Διάβασα το πρόσφατο μυθιστόρημα της διακεκριμένης φιλολόγου και γνωστής συγγραφέως Ελένης Λόππα, με τίτλο «Η κραυγή της φύσης», ένα έργο που αναδεικνύει τρυφερά συναισθήματα, κοινωνική ευαισθησία και, επίσης, μίαν επείγουσα επίκαιρη εγρήγορση. Κυρίως, όμως, εμφαίνει την ανάγκη συμμετοχής και δραστηριοποίησης για την αντιμετώπιση της οικολογικής καταστροφής του τελευταίου φυσικού πνεύμονα της γης, του παρθένου δάσους του Αμαζονίου, από την «αναπτυξιακή» βουλιμία των δυτικών επιχειρηματικών σχεδίων – μια δραστηριότητα που δεν συνεπάγεται μόνο την καταστροφή του περιβάλλοντος αλλά και την εξαφάνιση των τελευταίων γηγενών κατοίκων της περιοχής.
Το έργο αυτό, πέραν της αρτιότητας της πλοκής και της εξέλιξης του μύθου, που κεντρίζει διαρκώς το ενδιαφέρον του αναγνώστη, προβάλλει, με την οικοδόμηση της δράσης των προσώπων αλλά και με την παράθεση σύγχρονων μαρτυριών και αντικειμενικών στοιχείων, την δραματική αλλοίωση του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων, η οποία συμβαίνει στα χρόνια μας, εξαιτίας των ποικίλων πολιτικών και οικονομικών, συχνά δόλιων, σχεδίων αναπτυξιακής μετάλλαξης των τελευταίων φυσικών παραδείσων και των τελευταίων ευτυχισμένων ανθρώπων της γης.
Με το νόημα αυτό «η κραυγή της φύσης» αντηχεί ως μια διαπεραστική «κραυγή των ανθρώπων» που διαπιστώνουν ότι δεν είναι μόνον η φύση που καταστρέφεται αλλά η ίδια η ζωή και η ύπαρξη των ανθρώπων και των πολιτισμών, όπως τους γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Έτσι το μυθιστόρημα της Λένας Λόππα δεν είναι μόνο μια συναισθηματική αφήγηση της συνειδητοποίησης ενός νέου ανθρώπου, που κινείται ανάμεσα σε δύο οικογένειες και σε δύο πολιτισμούς, αλλά είναι και μια επίκαιρη και δραματική, κοινωνική και πολιτισμική διαμαρτυρία για την βαθμιαία απώλεια των πρακτικών και των αξιών που εξέθρεψαν τη ζωή και τον πολιτισμό των ανθρώπων πάνω στη γη.
Ωστόσο, πέραν της λογοτεχνικής αξίας του, το έργο αυτό θίγει, νομίζω για πρώτη φορά στην τρέχουσα λογοτεχνική παραγωγή του τόπου μας, ένα πολιτισμικό ζήτημα που απασχόλησε έντονα τις έρευνες και τους προβληματισμούς της κοινωνικής ανθρωπολογίας από την δεκαετία του 1950 και εξής, κυρίως μετά την εμφάνιση του πρωτοπορειακού έργου του Γάλλου ανθρωπολόγου Claude Levi-Strauss. Με τα διάσημα έργα του «Tristes Tropiques» (1955) και «La Pensée sauvage» (1962), – μεταφράστηκαν και τα δύο στα ελληνικά: «Θλιβεροί Τροπικοί» (1979) και «Άγρια Σκέψη» (1977)- περιέγραψε γλαφυρά, με στιβαρή σκέψη και ουμανιστικό πνεύμα, τον τρόπο ζωής και τον εντόπιο πολιτισμό των γηγενών πληθυσμών της Βραζιλίας, που τους γνώρισε με πολύχρονη επιτόπια έρευνα, για να αποδείξει ότι η «άγρια» σκέψη δεν διαφέρει από ανάλογη «πολιτισμένη», προβλέποντας τα δραματικά προβλήματα που ταλανίζουν τον πλανήτη μας σήμερα και προτείνοντας, με εκπληκτική διορατικότητα, δρόμους υπέρβασης του υπερφίαλου δυτικού μεσσιανισμού που επί αιώνες ευαγγελιζόταν μιαν ισοπεδωτική ενιαία κουλτούρα για ολόκληρο τον πλανήτη. Το δίδαγμα που μας πρότεινε ο Levi-Strauss ήταν πως η ανθρωπότητα ζει και αναπνέει μέσα από την πολυμορφία και την ποικιλότητα και πως η επιστήμη έχει ελάχιστα να διδάξει και πολύ περισσότερα να διδαχθεί από τον πολιτισμικό πλούτο αρχαιότατων λαών, οι οποίοι αγωνίζονται να επιβιώσουν χωρίς να αποκοπούν από τις ρίζες και τις παραδόσεις τους, αλλά και να προστατεύσουν τον ζωτικό τους χώρο από τους δυτικούς «επενδυτές» γης.
Το έργο της Λένας Λόππα παρουσιάζει με συναρπαστική αφήγηση την πολιτική των σύγχρονων κυβερνήσεων της Βραζιλίας που οδηγούν στον αφανισμό τεράστιων εκτάσεων και επιβάλλουν έναν πολιτισμικό ιμπεριαλισμό, με νέες μορφές αποικιοποίησης, που είναι εξίσου επιθετικές και αιμοσταγείς με αυτές των πρώτων κονκισταδόρων. Ειδικά η περίπτωση της φυλής των Γιανομάμι, στην οποία αναφέρεται το έργο της, είναι η μεγαλύτερη σχετικά απομονωμένη φυλή στη Νότια Αμερική. Ο πρώτος δυτικός ανθρωπολόγος που τους επισκέφτηκε για να μελετήσει την «τελευταία φυλή της Λίθινης Εποχής» ήταν ο Αμερικανός Napoleon Chagnon, ο οποίος δημοσίευσε την έρευνά του με τον τίτλο «The Fierce People» το 1968, ισχυριζόμενος ότι αποδεικνύει την έμφυτη αγριότητα των Γιανομάμι. Οι άνθρωποι αυτοί σήμερα είναι περίπου 45.000 και εξακολουθούν να υποφέρουν από τις καταστροφικές και μόνιμες επιπτώσεις της επαφής με τους δυτικούς αποίκους που έφεραν μαζί τους εκμετάλλευση, αρρώστειες και αλκοόλ… Το 2005, υπερπλήρης ημερών, εμπειριών και γνώσεων, ο Levi-Strauss κατέθεσε, σε μία από τις τελευταίες του εμφανίσεις, την απογοήτευση και την αγωνία του για την εποχή μας: “διαπιστώνω τις σύγχρονες καταστροφές, την τρομακτική εξαφάνιση έμβιων ειδών, φυτικών ή ζωικών, και το γεγονός ότι, λόγω ακριβώς της σημερινής του πυκνότητας, το ανθρώπινο είδος υφίσταται μια μορφή εσωτερικής δηλητηρίασης, εάν μου επιτρέπεται ο όρος, και συλλογίζομαι το παρόν και τον κόσμο στον οποίο τελειώνω τον βίο μου: δεν είναι ένας κόσμος που μου αρέσει”.
Το βιβλίο της Λένας Λόππα μας προσφέρει, εκτός από την συναρπαστική πλοκή του, αυτήν ακριβώς την ευκαιρία: να συνειδητοποιήσουμε ένα, από τα πολλά, καίρια προβλήματα του σύγχρονου κόσμου μας.