(Απόσπασμα από την Εισαγωγή του Βιβλίου)
Μεγάλη σημασία αποκτά σήμερα το ποιητικό όραμα του Σεφέρη για την πνευματική αναβάθμιση και αποκατάσταση του ελληνισμού, καθώς η αποδυναμωμένη οικονομικά και πνευματικά ελληνική κοινωνία φαίνεται να μην έχει κάποιο όραμα για το μέλλον της παρά μόνο να αγωνίζεται για την οικονομική της επιβίωση. Αυτό το όραμα εκθέτω στο αντίστοιχο δοκίμιο και για την κατανόηση του βαθύτερου νοήματός του ιδιαίτερη σημασία αποκτά το κείμενό μου: Συζήτηση με την Ανθούλα Δανιήλ για μια φωτογραφία του Γ. Σεφέρη, στο οποίο αναλύεται η πνευματική συγγένεια, όσο αφορά αυτό το όραμα, του Σεφέρη με τον Σικελιανό και τον Ηράκλειτο. Την αναζήτηση του οράματός του συμβολίζει, όπως επισήμανα στη διδακτορική μου διατριβή, η πολυδύναμη σεφερική γοργόνα, που χρησιμοποιεί αρκετές φορές στα ποιήματά του, αλλά και πάντοτε ως τυπογραφικό σήμα στο εξώφυλλο όλων των βιβλίων του. Μέχρι να πραγματοποιηθεί (;) αυτή η αποκατάσταση «Η Λυπημένη» γυναικεία μορφή της Στροφής, που με μεγάλη εγκαρτέρηση κάθεται «στην πέτρα της υπομονής», θα συμβολίζει την Ελλάδα.
Η διαπίστωσή του άλλωστε στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ότι, ενώ οι φασιστικές δυνάμεις ετοιμάζονταν πυρετωδώς για την υλοποίηση των στόχων τους, οι φιλελεύθερες δυνάμεις δεν φαίνεται να διακρίνουν καθαρά τον κίνδυνο από τον πόλεμο που ερχόταν και παρακολουθούσαν παθητικά μόνο τα γεγονότα, είναι πολύ χρήσιμη και σήμερα που συμβαίνουν στην παγκόσμια σκηνή παρόμοια πράγματα. Δείγμα αυτής της παθητικότητας, της αδιαφορίας, της «στραβωμάρας», όπως την αποκαλεί ο ίδιος, αποτελεί η άρνηση των αγγλογάλλων το ’36 να συνδράμουν τη δημοκρατικά εκλεγμένη ισπανική κυβέρνηση εναντίον της συνωμοσίας του Φράνκο. Κι ακόμη περισσότερο η έλλειψη πολιτικής διορατικότητάς τους αποκαλύπτεται το ’38 με τις συμφωνίες του Μονάχου, όταν «παραδίνουν» την Τσεχοσλαβακία στον Χίτλερ, με την ελπίδα ότι θα αποφύγουν τον πόλεμο. Όλ’ αυτά συζητούνται στο δοκίμιό μου με τίτλο Les anges sont blancs, το οποίο αποτελεί κιόλας την πρώτη, όχι ίσως ολοκληρωμένη, αλλά ουσιαστική ερμηνευτική προσέγγιση αυτού του δυσερμήνευτου σεφερικού ποιήματος με πρωτότυπο, νομίζω, τρόπο.
Η οδυνηρή εμπειρία του Σεφέρη από τον πόλεμο τον οδήγησε σε απόγνωση, επειδή τον θεώρησε αποτέλεσμα της χρεοκοπίας του ευρωπαϊκού πολιτισμού, την οποία εκφράζει έντονα στα ημερολόγιά του και στα ποιήματά του. Πολύ όμως εντονότερα παρουσιάζεται στο ποίημά του «Ο Στράτης Θαλασσινός στη Νεκρή Θάλασσα» (1942). Είναι ένα ποίημα που μας βάζει σε πολλές σκέψεις για την πολιτισμική κατάσταση και το μέλλον της Ευρώπης σήμερα που ένας νέος καταστρεπτικός πόλεμος μαίνεται στην Ουκρανία. Μήπως η γηραιά ήπειρος παραμένει έκτοτε χρεοκοπημένη;;
Στα χρόνια που ακολούθησαν το όραμα του Σεφέρη για την αποκατάσταση του ελληνισμού τον οδήγησε να ασχοληθεί ενεργά με το Κυπριακό Ζήτημα. Σε κάθε νέα προσπάθεια για την επίλυσή του με κανένα τρόπο δεν μπορεί να αγνοηθεί η στάση του πρέσβη στο Λονδίνο με αρμοδιότητα για την Κύπρο Γ. Σεφεριάδη και οι διπλωματικές πολύτιμες υπηρεσίες του για το ζήτημα αυτό λίγα χρόνια πριν από την υπογραφή της συνθήκης της Ζυρίχης (1959). Δυστυχώς, δεν εισακούστηκε τότε από τον Υπουργό Εξωτερικών και το νησί πληρώνει σήμερα την απερισκεψία της ελληνικής κυβέρνησης εκείνης της εποχής. Στο δοκίμιο για την Κύπρο θα βρει ο αναγνώστης σχετικές πληροφορίες και τον αριθμό πρωτοκόλλου, με τον οποίο ο Σεφέρης υπέβαλε από την Πρεσβεία του στο Λονδίνο Υπηρεσιακό Σημείωμα στον υπουργό Αβέρωφ εκφράζοντας μ’ αυτό τις επιφυλάξεις του για τις παραχωρήσεις που ετοιμάζονταν να γίνουν προς την Τουρκία. Αυτό είχε ως συνέπεια να αποκλειστεί από τη συνδιάσκεψη της Ζυρίχης ο διπλωμάτης Γ. Σεφεριάδης, ο μόνος άνθρωπος που ήξερε όλες τις πτυχές του Κυπριακού Ζητήματος καλύτερα απ’ όλους τους άλλους.
Όσο περισσότερο κατανοεί κανείς την ποίηση του Σεφέρη και το βαθύ στοχασμό του, τόσο περισσότερο αξιολογεί την πολυσημία και τη δυναμική των συμβόλων του. Στο κείμενό μου: Σβήστε το φεγγάρι πάνω από τον ουρανό της Γάζας, ανάμεσα στα άλλα, θα βρει πάλι ο αναγνώστης, δίπλα στην καθιερωμένη, μια νέα ερμηνευτική άποψη για το φεγγάρι, αυτό το πολύ σημαντικό σύμβολο της σεφερικής ποίησης. Μέχρι τώρα δηλαδή επικρατεί η σωστή βέβαια ερμηνευτική άποψη ότι το φεγγάρι με το αργυρό του φως καλύπτει το φυσικό τοπίο, εξωραΐζει έτσι την επώδυνη πραγματικότητα και σκεπάζει την αλήθεια των πραγμάτων. Αυτή η άποψη συμπληρώνεται στο δοκίμιό μου από τη σημασιοδότηση της Σελήνης από τον Oscar Wilde στο θεατρικό του έργο Σαλώμη, όπου λειτουργεί σαν σκηνοθετικό εργαλείο φωτισμού των τεκταινομένων. Η αλλαγή των αποχρώσεών της συμπορεύεται με την πορεία κλιμάκωσης της δράσης, η οποία από έλλειψη επικοινωνίας των προσώπων του έργου καταλήγει σε διπλό φονικό, στον αποκεφαλισμό δηλαδή του Ιωάννη του Προδρόμου αλλά και στο φόνο της ίδιας της Σαλώμης. Συμβολικά το έργο μάλλον υπαινίσσεται, εκτός των άλλων, και το φονικό που συντελείται μέσα στην ιστορία. Και γι’ αυτό τον υπαινιγμό ο Ο. Wilde χρησιμοποιεί τη Σελήνη, την οποία περιγράφει με τρομακτικό ή αιματηρό τρόπο. Έτσι λειτουργεί ως προμήνυμα της βίας και της τραγωδίας που θα ακολουθήσουν. Για παράδειγμα η περιγραφή της Σελήνης ως «αιμάτινη» προμηνύει το αίμα που θα χυθεί. Απ’ αυτό το έργο είναι πολύ επηρεασμένος ο Σεφέρης και από πολύ νωρίς το φεγγάρι του συγγενεύει με το ουαλντικό και συμβολίζει, εκτός των άλλων, το φονικό που θα διαπραχθεί ή τη μνήμη του συντελεσθέντος κακού. Γι’ αυτό είναι «λίγες οι νύχτες με φεγγάρι» που του αρέσουν.
Να προσθέσω εδώ ότι γύρω από τη Σαλώμη δημιουργήθηκε, στο τέλος του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, ένας λογοτεχνικός μύθος που επηρέασε πολύ τους συγγραφείς της παρακμής και της αισθητικής που την περιβάλλει, μεταξύ των οποίων και τον Σεφέρη. Η Σαλώμη αυτού του μύθου ενσάρκωσε τη σκοτεινή γοητεία, τον ερωτισμό και την επικίνδυνη θηλυκότητα. Ο Σεφέρης, αν και βασίζεται κυρίως στην ελληνική παράδοση και ιστορία, δεν μένει ανεπηρέαστος από τα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά ρεύματα, με τα οποία ήλθε σε επαφή στα χρόνια των σπουδών του στο Παρίσι. Η Σαλώμη, με τη διπλή της φύση ως θύτης και θύμα, μπορεί να παραλληλιστεί με την αμφισημία και την πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζουν την ποίηση του Σεφέρη. Επίσης, η επίδραση της Σαλώμης μπορεί να εντοπιστεί στην αίσθηση του αναπόφευκτου πεπρωμένου και της τραγικής μοίρας που χαρακτηρίζει το έργο του. Με αφορμή το στίχο: «είχε τα μάτια της Σαλώμης η γάτα που έχασα τον άλλο χρόνο», που ανήκει στο ποίημά του «Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα», προσπαθώ στο δοκίμιό μου Για τα μάτια της Σαλώμης να δώσω διευκρινίσεις για την ταυτότητα της σεφερικής Σαλώμης και πώς αυτή βοήθησε τον ποιητή να ξεπεράσει τις εκφραστικές δυσκολίες του, να ξαναβρεί την πατρίδα του, να βρει τον δρόμο που ενώνει τη ζωή και την τέχνη και να υπερβεί το βίωμα της διάλυσης και του κατακερματισμού, για το οποίο κάνουν λόγο οι θεωρητικοί της παρακμής. Αυτό το δοκίμιο δίνει και τον τίτλο του παρόντος βιβλίου.