Ανέκαθεν η ποίηση, τόσο η ίδια η λέξη της όσο και η ουσία που αυτή αντιπροσωπεύει, μου έφερνε στο νου ένα άλλο ουσιαστικό: το «γητειά». Τουτέστιν κάτι περισσότερο από μαγεία, μια θέλξη και μια σαγήνη οπωσδήποτε. Προφανώς αυτό περίμενα να συναντήσω διαβάζοντας ποιήματα, αυτό ήθελα να εκπέμπουν, και η συγκεκριμένη λέξη μου φαινόταν ως ένα πρέπον συνώνυμο της ποίησης. «Γητειά» – αυτή ήταν η πρώτη λέξη λοιπόν που ήρθε στο νου μου καθώς διάβαζα την ποιητική συλλογή της Γιολάντας Σακελλαρίου, «Η Γιασμίν ο Αχμέντ και Ιζάρ ο μικρός τους γιος»
Η ποίηση της Γιολάντας είναι ιδιαίτερη. Θα ξεκινήσω το κριτικό μου σημείωμα με ένα από τα ποιήματά της, στη σελίδα 79, όπου αθέλητα, περιγράφει, κατ’ εμέ, αυτό ακριβώς που κάνει, όταν γράφει. Το ποίημα λέγεται «(Από)δραση», και λέει: «Σπάσε το περίγραμμα // ξήλωσε την κορνίζα // άσε το περιεχόμενο // ελεύθερο στην ανάσα του // να αιωρείται // και ν’ αλλάζει».
Η ποιητική συλλογή αποτελείται από τέσσερις ενότητες: η πρώτη ενότητα περιέχει δεκαέξι ποιήματα, η δεύτερη επτά, η τρίτη οκτώ και η τέταρτη είκοσι πέντε. Σε κανένα απ’ αυτά τα ποιήματα δεν θα συναντήσει κανείς στείρα τετραγωνισμένη λογική, ή εγκεφαλικότητα. Το ουμανιστικό στοιχείο, η ονειρική διάσταση και οι περιγραφές, η εικονοπλασία που βασίζεται στην ανεπτυγμένη φαντασία, το συναίσθημα και η μουσικότητα που αναδίνουν όλα ανεξαιρέτως, μοιάζουν με μελωδικό κελάρυσμα. «Στο κεφάλι μου ανατέλλει // η πανσέληνος // Πάνω στο κοιμισμένο στήθος σου // τραγουδά το νεαρό // φαρμακωμένο αηδόνι». («Notturno», σελίδα 17). Ή: «Γαλάζιο κομματάκι ουρανού // κίτρινο ώχρας της χαράς // στο τζάμι ρόδινο // το γέλιο σου // Με δάχτυλα // που στο άγγιγμά τους κάποτε ξεκλείδωνε // η μουσική σου // τώρα συνθλίβω // τις σταγόνες της βροχής // (μην ξεθωριάσεις)» («Επί ματαίω ίσως», σελ. 14).
Η θεματική αιωρείται πάνω από τα ποιήματα σαν αεράκι και απορροφάται από αυτά, σαν από σφουγγάρι. Η πανταχού παρούσα βεβαίως σχέση αιτίου – αιτιατού διαχέεται υποδόρια. Στα ποιήματα που κατέγραψα παραπάνω, αιωρείται ως θέμα ο έρωτας. Κυρίαρχο θέμα όμως, το οποίο η ποιήτρια καταφέρνει να «περάσει» στον αναγνώστη γλαφυρότατα με την ίδια γραφίδα του ονείρου, είναι το κοινωνικό. Κοινωνικός προβληματισμός και ευαισθησία συμβαδίζουν στα ποιήματα της Γιολάντας Σακελλαρίου με μοναδικό τρόπο, αναδεικνύοντας με βαθιά συνειδητοποίηση το θέμα της προσφυγιάς και των μεταναστών, όπως και το θέμα των αστέγων, και της μοναξιάς της σύγχρονης ηλεκτρονικής εποχής: «Λαγούμια // σκάβουν στο μυαλό μου // τρέφονται με τη φαιά ουσία μου // τα όνειρά μου // καίνε // για να ζεσταθούν // Λευκές νύχτες // νήπια κατάκοπα // στα κόπρανά τους πάνω // πέφτουν σε ύπνο βαθύ // Στο παραμιλητό // σφιχτά κρατούν // εντός τους // το πιο δικό τους // Την κραυγή» («Άστεγοι», σελ. 21).
Ή: «Νύχτα καθισμένη σε βραχάκι //στη θάλασσα πανσέληνος του Αυγούστου //μονοπάτι απ’ το θαύμα ξεδιπλώνει απροσδόκητα // σμήνος παιδιά… // σκυφτοί λιλιπούτειοι θεοί // χωρίς τη χάρη της δημιουργίας // πάνω σε φωτεινές οθόνες // γεμίζουν με απληστία το κενό // χωνάκι τους με παγωτό // και μ’ ένα άγγιγμα // αίφνης χάνονται όπως ήρθαν // μες στη δική τους εικονική πραγματικότητα» («Αντικατοπτρισμός», σελ. 77).
Ιδιαίτερα, η ποιήτρια εγκύπτει με πραγματική έγνοια πάνω από το μείζον πρόβλημα της προσφυγιάς, πράγμα που υποδηλώνει και ο τίτλος τον οποίο επέλεξε να δώσει σε ολόκληρη την ποιητική συλλογή της. «Τρελό φεγγάρι του Γενάρη // με πετονιές και άγκιστρα // στη θάλασσα νεκροταφείο του Αιγέα… // Η Γιασμίν ο Άχμεντ // και Ιζάρ ο μικρός τους γιος // με τ’ ακριβά τρύπια σωσίβια // με τ’ όνειρό τους νόμισμα στα δόντια // γεύση στυφού χαλκού…», μας γράφει, σ’ ένα μονάχα μικρό απόσπασμα από το εμβληματικό στη συλλογή της ποίημα «Europa» στην σελίδα 43.
Μεταφορές, συνδηλώσεις, επιγραμματικότητα, αποφθέγματα, παιχνίδι με τις λέξεις, τα χρώματα, ακόμη και με την διάταξη των στίχων. Στην σελίδα 23, σε πρώτο πλάνο, μεταφορικό, η μητέρα: «Του ροδόδεντρου μνήμη γλυκιά // το βουητό // καθώς το αγγίζει // η μέλισσα» («Ανάμνηση της μητέρας»). Στην σελίδα 26, έντεχνη (και με εσωτερικό της ψυχής ρυθμό), εναλλαγή αντιθετικών χρωμάτων και καταστάσεων: «Του εφήμερου λευκό πανάκι // θ’ αρμενίζεις στο μελάνι των λυγμών // μέχρι το φέγγος» («Ύστατο άστρο»).
Ακόμη και τα πολύστιχα ποιήματα δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα ολιγόστιχα. Τα διακρίνει η ίδια παράξενη ομορφιά και η σύνθεση νοημάτων, η οποία προσφέρει στον αναγνώστη πάντοτε την φρεσκάδα του καινούργιου. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα ποιητικά πεζά του βιβλίου. Το πεζό με τον τίτλο «Η φίλη που δεν έμενε» παραδείγματος χάρη, στην σελίδα 61, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ένα περιστατικό της πραγματικότητας μπορεί να μετατραπεί σε λογοτέχνημα.
Η ποιητική συλλογή της Γιολάντας Σακελλαρίου είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί, καθώς πλουτίζει το μωσαϊκό της σύγχρονης ελληνικής ποίησης, και στέκεται επάξια στο ύψος της. Τίποτα δεν συντελείται πιο αργά από την αληθινή γέννηση ενός ανθρώπου», γράφει στην προμετωπίδα του βιβλίου η Γιολάντα Σακελλαρίου μεταφέροντας το απόφθεγμα της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, κι εμείς, ολοκληρώνοντας, θα μπορούσαμε να το παραφράσουμε, λέγοντας πως «τίποτε δεν συντελείται πιο αργά και πιο θαυμαστά από την αληθινή γέννηση και εξέλιξη ενός ποιητή». Άλλωστε, όπως λέει και η ίδια η ποιήτρια σε ένα από τα πλέον επιτυχημένα αποφθέγματά της με τον τίτλο «Οι άνθρωποι» (σελ. 67): «Φτιαγμένοι από χρόνο // αστρόσκονη // και λέξεις // μια αφήγηση είμαστε // του κόσμου»…