Α’
Ξέρω…
Θα με ξεφυλλίσεις και θα μ’ αφήσεις μόνο μου
στον ίδιο τόπο μαζί με τα φαντάσματά μου
μαζί με σένα.
Δεν έχω άλλη μέθοδο από το φως,
Στα πόδια σου ένα εκατομμύριο λέξεις νεκρές.
Αν ήξερες τουλάχιστον να διαβάζεις…
να τις αναστήσεις!
Β’
Συνήθισα πια τον καθρέφτη
δίδυμες κινήσεις κι η μοναξιά πολλαπλασιασμένη.
Ούτε καν τέχνη αφού υπάρχει συνείδηση
ούτε καν το αίμα ενός καημού στην αβέβαιη επιφάνεια.
Μόνο μια ρυτίδα στο μέτωπο αφηγείται τα νοήματα
με τον μηχανισμό της επανάληψης.
Γ’
Και πάλι με πλησιάζουν τα ίδια πρόσωπα
ο ίδιος ίσκιος η ίδια πνοή
ψηλαφιστά η όσφρηση
κυματιστά η αγάπη
που πυρπόλησε μια νύχτα τα τριαντάφυλλα.
Στο εικονοστάσι μια βυζαντινή Παναγιά
ένα σκεύος άχρηστο
κι ο καημός μου δίπλα στο χαμομήλι
χωρίς μια σταγόνα αίμα.
Εδώ βλέπω τα ίδια πράγματα
και λέω τα ίδια λόγια
με χειρονομίες που παλεύουν χωρίς σημασία.
Οι αναπνοές η μια δίπλα στην άλλη νεκρές
κι ο πόνος ανομολόγητος.