και ανθρώπινη.
- Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε ;
Διάβασα το «Δικά μας παιδιά» της αγαπημένης μου δασκάλας Σοφίας Νικολαΐδου, ίσως το masterpiece της. Πραγματικά με εντυπωσίασε, αν και πέθαινα από την αγωνία να μάθω τι θα απογίνουν τα δικά μας παιδιά και οι γονείς τους, δεν ήθελα να τελειώσει. Πολύ ευρηματικό το τέχνασμα που χρησιμοποίησε με τους στίχους σαν προοίμιο. Θαύμασα την μαεστρία με την οποία κουμπώνει τις ιστορίες, ενώ περιμένεις μια τραγωδία για το φινάλε, αυτό καταλήγει ένας ύμνος στη ζωή.
- Ασχολείστε με τη συγγραφή του επόμενου βιβλίου σας ;
Φυσικά μέσα μου εκκολάπτεται το επόμενο βιβλίο, έχω αποφασίσει για την πλοκή και για του ήρωές μου, αλλά θέλω να τους αφήσω λίγο να ωριμάσουν, να τους γνωρίσω καλύτερα και μετά να σας διηγηθώ την ιστορία τους!