You are currently viewing Δάφνη Μαρία Γκυ-Βουβάλη: Γιώργος Βέης, Λι Μπάι. Εκδόσεις Σμίλη

Δάφνη Μαρία Γκυ-Βουβάλη: Γιώργος Βέης, Λι Μπάι. Εκδόσεις Σμίλη

Ο κόσμος της Άπω Ανατολής. Ένα ρυάκι που κελαρύζει μέσα στην ψυχή, για να μας μεταφέρει ατμόσφαιρα και χρώματα από ένα χωροχρόνο εντελώς διαφορετικό από τον δικό μας. Ένα χωροχρόνο που εκπέμπει τη δική του μαγεία, και που αξίζει να τον ανακαλύψουμε μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου. Προπάντων όταν αυτό είναι η πολύτιμη συλλογή ποιημάτων του μεγάλου Κινέζου ποιητή Λι Μπάι, την οποία σταχυολόγησε, απέδωσε στα ελληνικά και δώρισε στον αναγνώστη από τις εκδόσεις Σμίλη, ένας άλλος  ομότεχνός του στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, ο ποιητής και Πρέσβης επί τιμή Γιώργος Βέης.

Ένα δώρο λοιπόν: «Λι Μπάι. Ποιήματα. Απόδοση, επίμετρο, Γιώργος Βέης», εκδόσεις Σμίλη. Ένα δώρο στο νου και την καρδιά όσων ανθρώπων επιθυμούν να διευρύνουν τον ορίζοντά τους με στίχους και μια μουσικότητα ξεχωριστή, που συναντούν για πρώτη φορά, και η οποία τους αγγίζει μ’ έναν τρόπο μοναδικό. Η διαφορετικότητα είναι εδώ, μας έρχεται από την άλλη άκρη της γης, και εμείς δεν έχουμε παρά να φυλλομετρήσουμε το βιβλίο και να βυθιστούμε στο ταξίδι της. Οδηγός μας προβάλλει ένας ειδικός· ο Γιώργος Βέης είναι ένας από τους κορυφαίους λογοτέχνες μας που έχουν ταξιδέψει τόσο πολύ, και έχει εντρυφήσει εμβαπτιζόμενος στα «ποτάμια» της μακρινής Ασίας όσο κανένας άλλος, εκπροσωπώντας την πατρίδα μας με την ιδιότητα του διπλωμάτη επί σειράν πολλών ετών.

Ο Λι Μπάι, ή Λι Πο, έζησε στην Κίνα πριν από 1.300 χρόνια, και αναγνωρίζεται ως ένας από τους αντιπροσωπευτικότερους ποιητές της αχανούς αυτής χώρας. Ιδιοφυής και ρομαντική φύση, αποτελούσε, μαζί τον ομότεχνό του, Του Φου, την πλέον εξέχουσα προσωπικότητα της κινεζικής ποίησης στην άνθησή της,  κατά την περίοδο της δυναστείας των Τανγκ, η οποία αποκαλείται και «Χρυσή Εποχή της Κίνας».

«Για σύντομα χρονικά διαστήματα», μας πληροφορεί ο Βέης για τον Λι Μπάι στο άκρως κατατοπιστικό επίμετρό του, «υπήρξε κρατικός λειτουργός. Από το 742 έως το 744 μ.Χ., διετέλεσε μάλιστα ποιητής του αυτοκρατορικού παλατιού. Η σύγκρουσή του μ’ έναν αυλικό οδήγησε στην απόλυσή του. Επί δεκαετίες περιπλανήθηκε στο εσωτερικό της χώρας. Ως απόλυτος νομάς, ως μοναχός των δασών και των λιμνών, άγγιξε την ωραιότητα της Φύσης, αλλά και τον σκοτεινό πυρήνα της».

Και συνεχίζει: «Η απόδοση έγινε από ποικίλα αγγλικά μεταφράσματα. Την εγκυρότητά της την είχε προηγουμένως ελέγξει ένας καλός παλιός φίλος, πολύγλωσσος Κινέζος ποιητής, γέννημα θρέμμα του Πεκίνου. Είναι γνωστές ασφαλώς οι δυσκολίες του ιδιαίτερα απαιτητικού αυτού εγχειρήματος. Η πιστότητα της μεταγλώττισης ισούται με το σχεδόν αδύνατο εις τον κύβο».

Εν τούτοις, και παρόλο που ο Έλληνας αναγνώστης δεν διαθέτει μέτρο σύγκρισης, ο Γιώργος Βέης καταφέρνει να τον μεταφέρει «κάπου αλλού». Ένας άλλος χώρος προβάλλει μέσα από τις μεταφρασμένες ποιητικές συνθέσεις του Λι Μπάι, και μια διαφορετική προσωπικότητα, κατάσταση και νοοτροπία από τις δικές μας αναδύεται, γεμάτη λυρισμό, συναίσθημα και στοχασμό.

 

«Πόσο όμορφη, μαργαριτάρι είναι

καθώς ανοίγει το παραθύρι όστρακο

κοίτα πώς λυγίζει με χάρη, πώς κυματίζουν

τα μαλλιά της.

Τώρα μπορείς να δεις ακόμα και τα δάκρυά της

να λάμπουν.

Μόνον εκείνον που αγαπά και την πικραίνει

δεν μπορείς να δεις».

 

μας λέει ο ποιητής στο «Η πίκρα της αγάπης», στη σελίδα 10, συνδυάζοντας με τρόπο μοναδικό την ομορφιά με τον ανθρώπινο πόνο. Ενώ στη σελίδα 14 μας προσφέρει ένα από τα ωραιότερα, κατά τη γνώμη μας ποιήματα της συλλογής, το οποίο σχετίζεται με την συνήθεια που κατέτρυχε τον Λι Μπάι να τα «κουτσοπίνει» και να μεθά. Το μεταφέρουμε ολόκληρο:

 

«Φεγγαρόφωτο, τα πίνω μόνος»

 

«Μια κούπα κρασί, κάτω από τ’ ανθισμένα δέντρα

κανένας φίλος εδώ γύρω. Τα πίνω μόνος.

Υψώνω την κούπα μου, ζητώντας από το φεγγάρι

να γίνουμε τρεις μαζί με τη σκιά μου.

Αλίμονο, το φεγγάρι δεν έχει ιδέα από ποτό

κι η σκιά το μόνο που ξέρει είναι να σέρνεται

στο πλάι μου.

Κι όμως, με φίλο το φεγγάρι και τη σκιά μου

την πιστή

θα τα καταφέρω μια χαρά ως το τέλος

της άνοιξης

Τραγουδώ και το φεγγάρι σιγοντάρει

με τις αχτίνες του

χορεύω κι η σκιά μου τρεκλίζει από κοντά.

Κι όταν μας περνάει το μεθύσι, μοιραζόμαστε

χαρές.

Τώρα πάλι μεθυσμένοι, ο καθένας παίρνει

τον δρόμο του

μακάρι να κρατούσε κι άλλο αυτή η συντροφιά

μακάρι να βρεθούμε στο τέλος όλοι μαζί

εκεί ψηλά, στο Θολό Ποτάμι, τον Γαλαξία.»

 

Ίσως και να βρέθηκαν… Εδώ ο ποιητής με παιχνιδιάρικο τρόπο τραγουδά, αλλά όπως αναφέρει ένας δημοφιλής μύθος της Κίνας, ο Λι Μπάι πνίγηκε όταν, μεθυσμένος στη βάρκα του, προσπάθησε να πιάσει τον αντικατοπτρισμό του φεγγαριού στο νερό…

Το φεγγάρι, όπως και ολόκληρη η φύση πλέκει το υφαντό της σε όλα τα ποιήματα του Λι Μπάι. Κύριο χαρακτηριστικό της ποίησής του: η σύζευξη, με όχημα την γόνιμη φαντασία του, της φύσης με τον άνθρωπο, με το ανθρώπινο συναίσθημα, και κυρίως με τον πόνο και τους καημούς του. Κυριαρχούν οι μεταφορές και οι προσωποποιήσεις.

 

«Θα πρέπει πολλές κανάτες να πιούμε

πώς αλλιώς τις πίκρες μας να διώξουμε μια και καλή;

Τέτοιες νύχτες, οι εξομολογήσεις ποτάμι που ξεχύνεται.

Σελήνη μου λευκή, μην αφήσεις τον ύπνο να φανεί.

Μεθυσμένοι θα γείρουμε στις σπηλιές του βουνού

στρώμα και προσκέφαλό μας ας είναι ο ουρανός και η γη.»

 

(«Ως τα ξημερώματα», σελ. 17). Και:

 

«Ναι, ξέρει πότε να πέσει η καλή βροχή.

Με το που ανθίσει η άνοιξη, νά τη κι αυτή!

 

Στα κλεφτά μας έρχεται, τη νύχτα να δροσίσει

μέσα στη σιωπή, όλα να τα υγράνει τρυφερά.

 

Μαύρη, άγρια φύση, μαύρα τα μονοπάτια, μαύρα

τα σύννεφα

μόνο στο ποτάμι ο δαυλός μιας βάρκας ανάβει

όλη νύχτα.

 

Με την αυγή όλα γύρω μου τα βλέπω κόκκινα,

βρεγμένα

ενώ η Πόλη η χρυσαφένια πνίγεται στα λουλούδια.»

 

(«Η ανοιξιάτικη νύχτα, τόσο χαρούμενη επειδή βρέχει», σελ. 30). Η εικονοπλασία και τα χρώματα ενός τόπου εξωτικού για μας, αποδίδονται έξοχα από τον Βέη, μαζί (πράγμα που είναι και το σημαντικότερο) με την αύρα του ξένου τόπου. Σε όλα τα ποιήματα, ο Βέης κατορθώνει να ξεφύγει από τις περιγραφές και τους στίχους δυτικού τύπου, και να μεταφέρει στον αναγνώστη το εντελώς διαφορετικό κινεζικό πνεύμα του Λι Μπάι.

Και αυτό το πετυχαίνει μέσα από μια ποιητική θεματολογία τόσο  πανανθρώπινη, όσο και διαχρονική. Ο Λι Μπάι στρέφεται γύρω από όλα τα γνωστά προβλήματα και τις καταστάσεις που απασχολούν τον άνθρωπο ανέκαθεν, μέχρι την εποχή μας. Η ευαισθησία του αγγίζει την οινοποσία, προς την οποία τόσο πολύ έρεπε, τον έρωτα, τον πόλεμο, τη ζωή και τον θάνατο – αυτό που διαφέρει είναι ο τρόπος της έκφρασης και η πρωτοτυπία των στίχων του. Και το κέρδος από αυτή την μαγική διαφορετικότητα στην εκπομπή των μηνυμάτων από τον ποιητή και την πρόσληψή τους από τον «διψασμένο» αναγνώστη, είναι προφανές.

Εξάλλου, ολόκληρη η ποίηση του Λι Μπάι είναι μουσική. Συνδυάζει την ποιητική αλαφράδα ακόμη και με την βαρύτερη θλίψη. Πολλά από τα ποιήματά του συμπεριλαμβάνουν στον τίτλο τους τη λέξη «τραγούδι». Διατηρώντας λοιπόν μέσα μας τις νότες, θα ολοκληρώσουμε τούτο το μικρό αφιέρωμά μας μ’ ένα απ’ αυτά: («Τραγουδώντας μια νύχτα του φθινοπώρου», σελ. 34).

Κοίτα, ένα φεγγάρι κρεμάστηκε πάνω από την πόλη.

Άκου πώς χτυπάν τα ρούχα στα νερά του ποταμού

καθώς τα πλένουν.

Το αεράκι όμως εμένα στη Φιλντισένια Πύλη

την σπρώχνει την καρδιά μου.

Αχ, και πότε θα νικήσουμε επιτέλους τους Τατάρους

να επιστρέψει ο άντρας μου

να τον δω κι εγώ λιγάκι

μετά από τόσον καιρό».

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.