You are currently viewing Δάφνη Μαρία Γκυ Βουβάλη: Τέσσερα ποιήματα

Δάφνη Μαρία Γκυ Βουβάλη: Τέσσερα ποιήματα

Παραμυθία

 

 

Πώς θροΐζουν τα νεογνά

όπως ανασαίνουν στις κούνιες τους τα βράδια

ένας ανεπαίσθητος ψίθυρος που αγκαλιάζει

τις έγνοιες των ενηλίκων

με φροντίδα, με στοργή

καθώς κεντά το αύριο, μέσα στο κουκούλι του ακόμη

 

Άχ, πώς θροΐζουν τα νεογνά

με τα μεταξένια βλέφαρα κλειστά

και τις ρίζες τους μέσ’ την καρδιά της μάνας

Πάλι θα φλυαρήσουν σαν σκάσει η αυγή

πάλι θα λικνίσουν τα φύλλα τους στον ήλιο

άτσαλα πέταλα βουτηγμένα στα χρώματα

Δύναμη

Τα δέντρα δεν πεθαίνουν ποτέ

 

*

 

Χριστούγεννα

 

 

Κόκκινη μπάλα, άλικη, στρογγυλή

μέσα της χάθηκα

Ήταν χθες, ήταν προχθές

ήτανε πάντα.

 

Στρώσαμε τη φάτνη – ανέγγιχτη απ’ το χρόνο

ανάμεσα στ’ άχυρα ο Εμμανουήλ.

Στα μάτια των αγγέλων του χάθηκα,

στα μονοπάτια της πρωτινής ζωής μου

Πολύχρωμα φώτα,

ίριδα το παρελθόν μέσα στην καρδιά μου.

Παιδί στον ορίζοντα γεννιέται ξανά

το παιδί που ήμουν κάποτε.

Ζωντάνεψαν τα όνειρα – του ύπνου και της μνήμης

μέσα στ’ αστέρια τους χάθηκα.

Ήταν χθες, ήταν προχθές

ήτανε πάντα.

 

*

 

 

Ποίηση

 

 

Ρανίδα τη ρανίδα

νιώθω το αίμα των μίσχων να λιγοστεύει

χρώμα το χρώμα το βλέπω να χλωμαίνει στα σκοτεινά

Πόσα δάκρυα μέσα στα σωθικά μου

Κι ύστερα, μέσ’ από τα δάκρυα, τα κόκκινα τριαντάφυλλα

ανθίζουν ξανά

με μιαν αύρα που σκορπά φιλιά…

Τι να την κάνεις μια ζωή χωρίς άνοιξη;

 

Χιλιοστό το χιλιοστό

νιώθω τη φλόγα των στίχων να σβήνει

νότα τη νότα την ακούω να πεθαίνει στα σκοτεινά

Πόση στάχτη μέσα στα σπλάχνα μου

Κι ύστερα, μέσ’ από τη στάχτη, οι σπίθες τους

χοροπηδούν ξανά

με μιαν ανάσα που καίει πόθο…

Τι να την κάνεις μια ζωή χωρίς ποίηση;

 

*

 

 

 

Eternal

 

 

«Έρχου,» φωνάζω

«Έρχου,» με προτεταμένα χέρια

κι εκείνη έρχεται ξανά

η αίσθηση, η καμωμένη από φως

το τόπι το φωτεινό που πάλλεται

η καρδιά του ήλιου πάνω απ’ τα νερά

πάνω από τον βυθό

πάνω απ’ τα δάκρυα

 

Έρχεται ξανά

με τα κλαριά της ματωμένα από το πάθος

από τα ρήματα που τρέχουν μέσα στις φλέβες της

Πάσχω

Πασχίζω

Παλεύω

Πονώ

Αγωνίζομαι μέχρι τελευταίας ρανίδας της οργισμένης βροχής

Γεννώ άχρονα βρέφη μετά τον κεραυνό

και γεννιέμαι μέσα στις βαθιές τις λίμνες των ματιών τους

 

Έρχου, ανθρώπινη ελπίδα

τα σπλάχνα μου κάτω στη γη κραυγάζουν πάντα.

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.