Κοιτάζοντας εικόνες από τον πόλεμο της Γάζας αυτές τις μέρες (από την αποκομιδή των δικών μου αναγνώσεων και, ακόμα πιο δραματικές, από τα φιλμάκια στο Τικ Τοκ και στο Ίνσταγκραμ που μου δείχνει η κόρη μου) έφερε στο νου μου την περίπτωση του Έμμεττ Τιλλ, τον περασμένο αιώνα στην Αμερική. Για να είμαι πιο ακριβής, σκεφτόμουνα τη μάννα του Τιλλ, και μια πράξη της που έχει μείνει ιστορική. Απόκοντα, έρχεται και μια πρόσφατη ανακοίνωση από τον διεθνή οργανισμό «Save the Children» («Σώστε τα Παιδιά») που εντείνει τις σκέψεις μου για το θέμα αυτό και καθιστά επιτακτικό να ειπωθεί κάτι. Θα ξεκινήσω με αυτή την ανακοίνωση και ακολούθως θα αναφερθώ στην ιστορία του Έμμεττ Τιλλ και τη συνειρμική του σύνδεση με τα παιδιά της Γάζας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ως άνω οργανισμού, στις 24 Ιουνίου, υπολογίζεται ότι, στη Γάζα, πάνω από 4.000 παιδιά είναι θαμμένα κάτω από τα ερείπια, αποτέλεσμα των βομβαρδισμών, και ότι πάνω από 17.000 παιδιά περιπλανώνται χωρίς γονείς μέσα σε αυτό το συνεχές πεδίο μαχών. Επί πλέον, στις 14.000, περίπου, νεκρών παιδιών από την αρχή του πολέμου (8.000 περίπου έχουν ήδη ταυτοποιηθεί και των υπολοίπων η ταυτοποίηση εκκρεμεί είτε λόγω διαμελισμού του σώματος ή λόγω της καταστροφής οικογενειακών στοιχείων), η ανακοίνωση προσθέτει και έναν άγνωστον αριθμό παιδιών που έχουν βρεθεί σε μαζικούς τάφους, πολλά από αυτά με ενδείξεις βασανιστηρίων. Μια άλλη ανακοίνωση, από τον ΟΗΕ, δημοσιευμένη μια μέρα αργότερα, στις 25 Ιουνίου, στη Γαλλική εφημερίδα Le Monde, αναφέρει ότι «κατά μέσον όρο, 10 παιδιά την ημέρα χάνουν ένα τους πόδι ή και τα δύο», σαν αποτέλεσμα των συνεχών βομβαρδισμών. Είναι αλήθεια ότι κατά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, στις 7 Οκτωβρίου 2023, σκοτώθηκαν 33 παιδιά (κατ’ άλλους 38), μερικά με οικτρό τρόπο. Από τότε, όμως, και για 270 μέρες, εις αντίποινα λες, σκοτώνονται καθημερινώς παιδιά στη Γάζα και έχουμε φτάσει σήμερα να μετράμε χιλιάδες νεκρών παιδιών!
Οι παραπάνω αριθμοί, όσο τραγικοί και αν ακούγονται, δεν δίνουν ούτε κατά το ελάχιστον την εικόνα της βαναυσότητας που υποφέρουν τα δεκάδες χιλιάδες παιδιά που είναι παγιδευμένα στα πεδία βολής των φοβερών όπλων του Ισραηλινού Στρατού. Μόνο αν κοιτάξεις τις εικόνες των μικρών αυτών υπάρξεων και δεις τον βαθμό της βίας που υποφέρουν καθημερινώς, μόνο τότε θα καταλάβεις, σαν άνθρωπος, ότι ο πόλεμος αυτός δεν επιτρέπεται να συνεχισθεί ούτε για ένα παραπάνω λεπτό. Θα δημιουργήσω με τις λέξεις, εδώ, ένα ταμπλό από τέσσερις τέτοιες εικόνες που είδα για να τις «δείτε» και εσείς με τη φαντασία:
«Ένα αγόρι, δέκα-δώδεκα χρονών, επάνω σε ένα φορείο, τα δυο του πόδια μαυρισμένα σαν καμένες τάβλες που παίρνουν να γίνονται κάρβουνο. Ένα κορίτσι, ξαπλωμένο στο πλευρό του, ζωντανό, με το δεξί κρόταφο ανοιγμένο να ξεχειλίζει του κεφαλιού το εσωτερικό. Ένα άλλο κορίτσι, το πρόσωπο του κατεστραμμένο, η άσπρη σάρκα διάσπαρτη με κόκκινες τρύπες από τα θραύσματα του βλήματος. Ένα μωρό ακέφαλο, υψωμένο στον αέρα στα χέρια ενός απελπισμένου πατέρα.»
Μπορούν να δημιουργηθούν χιλιάδες τέτοια ταμπλό με τις φωτογραφίες των πληγμένων παιδιών της Γάζας. Μια τεράστια ταπετσαρία, μια λυπηρή ιστορία για το πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη αγριότητα.
Και αυτό με οδηγεί στην ιστορία του νεαρού Μαύρου ‘Εμμεττ Τιλλ στην Αμερική, που είχα αναφέρει στην αρχή. Ήταν ένας δεκατετράχρονος Μαύρος από το Σικάγο που είχε πάει, μετά το τέλος του σχολικού έτους, να περάσει το καλοκαίρι του 1955 με συγγενείς στη νότια πολιτεία του Μισισιπή. Μια μέρα, σε ένα τοπικό μπακάλικο, κάποιοι είπαν ότι ο Έμμετ πείραξε και σφύριξε πονηρά τη λευκή εικοσάχρονη ιδιοκτήτρια. Και αυτό θεωρήθηκε μεγάλη προσβολή για τους συγγενείς και φίλους της. Τον απήγαγαν από το σπίτι του θείου του, τον πήραν έξω από την πόλη, τον ξυλοκόπησαν βάναυσα, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι, και τον πέταξαν στο ποτάμι. Όταν βρέθηκε το πτώμα του, το πρόσωπο του ήταν τόσο παραμορφωμένο που το γραφείο τελετών πρότεινε η επικήδειος ακολουθία να γίνει με το φέρετρο κλειστό. Και εδώ, επενέβη η μάννα του Έμμεττ Τιλλ ηρωικά και είπε ένα βροντερό: Όχι! Το φέρετρο, είπε, πρέπει να μείνει ανοιχτό! για να μπορέσει να δει όλος ο κόσμος τι ειδεχθές έγκλημα είχαν διαπράξει επάνω σε ένα παιδί δεκατεσσάρων χρονών! Κάπου εκεί ήταν και η απαρχή του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των Μαύρων της Αμερικής, που απέδωσε καρπούς μια δυο δεκαετίες αργότερα.
Εδώ θα κάνω ένα «νοητικό πείραμα» (“thought experiment”). Θα φανταστώ κάποιον/κάποια/κάποιους να ακολουθούν το ηρωικό παράδειγμα της μητέρας του Τιλλ. Και να φροντίζουν πως το κακό που έχουν υποστεί τα παιδιά της Γάζας θα παραμείνει θέμα ανοιχτό. Από τις χιλιάδες ταμπλό των σακατεμένων παιδιών αυτοί να πάρουν εκατό, τετρακόσιες εικόνες παιδιών δηλαδή, και να τα παραδώσουν σε καθέναν από τους ηγέτες που είναι υπεύθυνοι για αυτό το μακελειό. Και να απαιτήσουν να τα κοιτάξουν, και να δώσουν ένα λεπτό προσοχής σε κάθε κακοποιημένο παιδί. Εφτά ώρες θα χρειαστούν. Μιας ημέρας δουλειά δηλαδή. Και τότε να δούμε πώς θα συνεχίσουν να κάνουν την πολιτική που κάνουν, αυτοί και οι σύμβουλοι τους.
Την ιστορία του Έμμεττ Τιλλ την είχε κάνει τραγούδι, τη δεκαετία του ’60, ο μεγάλος Αμερικάνος τραγουδοποιός (και βραβευμένος με το Νόμπελ λογοτεχνίας) Μπομπ Ντύλαν. Λέει χαρακτηριστικά μια στροφή του τραγουδιού:
«Αν δεν μπορείς να καταγγείλεις ένα πράγμα σαν κι αυτό, ένα τόσο άδικο έγκλημα,
Τα μάτια σου είναι γεμάτα από το χώμα των νεκρών, ο νους σου είναι γεμάτος σκόνες,
Θα πρέπει να σε δέσουν χέρια-πόδια με αλυσίδες και δεσμά, το αίμα σου θα πρέπει να αρνηθεί να κυλά,
Γιατί έκανες το ανθρώπινο γένος να πέσει τόσο, Θεός φυλάξοι, τόσο χαμηλά!»
Αυτοί οι στίχοι θα μπορούσαν, κάλλιστα, να αφορούν όλους εμάς, τη στάση δηλαδή που κρατάει ο καθένας μας σε σχέση με όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα στις χιλιάδες των άμοιρων παιδιών της Γάζας. Το ελάχιστο που απαιτεί μια στοιχειώδης ανθρώπινη ηθική είναι να υψώσουμε μια δυνατή φωνή διαμαρτυρίας, ενόσω αυτό το κακό διαρκεί!